Κεφαλαιο 19

113 10 0
                                    

Καθώς περπατούσα προς το δασάκι μια μηχανή σταμάτησε δίπλα μου και στην αρχή τρόμαξα. Κατέβηκε ένας άντρας που κάτι μου θύμιζε και μόλις έβγαλε το κράνος του χάρηκα. Ήταν ο Αχιλλέας, είχα καιρό να μιλήσω μαζί του και μου έλειψε. Επίσης πρέπει να του πω να χωρίσουμε γιατί δεν μπορώ να είμαι άλλο μαζί του.

<<Μωρό μου έχω καιρό να σε δώ. Μου έλειψες>> είπε και με αγκάλιασε. Αχ ακόμα μωρό του με λέει και δεν το αντέχω. Ναι θα το πω τώρα.

<<Εμ Αχιλλέα θέλω να χωρίσουμε.>> το ξέρω το είπα πολύ απότομα αλλά δεν το έχω με τους προλόγους. Εγώ μπαίνω κατευθείαν στο ψητό και ότι είναι να γίνει ας γίνει. Αυτός δεν είχε πάρει τα μάτια του από πάνω μου και δεν είχε μλήσει ακόμα.

<<Χαχα με δουλεύεις έτσι?>>
<<Όχι. Σοβαρά θέλω να χωρίσουμε Αχιλλέα.>>
<<Μπορώ να μάθω τον λόγο?>>
<<Δεν είμαι ερωτευμένη μαζί σου. Ποτέ δεν ήμουν.>>
<<Και μετά από δύο χρόνια το συνειδητοποίησες?>> φώναξε και έβλεπα στο βλέμμα του έναν θυμό που πρώτη φορά είδα. Ο Αχιλλέας είναι ένας άνθρωπος που δεν χάνει σχεδόν ποτέ την ψυχραιμία του και το να τον βλέπω έτσι με τρομάζει.

<<Αχιλλέα κατάλαβέ με.>> είπα με λυπημένο ύφος και χαμήλωσα το βλέμμα μου. Μπορεί να μην ήμουν ερωτευμένη όμως τον αγαπούσα πάρα πολύ.

<<Ο μπαμπάς σου σε έπεισε έτσι?>>
<<Τί εννοείς?>> ωπα κάτσε τι δουλειά έχει ο μπαμπάς μου στο να θέλει να χωρίσουμε. Και τώρα που το σκέφτομαι γιατί θέλει να με παντρέψει με κάποιον άλλο εφόσον λατρεύει τον Αχιλλέα.

<<Μη μου κάνεις την ανήξερη Άρτεμης. Ξέρεις πολύ καλά τι εννοώ.>> μ'αρέσει που είναι και σίγουρος.

<<Όχι δεν ξέρω. Μπορείς να μου εξηγήσεις?>>
<<Δεν έμαθες ότι θέλει να σε παντρέψει με τον χλεχλέ?>>
<<Ναι αυτό το έμαθα, όμως δεν σε χωρίζω γι'αυτό. Με ξέρεις πολύ καλά δεν θα έκανα ποτέ αυτό που μου ζητούσε ο μπαμπάς μου.>>
<<Όχι Άρτεμης δυστυχώς δεν σε ξέρω τελικά.>> αυτό ήταν σαν να με μαχαίρωσαν και δεν έβγαζαν το μαχαίρι από την πληγή. Ήταν ότι χειρότερο μου έχει πεί. Το να μου θυμώσει είναι καλύτερο από το να είναι απογοητευμένος.

<<Αχιλλέα το ξέρω πως νιώθεις χάλια όμως κατάλαβε κι μένα.>> είπα και πήγα να τον αγγίξω αλλά με κοίταξε με τόσο άγριο βλέμμα κι έφυγε πιο πίσω.

<<Μην τολμήσεις να με ξανά ακουμπήσεις γιατί θα γίνει χαμός. Γαμώτω εγώ ο ηλίθιος φταίω που σου έδωσα τα πάντα, σ'αγάπησα με όλο μου το είναι, σε περίμενα σαν τον μαλάκα πότε θα νιώσεις έτοιμη να προχωρήσουμε και αυτό είναι το ευχαριστώ σου!!>> άρχισε να ουρλιάζει κι εγώ άρχισα να φοβάμαι.

Ξέχνα τις προκαταλήψεις και ζήστο!Where stories live. Discover now