Κεφαλαιο 43

89 5 0
                                    

Κλείνω επίτηδες τα αυτιά μου με τα χέρια μου και δεν γυρίζω το κεφάλι μου προς το μέρος του. Δεν έχω το κουράγιο να τον κοιτάξω, ειδικά σ'αυτή την κατάσταση στην οποία βρίσκομαι. Τα πόδια του κάνουν τον χαρακτηριστικό ήχο με το που ακουμπάνε στον μουσαμά και με κάνουν να ανατριχιάζω. Νιώθω ότι έχει αρχίσει να με πλησιάζει και εγώ είμαι εδώ παγιδευμένη και ανήμπορη να προστατευτώ. 

<<Τί έγινε μικρή? Ο φιλαράκος σου δεν μπορεί να σε προστατεύσει?>> ρωτάει και πλέον είναι γονατισμένος μπροστά μου και χαϊδεύει τα ξανθά μαλλιά μου.

<<Μην μ'αγγίζεις.>> σιγοψιθυρίζω και απορώ πως κατάφερε να μ'ακούσει.

<<Εγώ σε μεγάλωσα, άρα έχω κάθε δικαίωμα πάνω σου.>> γυρίζω απότομα και τον κοιτάω κατάματα με φλόγες να πετάνε από τα μάτια μου. Το βλέμμα του είναι τόσο κενό και φανερώνει την κακιά ψυχή που προσπαθεί μάταια να κρυφτεί από πίσω τους. Είναι απαίσιος και θέλω να τον χτυπήσω όμως δεν μπορώ ούτε να κουνηθώ. Αλλά αυτός είπε ότι μόνο με μεγάλωσε. 

<<Δεν είσαι ο βιολογικός μου πατέρας?>> καταφέρνω να κάνω την ερώτηση που με βασάνιζε όλες αυτές τις μέρες. Από τότε που η μαμά του Λούκας μου είχε πει πως ανήκω μ'αυτούς. Περίμενα να το συζητήσω με την μαμά μου αυτό το τόσο λεπτό ζήτημα αλλά εδώ που φτάσαμε δεν είχα άλλη επιλογή.

<<Εσύ τί λες? Πιστεύεις ότι θα έβαζα ποτέ την κόρη μου σε εκείνο το βρωμό αναμορφωτήριο??>

<<Γιατί όχι? Ούτως ή άλλως είσαι ένα τέρας.>> πασχίζω για να σηκωθώ, να καταφέρω να σπρώξω αυτό το βαρύ έπιπλο από το σώμα μου, όμως και πάλι δεν είχα κανένα αποτέλεσμα.

<<Ποιά θες να είναι η τελευταία σου λέξη?>> σχεδόν φτύνει τις λέξεις και με κάνει να τον σιχαθώ ακόμη πιο πολύ. Βάζει βιαστικά το δεξί του χέρι στην τσέπη του και βγάζει ένα μαύρο περίστροφο. Σηκώνεται τοποθετώντας το βάρος του στο έπιπλο, που με έχει πλακώσει, κάνοντάς το να με πονέσει ακόμη πιο πολύ και σημαδεύει την καρδιά μου με το όπλο του. Αντανακλαστικά κλείνω τα μάτια μου σφιχτά και βάζω τα χέρια μου στο στήθος μου για να το προστατέψω. 

Στιγμές της καθημερινότητας μου ξεπροβάλλουν μέσα στο μυαλό μου. Θυμάμαι όταν ήμουν μικρό κοριτσάκι που αυτός ο άνθρωπος, τον οποίο αποκαλούσα μπαμπά, με πρόσεχε και έπαιζε συνέχεια μαζί μου. Θυμάμαι πόσο αγαπημένοι ήταν με τη μαμά μου και τους ζήλευα ελπίζοντας μια μέρα να βρω κι εγώ το άλλο μου μισό. Θυμάμαι πως έκανε τα χρυσαφένια μου μαλλιά πλεξουδάκια και όλα τα κομπλιμέντα όταν είχα αρχίσει να γίνομαι γυναίκα. Όλα αυτά δεν μπορεί να ήταν ψέμματα. Δεν μπορεί να μην με αγάπησε αυτός ο άνθρωπος. Είναι αδύνατο.....

Ξέχνα τις προκαταλήψεις και ζήστο!Where stories live. Discover now