Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου, ώρα 18:00 στο BeerHouse.
Διαβάζω ξανά και ξανά το χαρτάκι που έχω τοιχοκολλήσει επάνω από το γραφείο μου, σαν να είναι κάποιο τρόπαιο ή κάποιο μετάλλιο που κέρδισα σε αγώνα. Οι μέρες έχουν περάσει και σήμερα... έφθασε η περιβόητη ημέρα της συνέντευξης. Για να είμαι ειλικρινής, τις τελευταίες ώρες, κάθε άλλο παρά ψύχραιμη είμαι, αφού το γεγονός ότι έχω υπάρξει άνεργη για μεγάλο χρονικό διάστημα, δε με βοηθάει να έχω θετική σκέψη. Ελπίζω παρόλα αυτά... αυτή τη φορά να είμαι πιο τυχερή...
Το μπάνιο που έκανα μόλις, με έκανε να ηρεμήσω για λίγα λεπτά. Ξεφυσάω. Έχει πάει ήδη 17:00 το απόγευμα και η καρδιά μου χτυπάει και πάλι γρήγορα και ασταμάτητα. Είναι η τελευταία μου ευκαιρία να τα καταφέρω! Αν θέλω να συνεχίσω τη σχολή και να μην τα παρατήσω όλα στην τύχη τους... η δουλειά αυτή πρέπει να είναι η κατάλληλη.
Το ότι η Αναστασία γνωρίζει τον ντράμερ του συγκροτήματος, μου δίνει μία έξτρα πιθανότητα να κερδίσω τη θέση, όμως σε καμία περίπτωση δε θα ήθελα να είναι υπεύθυνο το <μέσο> για την επιτυχία μου, αλλά η εμπειρία και η όρεξη μου για δουλειά.
Ανοίγω την ντουλάπα μου και την περιεργάζομαι για μερικά δευτερόλεπτα. Τζιν παντελόνια, μαύρες φόρμες, κατάμαυρα μπλουζάκια... και μερικά φορέματα. Φορέματα, τα περισσότερα όχι δικά μου... αλλά της μητέρας μου. Σπάνια επιλέγω να φορέσω κάποιο φόρεμα και αυτό... γιατί πάντοτε πίστευα ότι δε μου πάνε. Συνήθως, προτιμώ τα σκισμένα τζιν με τις μαύρες τυπωμένες με συγκροτήματα μπλούζες επάνω. Αλλά σήμερα είναι διαφορετικά...
Πιάνω στα χέρια μου ένα φλοράλ φόρεμα που φθάνει λίγο πιο πάνω από τα γόνατα, στενό κάτω από το στήθος και αεράτο από εκεί και κάτω. Ακόμα θυμάμαι τη μητέρα μου να το φοράει και έχω να τονίσω... ότι της πήγαινε εκπληκτικά! Αμφιβάλλω ότι θα δείχνει το ίδιο όμορφο επάνω μου... καθώς δεν έχω και το καλύτερο σωματότυπο στον κόσμο. Θέλω, όμως, να το φορέσω... γιατί έχω την ανάγκη να την νιώθω κοντά μου απόψε, στη συνάντηση με τα παιδιά από το συγκρότημα. Η σημερινή συνέντευξη για δουλειά... αισθάνομαι ότι θα είναι καθοριστική για τη ζωή μου... όσο τρελό και αν ακούγεται αυτό!
Κατεβάζω προσεκτικά το φερμουάρ από το πλάι και αρχίζω να το φοράω. Ανεβάζω το φερμουάρ και παίρνω μια βαθιά ανάσα προτού κοιταχτώ στον καθρέφτη. Τα μάτια μου περιεργάζονται το είδωλό μου. Μου θυμίζω εκείνη. Πάντοτε, οι γνωστοί μας, μας έλεγαν ότι μοιάζουμε πολύ εξωτερικά, όμως ποτέ μου δεν το έβλεπα. Τώρα πλέον... αντιλαμβάνομαι την πραγματική ομοιότητα, αφού η θύμηση του προσώπου της έρχεται ξανά και ξανά στο νου μου, σαν μια πληγωμένη ανάμνηση του παρελθόντος μου. Πόσο μου λείπει...
Φοράω τα μαύρα μου όξφορντ και το μαύρο μου δερμάτινο. Πάντα αισθάνομαι πιο σίγουρη με αυτά... σαν να είναι οι προστάτες μου... σαν ένα κομμάτι της ταυτότητάς μου...
