Επεισόδιο 16

1.2K 112 51
                                    

Ορέστης (POV)

Την κοιτάζω, καθώς απομακρύνεται και αντιλαμβάνομαι, ότι είδε το όνομα της Βανέσας στο κινητό μου. Κατάλαβα από τη φωνή της, ότι ενοχλήθηκε. Δεν είμαι καθόλου καλός με τις λέξεις... όμως μπορώ να ψυχολογήσω τους ανθρώπους και ιδιαίτερα... τις γυναίκες που αισθάνονται ερωτική έλξη για εμένα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, κοκκινίζουν, τρέμουν, ανατριχιάζουν και δεν μπορούν να πάρουν τα μάτια τους από πάνω μου. Η Θάλεια, βέβαια, είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση...

Ναι. Κοκκινίζει. Κοκκινίζει πολύ. Τρέμει. Ναι... σίγουρα τρέμει. Και η καρδιά της... η καρδιά της χτυπάει κι αυτή σαν παλαβή. Όλο της το κορμί αντιδρά στην παρουσία μου και το άγγιγμά μου... την ταράζει ολόκληρη...
Το βλέπω στα μάτια της, κάθε φορά που με κοιτάζει. Το βλέμμα της είναι διαπεραστικό. Έντονο. Σαγηνευτικό... από εκείνα τα αληθινά, που λίγοι έχουν...
Δεν έχω συναντήσει ξανά γυναίκα στη ζωή μου, η οποία να λέει ακριβώς αυτό που θέλει και να μην φοβάται τις αντιδράσεις των άλλων. Είναι εντελώς τσαμπουκαλού και 'διψάει' για καυγάδες. Όταν την πρωτοείδα, δεν πίστεψα στιγμή ότι είναι αθώα· ήξερα, ότι η παρουσία της... δεν θα μου έβγαινε σε καλό. Δεν θα μπορούσε, ποτέ, να μου περάσει απαρατήρητη, μία τέτοια γυναίκα...

Το κινητό μου σταματάει να δονείται και κουνάω το κεφάλι μου πέρα δώθε, προκειμένου να σταματήσω τις σκέψεις μου. Φοράω το κράνος μου και βάζω μπρος για το σπίτι της Βανέσας. Είναι η μόνη που μπορεί να με βοηθήσει αυτή την στιγμή...

[...]

Αρκετή ώρα αργότερα, φτάνω έξω από το διαμέρισμά της και σταματάω κοντά στο πεζοδρόμιο. Βγάζω το κράνος και, αφού κατέβω από τη μηχανή, πιάνω τον καπνό από το δερμάτινό μου.
Αισθάνομαι εξαντλημένος απόψε. Δεν έχω κουράγιο για τίποτα...
Ανάβω το τσιγάρο και ρουφάω τον καπνό. Κλείνω τα μάτια μου και ξεφυσάω. Είναι ανούσιο. Θα μου περάσει...

Πετάω το τσιγάρο μου κάτω, το σβήνω με το παπούτσι μου και έπειτα, κατευθύνομαι προς την πόρτα του σπιτιού. Χτυπάω το κουδούνι και περιμένω, να μου ανοίξει.
Ακούω την πόρτα να ξεκλειδώνει και να ανοίγει, σχεδόν, διάπλατα. Η Βανέσα εμφανίζεται μπροστά μου με το μαύρο της νυχτικό.  Είναι πολύ όμορφη.  Δεν θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει τη γοητεία της. Είναι πάντοτε δίπλα μου και με γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα. Γιατί δεν μπορώ να την ερωτευτώ;

«Ήρθες...» μου αποκρίνεται και προχωράω προς το μέρος της. Την πιάνω από τη μέση, οδηγώντας την μέσα και κλείνοντας την πόρτα πίσω μας. Παρατάω το κράνος στον καναπέ και την τραβάω επάνω μου. Τα χείλη μου πέφτουν, με φόρα, στα δικά της και αρχίζω να την φιλάω παθιασμένα. Αμέσως, ανταποκρίνεται στις κινήσεις μου και βρίσκουμε έναν κοινό ρυθμό. Έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα, αποτραβιέται.

«Ορέστη... όχι...» μου λέει και ξεφυσάω.

The RockerWhere stories live. Discover now