98.Ξενια

1K 178 4
                                    

Βλέπω τον Θωμά να κάθεται σε ένα τραπέζι.

«Στέφανε πήγαινε παρε παραγγελία από τον Θωμά σε παρακαλώ»λέω στον αδερφό μου.
«Από την Θωμακο;Να πάρεις εσυ.Φιλος σου είναι»μου λέει και μου γυρνάει την πλάτη.

Καμία διάθεση για να μαλώσουμε έτσι παω.

«Γεια σου Θωμά»λέω.
«Γεια Ξενια»
«Τι να σου φέρω;»ρωτάω και είμαι ετοιμη να γράψω.

«Κάτσε λιγο.Τι κανείς;Πως είσαι;»με ρωτάει.

Συζήτηση θα ανοίξουμε τώρα;

«Εδώ.Εχω δουλειά»λέω.
«Εμαθα έφυγε ο Κυριάκος.Πως νιώθεις;»
«Πως να νιώθω Θωμά.Εσυ πως λες να νιώθω;»απαντάω επιθετικά.

Σηκώνει τα χέρια πανω.
«Οκ οκ!Ενα κλαμπ σάντουιτς φέρε μου και νεράκι!»απαντάει και παω μέσα.

Πως νιώθω λέει...τι ερώτηση είναι αυτή...

«Ηρέμησε λίγο.Θα διώξεις τους πελάτες έτσι πως είσαι...»σχολιάζει ο Στέφανος.

Τον αγριοκοιτάζω και απομακρύνεται.
Ευτυχώς.

Χτυπάει το τηλεφωνο μου και το βγάζω από το σορτς γρήγορα και όταν βλέπω το όνομα του Κυριακου παω έξω τρεχωντας.

«Ναι;»λέω.
«Ζωή μου»λέει και δημιουργεί ένα χαμόγελο στο πρόσωπο μου για πρώτη φορά σήμερα.

«Κυριάκο....περίμενα να με πάρεις»
«Και εγώ μόλις βρήκα λίγο χρόνο εσενα σκέφτηκα»λέει.Ψιθιριζει όμως.
«Γιατί ψιθιριζεις;»
«Παρακολουθώ την προπόνηση σήμερα με τον κύριο Γιώργο για να δω τι κάνουν τα αλλά παιδιά και εποιασε την συζήτηση με κάποιον άλλον και βρήκα ευκαιρία να δω τι κανείς»λέει.

Η γλυκιά του φωνούλα ποσό μου έλειψε...

«Καλά είμαι.Στο μαγαζί.Εσυ;Τακτοποιήθηκες;»ρωτάω.
«Ναι.Πρεπει να δεις το σπιτι που μένουμε.Είναι υπέροχο!»λέει χαρούμενος.

Τουλάχιστον ένας από εμάς ας έχει καλή διάθεση.

«Χερομαι»λέω.
«Πρέπει να κλείσω τώρα.Θα σε πάρω μετά εντάξει;»λέει.

Και ολας;

«Εντάξει τότε.Θα περιμένω να με πάρεις»λέω .
«Σε φιλώ πολύ γλυκά.»λέει.
«Και εγώ»απαντάω και το έκλεισε αμέσως.

Μιλήσαμε λίγο αλλά κάτι είναι και αυτό έτσι;
Από το τίποτα.

Παω μέσα.
«Έτοιμο το κλαμπ;»λέω και παίρνω ένα νερό από το ψυγείο.
«Τώρα γελάς σκατουλα...είσαι μια εσυ....»λέει.
«Στέφανε μην με λες σκατουλα.Ελεος!»λέω.
«Μπήκε ο Μαριος.Παρε την παραγγελία του σε παρακαλώ»μου λέει και κοιτάω το τραπέζι στο παράθυρο.

«Από τον Μαριουκο;Να πάρεις εσυ.Φιλος σου είναι»λέω και παω μέσα να βρω κάτι άλλο να κάνω.

***

«Μπουμπου»ακούω και βλέπω ανοιχτή την πόρτα με το κεφάλι του Παρη μέσα.

«Έλα μέσα»λέω και μπορεί ολόκληρος και πλησιάζει προς το μέρος μου που κάθομαι στο γραφείο και κοιταζα το κινητό μου.

«Τι ακριβώς κοιτάς εδώ;»λέει.
«Περιμένω να με πάρει ο Κυριάκος»λέω.
«Δεν θα φας μαζί μας;Ήμαστε όλοι κάτω...»
«Δεν θα κατέβω.Φατε εσείς»του λέω.
«Γιατί;»
«Περιμένω να με πάρει ο Κυριάκος»λέω και δείχνω το κινητό.

Σταυρωνει τα χέρια του και παίρνει το γνωστό του ύφος.
«Πες το»λέω.
«Τίποτα.Απλα μπορείς να έρθεις κάτω και όταν πάρει να αναιβεις πάνω.Φενεται πιο λογικό»λέει.

«Θα πάρει σε λίγο.Θα καταιβω μετά.»του λέω και ηλπιζα να έφευγε αλλά δεν το έκανε και τον ξέρω καλά για να ξέρω ότι θα πει και αλλά.

«Δεν χρειάζεται να βάλεις σε παύση όλη την ζωή σου ξέρεις»
«Δεν καταλαβαίνεις...»λέω.
«Πειστεψε με.Καταλαβαινω πολύ καλά.Ημουν σαν εσενα.Και χειρότερα.Οταν έφυγε η Λαουρα δεν ήθελα τίποτα να κάνω.»
«Και τι έκανες τελικά;»

Τα γαλάζια μάτια του με πλησίασαν και πήρε με το χέρι του το κινητό μου και με το άλλο εποιασε το χέρι μου και με σήκωσε όρθια.Εβαλε το κινητό στην τσέπη μου.

«Μια μέρα θα ξυπνήσεις δίπλα στον έρωτα της ζωής σου και θα κάνετε πρωινό μαζί και θα είναι όλα υπέροχα.Αλλα μέχρι τότε θα έρθεις κάτω να φάμε όλοι μαζί,θα βγεις με τους φίλους σου και θα περνάς ωραία...»λέει ενώ βάζει τα χέρια του στους ώμους μου και με σπρώχνει κάτω.

«Έτσι είναι η ζωή μπουμπου.Και ότι και να γίνει συνεχίζουμε και κοιτάμε μπροστά...»λέει και φτάνουμε στην τραπεζαρία όπου ήταν όλοι γύρω γύρω και με περίμεναν.

Μαζί σου (#5 Σαντα Ροζα)حيث تعيش القصص. اكتشف الآن