Αφήνω τα καστανά μαλλιά μου να πέφτουν επάνω στην πλάτη μου κυματιστά και ζωηρά, ενώ για μακιγιάζ επιλέγω ελάχιστη μάσκαρα, λίγο ρουζ και ένα απαλό κόκκινο κραγιόν.
Είμαι έτοιμη...
«Αναστασία! Πρέπει να πηγαίνω σιγά- σιγά, γιατί θα αργήσω, αν δεν προλάβω το αστικό!» της αποκρίνομαι και ακούω τα γρήγορα και βαριά της βήματα ως το δωμάτιό μου.
Όταν, τελικά, μπαίνει μέσα, τα χείλη της σχηματίζουν ένα τεράστιο «Ο», φανερώνοντας την έκπληξή της.
«Προτείνω να κλείσεις το στόμα σου να μην μπει καμία μύγα!» της αποκρίνομαι ειρωνικά και χαμογελάω.
«Σκάσε! Είσαι χάρμα οφθαλμών ρε Θάλεια! Κανόνισε να τους ξελογιάσεις και να τσακωθούν για πάρτη σου... διαλύοντας και το συγκρότημα μαζί!» μου λέει, φανερά ενθουσιασμένη και δεν μπορώ παρά να χτυπήσω το κεφάλι μου σε ένδειξη απόγνωσης.
«Κόψε το δούλεμα! Ούτε ψήλος δε με πλησιάζει εμένα...» της αποκρίνομαι, χωρίς να θέλω να συνεχιστεί αυτή η συζήτηση και στριφογυρίζει τα μάτια της. Αποτελεί μία από τις συνήθειές της.
«Και άλλωστε, για δουλειά πάω εκεί... όχι για γκομενιλίκια!» της υπενθυμίζω και κουνάει το κεφάλι της πέρα δώθε.
«Καλά εντάξει... ό,τι πει η ροκού!» παραδίνεται, τελικά, και έτσι αρπάζω την τσάντα μου και είμαι έτοιμη να φύγω από το δωμάτιο.
«Μιλάμε αργότερα!» της αποκρίνομαι και βγαίνω φουριόζα έξω.
«Πάρε με τηλέφωνο να μου πεις πώς τα πήγες!» μου φωνάζει, όμως μετά βίας την ακούω, αφού η φωνή της χάνεται στο βάθος...
[...]
Κατεβαίνω από το αστικό και φτιάχνω προσεκτικά το φόρεμά μου, αλλά και τα μαλλιά μου. Δεν είμαι άτομο που δίνει ιδιαίτερη προσοχή στο να μην <τσαλακωθεί>, όμως... λένε ότι η πρώτη εντύπωση είναι πολύ σημαντική και ότι δύσκολα αλλάζει στην πορεία.
Θέλω να πάρω τη θέση! Πρέπει να με δεχθούν...
Τα μάτια μου εξετάζουν τις ταμπέλες των μαγαζιών τριγύρω και γρήγορα εντοπίζω την ονομασία BeerHouse. Παίρνω μια βαθιά αναπνοή και πιέζω τα χείλη μου μεταξύ τους, προτού ανοίξω την πόρτα της καφετέριας και με υποδεχτεί με ένα θερμό χαμόγελο ο σερβιτόρος.
«Παρακαλώ, περάστε!» μου κάνει νόημα και κουνάω το κεφάλι μου πάνω κάτω ανήσυχη. Αισθάνομαι τρομερά αγχωμένη ξαφνικά. Τα πόδια μου έχουν κοπεί και με το ζόρι αναπνέω σωστά. Ρίχνοντας μια γρήγορη ματιά τριγύρω, παρατηρώ ότι οι περισσότεροι είναι ντυμένοι κάπως... πιο εναλλακτικά, πίνουν μπύρες και καπνίζουν. Το περιβάλλον αυτό... κατά κάποιον τρόπο με ηρεμεί. Μου δίνει μια ανεξήγητη αυτοπεποίθηση!
«Έχω ραντεβού... με τους...Breaking Sun» σχεδόν ψιθυρίζω, αφού με δυσκολία βγαίνουν οι λέξεις από τα χείλη μου. Τι με έχει πιάσει τώρα;
Για το Θεό Θάλεια! Ηρέμησε!
