Επεισόδιο 10

1.2K 103 26
                                    

Τα μάγουλά μου έχουν ζεσταθεί και είμαι σίγουρη, ότι η έκπληξη είναι ολοφάνερη στο πρόσωπό μου. Φοράει το σκούρο τζιν του, όμως έχει βγάλει την μπλούζα του, την οποία έχει ρίξει άτσαλα στον αριστερό του ώμο, καλύπτοντας μονάχα ένα μέρος του στήθους του. Ασυναίσθητα, κοιτάζω τριγύρω, θέλοντας να αποφύγω οποιαδήποτε οπτική επαφή μαζί του. Η καρδιά μου είναι έτοιμη να ξεπηδήσει από μέσα μου... και δεν είμαι καν σίγουρη για ποιον λόγο.

«Μην ταράζεσαι τόσο. Τα μάγουλά σου έχουν γίνει κατακόκκινα...» μου αποκρίνεται, τελικά, και ξεροκαταπίνω.  Είναι ηλίθιος.  Είναι βλάκας. Φοβάμαι ότι καταλαβαίνει τι επιρροή έχει επάνω μου... και το διασκεδάζει. Πρέπει να βγω επειγόντως από εδώ μέσα... αλλιώς κινδυνεύω.  Δε γυρίζω καν να τον κοιτάξω.

Ξαφνικά,  βγαίνει από το δωμάτιο και κατευθύνεται προς τα μέσα. Πώς θα φύγω; Γιατί πρέπει πάντα να μπλέκω έτσι; Πόσο σκ*τά  κάρμα έχω τέλος πάντων; Πιάνω τα πράγματά μου από το γραφείο και αποφασίζω να βγω από τον χώρο. Τριγύρω είναι θεοσκότεινα και με το ζόρι βλέπω μπροστά μου. Όταν τα μάτια μου προσαρμόζονται στο σκοτάδι, παρατηρώ ότι ο Ορέστης στέκεται σε μια γωνία και ως συνήθως... στρίβει τσιγάρο. Ο κόσμος καίγεται... και αυτός τον χαβά του!

«Πάντως... δε σε είχα... για ματάκια...» μου λέει, ξαφνικά, περνώντας τη γλώσσα του επάνω από το χαρτάκι, το οποίο κρατά στα χέρια του και έπειτα, το κλείνει. Τα μάτια μου συνεχίζουν να δείχνουν έκπληκτα. Ε όχι και ματάκιας!

«Τι σε κάνει να πιστεύεις, ότι με ενδιαφέρει με ποιες βγάζεις τα μάτια σου τα βράδια;» τον ρωτάω τελικά και τα βλέμματά μας συναντιούνται. Ακόμα δεν έχει φορέσει την μπλούζα του... Πιάνει από την τσέπη του τον ασημί αναπτήρα και ανάβει το τσιγάρο του. Προχωράει προς το μέρος μου και τα πόδια μου παραλύουν. Αισθάνομαι ξαφνικά, ότι δεν μπορώ να περπατήσω. Η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή και αρχίζω να ζαλίζομαι.

Μην πλησιάζεις! Θα λιποθυμήσω...

Φτάνει σε απόσταση μόλις μερικών εκατοστών μακριά μου και περνάει το δεξί του χέρι μέσα από τα μαλλιά του.  Παρατηρώ — όσο είναι δυνατόν μέσα στο σκοτάδι και χάρη στο φως που έρχεται από το γραφείο — ένα τατουάζ εσωτερικά του δεξιού του μπράτσου, όμως δεν μπορώ να καταλάβω τι είναι ακριβώς. Ξεροκαταπίνω. Το ανδρικό του άρωμα χτυπάει τα ρουθούνια μου... και αρχίζω να απελπίζομαι.

«Νιώθω την αμηχανία που σου προκαλώ...» μου απαντά και απομακρύνω το βλέμμα μου από πάνω του. Ρουφάει το τσιγάρο του και ξεφυσάει επάνω μου. Κλείνω τα μάτια μου και παίρνω μια βαθιά αναπνοή, προκειμένου να μπορέσω να χαλαρώσω. Λανθασμένη κίνηση.
«Για πες μου... πόσο ευάλωτη αισθάνεσαι, όταν είμαι τόσο κοντά σου...;» με ρωτάει και γυρίζω να τον κοιτάξω τόσο θυμωμένη, όσο και υπνωτισμένη.

The RockerWhere stories live. Discover now