Κεφαλαιο 37

85 7 0
                                    

Έχουν περάσει δυο εβδομάδες από τότε που μίλησα με τον Λούκας και εγώ ακόμα δεν έχω αποφασίσει τι θέλω να κάνω. Αυτός έχει φύγει σε ένα ταξίδι με τον μπαμπά του και δεν έχουμε ξανά συναντηθεί από τότε. Η αλήθεια είναι πως μου έχει λείψει, αλλά από την άλλη δεν θέλω να έρθει διότι πρέπει να του δώσω μια απάντηση, την οποία δεν τη γνωρίζω ακόμα.

Φόρεσα ένα μαύρο παντελόνι, το οποίο μου δάνεισε η κυρία Ράνα και ένα άσπρο πουλόβερ. Έχει χειμωνιάσει για τα καλά και έξω έχει ψωφόκρυο. Έβαλα το σκουφάκι μου καθώς και το κασκόλ μου και άνοιξα την κεντρική πύλη του παλατιού. Ο ορμητικός αέρας ξεσήκωσε τα μαλλιά μου, τα οποία τα είχα αφήσει να πέφτουν ανέμελα στους ώμους μου, και με έκανε να κλείσω αυθόρμητα τα μάτια μου. Δεν το έβαλα όμως κάτω, πήρα δύναμη και βγήκα από την ζεστασιά του κάστρου. 

Πλησίασα το στάβλο τους στην απέναντι μεριά και έκλεισα γρήγορα τις ξύλινες πόρτες για να μην τα ξεσηκώσει όλα αυτός ο τρελός άνεμος. Έψαξα τριγύρω κι ένα πανέμορφο άλογο μού τράβηξε την προσοχή. Κοντοστάθηκα και περίμενα να δω την αντίδρασή του. Με επεξεργαζόταν κι εκείνο εξονυχιστικά, όπως έκανα κι εγώ. Ήταν άσπρο με λίγες αποχρώσεις του καφέ, ενώ η χαίτη του είχε πάλι άσπρο χρώμα. Η ουρά του είχε καφέ χρώμα και την κουνούσε σιγά σιγά. Είδα πίσω μου μια στύλη άλατος και τότε θυμήθηκα τον μπαμπά μου που μου μιλούσε συνέχεια για τα άλογα και για το τι τους αρέσει να τρώνε. Απομακρύνθηκα και πήρα το αλάτι στα χέρια μου, φέρνοντάς το κοντά στο άλογο. Πρώτα το κοίταξα στα μάτια και μόλις χαμήλωσε το κεφάλι του κατάλαβα πως πήρα την έγκρισή του. Έτσι πλησίασα στην αρχή διστακτικά το χέρι μου με το φαγητό του στο στόμα του κι εκείνο έβγαλε γρήγορα τη γλώσσα του κι άρχισε να το γλύφει, κοιτάζοντάς με.  

<<Τί κάνεις εσύ εδώ??>> άκουσα μια γνώριμη φωνή και πετάχτηκα από τον φόβο μου, προκαλώντας και στο άλογο σύγχυση. Γύρισα γρήγορα από την πλευρά που ακούστηκε η φωνή και αυτό που είδα με τρόμαξε ακόμα πιο πολύ. 

<<Ορφέα εγώ....>> πήγα να συνεχίσω όμως δεν τα κατάφερα. Είχα να μιλήσω μαζί του καιρό και δεν τον πετύχαινα ποτέ στο κάστρο, κάτι που με είχε κάνει να νιώθω πιο ήρεμη. Τώρα όμως είμαστε εδώ μέσα σε έναν απομονωμένο στάβλο με τρία άλογα και μπορεί άνετα να με σκοτώσει!!!! Ναι ίσως και να υπερβάλλω, όμως και πάλι δεν μπορώ να είμαι κάπου μόνη μου μαζί του. Α ρε Λούκας που στο καλό είσαι??

<<Δεν πήρα όμως απάντηση και εκνευρίζομαι!!>> φώναξε εκείνος και ακούστηκε αντίλαλος μέσα σ'αυτόν τον μικρό χώρο. Τόση ώρα το μόνο που ακουγόταν ήταν ο λυσσασμένος αέρας που κάνει λες και θα ξεκολλήσει ολόκληρο τον στάβλο. Γύρισα και κοίταξα το εντυπωσιακό ζώο που με είχε συνεπάρει, όμως η φωνή του πάλι με τάραξε.

Ξέχνα τις προκαταλήψεις και ζήστο!Donde viven las historias. Descúbrelo ahora