«Βεβαίως... ελάτε μαζί μου από εδώ...» μου κάνει νόημα και τον ακολουθώ. Παίρνω μερικές ακόμα αναπνοές και έπειτα ξεφυσάω. Οι παλμοί της καρδιάς μου έχουν αρχίσει να αυξάνονται επικίνδυνα. Πρέπει με κάθε τρόπο να διώξω το άγχος που με διακατέχει!
Ο σερβιτόρος μου δείχνει ένα απόμερο τραπέζι και του χαμογελώ.
«Σας ευχαριστώ πολύ!» του αποκρίνομαι και πλησιάζω αργά προς το τραπέζι, στο οποίο κάθονται δύο νεαροί άνδρες. Τον έναν τον αναγνωρίζω... είναι ο ντράμερ ή αλλιώς ο Μιχάλης... όμως τον άλλον... πρώτη φορά τον βλέπω.
Βρίσκομαι πολύ κοντά στο τραπέζι, όταν γυρίζει ξαφνικά το κεφάλι του ο άγνωστος και τα μάτια του <πέφτουν> επάνω στα δικά μου. Ξεροκαταπίνω. Δε θα κρυφτώ. Ούτε καν θα αρνηθώ πόσο ωραίος είναι...
Για μερικά δευτερόλεπτα, με εξετάζει από την κορφή ως τα νύχια με ένα <κενό βλέμμα> και τότε είναι που κομπλάρω. Μήπως ήταν κακή ιδέα, τελικά, αυτή η συνέντευξη;
Γυρίζει, τελικά, αδιάφορα προς το παράθυρο δίπλα του, δίνοντάς μου την ευκαιρία να αναπνεύσω και πάλι σωστά. Δεν είχα καν συνειδητοποιήσει ότι κρατούσα την αναπνοή μου!
«Καλησπέρα, είμαι η Θάλεια Ιωάννου» τους αποκρίνομαι, όσο πιο καθαρά μπορώ και ο Μιχάλης στρέφει το βλέμμα του προς το μέρος μου. Ο άγνωστος... συνεχίζει να αγναντεύει έξω από το παράθυρο.
«Θάλεια! Πώς είσαι; Πάνε χρόνια...!» σημειώνει χαμογελώντας. Δεν έχει αλλάξει τρομερά. Είναι καστανομάλλης, έχει λίγες διάσπαρτες φακίδες , είναι αδύνατος με πράσινα μάτια, και... με ένα ωραίο χαμόγελο!
«Σε παρακαλώ, κάθισε!» συνεχίζει και αφού σηκωθεί, μου κάνει νόημα να καθίσω στην καρέκλα δίπλα από τον άγνωστο.
«Σε ευχαριστώ πολύ Μιχάλη! Πράγματι... έχει περάσει καιρός...» συμφωνώ μαζί του χαμογελώντας ευγενικά, καθώς βγάζω το δερμάτινό μου και κάθομαι. Ο άλλος... δε μιλάει. Δεν είμαι καθόλου σίγουρη ότι αναπνέει κιόλας. Ούτε <γεια> δε μου είπε ο ξινούλης...
Δεν έχει καν γυρίσει το βλέμμα του προς το μέρος μου!
«Εμείς γνωριζόμαστε» μου αποκρίνεται και έπειτα στρέφει το πρόσωπό του προς τον τύπο δίπλα μου, ο οποίος πιθανότατα, έχει πιει το αμίλητο νερό.
«Πράγματι» του λέω και μου χαμογελά.
«Έι Ορέστη!» τον φωνάζει με τρόπο και εκείνος γυρίζει, τελικά το κεφάλι του στριφογυρίζοντας τα μάτια του. Η κίνησή του αυτή μου θυμίζει την Αναστασία. Προφανώς, βαριέται να είναι εδώ αυτήν τη στιγμή.
«Συγχώρεσε τον... είναι λίγο κακόκεφος σήμερα. Συνήθως είναι πιο κατσούφης!» μου αποκρίνεται κάπως κοροϊδευτικά ο Μιχάλης και δεν μπορώ παρά να γελάσω. Ευτυχώς και αυτός... αλλιώς δε θα έβγαζα άκρη με τον μορφονιό από εδώ...
«Θάλεια» κάνω την αρχή με μια ανεξήγητη αυτοπεποίθηση και σιγουριά, δίνοντάς του το χέρι μου. Τείνει και το δικό του προς το μέρος μου.
«Ορέστης» μου αποκρίνεται αδιάφορα, κοιτάζοντάς με και τότε παρατηρώ τα σκούρα καστανά του μάτια και τα επίσης καστανά, κοντά του μαλλιά που δείχνουν επιμελώς ατημέλητα.
«Άντε να τελειώνουμε, γιατί δεν παλεύεται η σημερινή ημέρα! Από το πρωί... όλο κάτι άσχετες έρχονται!» σημειώνει με αγένεια και αισθάνομαι να κοκκινίζω από ντροπή... αλλά και θυμό. Και εγώ τι φταίω δηλαδή; Τον ακούω να ξεφυσάει.
Πιάνει το πακέτο με τον καπνό από το τραπέζι, τα χαρτάκια και τα φιλτράκια και αρχίζει να στρίβει τσιγάρο. Οι κινήσεις του είναι γρήγορες και... εντελώς περίτεχνες! Η γλώσσα του περνάει πάνω από το χαρτάκι και τελειώνει κλείνοντάς το. Το βάζει ανάμεσα στα χείλη του και το ανάβει επιδεικτικά με έναν ασημί αναπτήρα. Ο τύπος δεν αστειεύεται...
«Σου ζητώ συγγνώμη και πάλι... είχαμε δύσκολη μέρα όπως καταλαβαίνεις και δεν του έχει περισσέψει πολλή υπομονή» μου εξηγεί ο Μιχάλης και γυρίζω προς το μέρος του, κάπως αποσυντονισμένη. Γνέφω καταφατικά.
«Δεν πειράζει... καταλαβαίνω» του απαντώ και στρέφω το βλέμμα μου και πάλι προς τον Ορέστη. Ρουφάει παθιασμένα το τσιγάρο του και γεμάτος ανακούφιση ξεφυσάει τον καπνό. Δεν ξέρω γιατί με ιντριγκάρει αυτή η εικόνα. Το βλέμμα του περιπλανιέται έξω από το παράθυρο. Για πρώτη φορά παρατηρώ τα διάφορα piercings του στο πρόσωπο και τα αυτιά.
«Ο Ορέστης είναι διακοσμητικός. Μπορείς απλώς να τον αγνοήσεις!» μου αποκρίνεται ο Μιχάλης, όταν καταλαβαίνει ότι έχω αφοσιωθεί στις κινήσεις του Ορέστη. Γυρίζω απότομα προς το Μιχάλη και χαμογελώ αμήχανα. Είμαι σίγουρη ότι έχω πάρει το χρώμα της ντομάτας!
«Λοιπόν, έχεις προϋπηρεσία... ως γραμματέας;» με ρωτάει ο Μιχάλης και δαγκώνω τα χείλη μου.
«Η αλήθεια είναι ότι... δεν έχω εργαστεί ποτέ ξανά ως γραμματέας... όμως--» πάω να πω, αλλά με διακόπτει ο... μουγκός. Και νόμιζα ότι δε μιλάει...
«Μπούρδες! Αν θέλαμε να χάσουμε το χρόνο μας... θα... βασικά χάνουμε το χρόνο μας μαζί σου! Η θέση είναι πολύ σημαντική και έχει τεράστιες υποχρεώσεις! Τι να σε κάνουμε αν δεν έχεις εργαστεί ξανά ως γραμματέας; Δεν θέλουμε παιχνίδια!» μου αποκρίνεται με μεγάλη αγένεια και αυθάδεια και τότε είναι που αισθάνομαι το αίμα μου να βράζει. Ποιος νομίζει ότι είναι τέλος πάντων και μου μιλάει με αυτόν τον τρόπο;
«ΟΡΈΣΤΗ! Περιορίσου!» του φωνάζει ο Μιχάλης και τον αγριοκοιτάζει.
«Συνέχισε Θάλεια... συγγνώμη για όλο αυτό και πάλι! Δε συμπεριφέρεται πάντοτε έτσι, απλά... έχει τις μαύρες του και του φταίει ολόκληρη η υφήλιος!» μου αποκρίνεται ο Μιχάλης, αλλά ήδη μου έχει κοπεί η όρεξη! Πόσο αγενής Θεέ μου; Πιο κατσούφη άνθρωπο δεν έχω συναντήσει!
Παρά τη νευρικότητά μου, συνεχίζω.
«Είμαι φοιτήτρια και ψάχνω απεγνωσμένα κάποια θέση. Έχω δουλέψει ως barwoman, σερβιτόρα, πωλήτρια ρούχων, σε ταμείο και σε διάφορες άλλες θέσεις, απλά δεν έχει τύχει να ξανακάνω κάτι τέτοιο. Παρόλα αυτά, σας διαβεβαιώνω ότι μαθαίνω πολύ γρήγορα» εξηγώ όσο πιο πειστικά μπορώ, όμως, ενώ ο Μιχάλης δείχνει να καταλαβαίνει, ο ξινός φαίνεται εξαγριωμένος.
«Ξέρεις κάτι; Απλά Ό-Χ-Ι! Η θέση δεν είναι για εσένα. Ψάξε αλλού!» μου λέει ο Ορέστης τσατισμένος, καθώς ρουφά μία τελευταία φορά από το τσιγάρο του και έπειτα το σβήνει με νευρικότητα στο τασάκι. Σηκώνεται πάνω, φορά το γεμάτο τρουκς δερμάτινό του και είναι έτοιμος να φύγει. Δερμάτινο, μαύρα ρούχα και αρβυλάκια. Πιο ροκάς... πεθαίνει, ο τύπος!
«Ξέρεις κάτι; Φεύγω εγώ! Άλλωστε... σου φάνηκα άχρηστη με το καλησπέρα σας! Μόνο να πω δύο πράγματα: πρώτον, δεν ωφελεί να είσαι αγενής και δεύτερον... καλή τύχη! Εύχομαι να βρεις κάποια γραμματέα που να μπορεί να σε ανεχτεί!» του αποκρίνομαι, χωρίς να μετανιώνω λέξη από όσα του είπα.
Σηκώνομαι επάνω, φτιάχνω νευρικά το φόρεμά μου και φοράω το δερμάτινό μου.
Ο Ορέστης με κοιτάζει με πλήρη απάθεια και τότε είναι που τα παίρνω περισσότερο.
«Καληνύχτα Μιχάλη... λυπάμαι που δεν μπόρεσα να φανώ χρήσιμη...» του λέω και πάω να φύγω, όταν με σταματά με τη φωνή του ο Μιχάλης.
«Θάλεια, θα σε καλέσω κάποια στιγμή, μαζί με κάποιο άλλο μέλος για να επανορθώσω. Είναι ξεροκέφαλος ο Ορέστης. Δεν ξέρω πόσες φορές πρέπει να ζητήσω συγγνώμη...»
«Τελείωσε. Δεν κάνω γι'αυτή τη θέση και είναι κατανοητό. Συγγνώμη που σπατάλησα το χρόνο σας!» του αποκρίνομαι και βλέπω τον Ορέστη να με κοιτάζει νευριασμένος.
«Στο καλό... και να μη σε ξαναδούμε!» μου λέει ο Ορέστης και εκεί σφίγγω τις γροθιές μου, καταβάλλοντας τεράστιες προσπάθειες για να μην του χιμήξω.
Χωρίς να απαντήσω τίποτα — έχω και μια αξιοπρέπεια, βλέπετε— φεύγω φουριόζα από το τραπέζι και βγαίνω από το μαγαζί γεμάτη νεύρα. Ο αναιδέστατος! Ο κομπλεξικός! Ούτε να μιλήσω δε με άφησε! Το γουρούνι! Ο μαλ*κας! Τι πάει στραβά με την πάρτη του;
Πηγαίνω γρήγορα προς τη στάση λεωφορείου και αφού περιμένω για 10 λεπτά, αυτό φθάνει και μπαίνω μέσα. Το μόνο που με νοιάζει τώρα... είναι να επιστρέψω σπίτι και να χωθώ κάτω από τα παπλώματα! Πιο χάλια... δε θα μπορούσε να πάει...
Το παίρνω απόφαση. Θα αφήσω τις σπουδές μου...
[...]
___________
Γεια σας!!! ^_^
Πώς είστε; Ελπίζω να σας άρεσε ^_^
Κατάφερα να ανεβάσω σύντομα και το τρίτο επεισόδιο ^_^
Το επόμενο θα ανέβει εντός 2-3 ημερών.
Σας ευχαριστώ πολύ!!!
Αυτός είναι ο Ορέστης της φαντασίας μου :P <3
(Diego Barrueco)
[Music & Images are not mine]
YOU ARE READING
The Rocker
RomanceΗ Θάλεια Ιωάννου βρίσκεται σε τεράστια απόγνωση· ο μόνος τρόπος για να μπορέσει να συνεχίσει τις σπουδές της στο τμήμα Δημοσιογραφίας είναι να βρει μια θέση εργασίας. Οι απέλπιδες τελικά προσπάθειές της την οδηγούν σε ένα τρομερό αδιέξοδο: αποκτά δι...