Κεφάλαιο 5°

1.2K 196 59
                                    

°°Χρυση κλωστή δεμένη, μέσα στου χρόνου τον αργαλειό και εκείνη κάθεται και υφαίνει...°°

Κωνσταντινούπολη έτος 2020

Πάνω στο τραπέζι υπήρχαν χίλια δυο εδέσματα. Σαλαμια κάθε λογής, κασερια, καναπεδάκια, μέχρι και χαβιάρι. Τα ποτήρια τους ήταν γεμάτα με το πιο γλυκόπιοτο μπρούσκο που είχε δοκιμάσει ποτέ της ενώ ο ήλιος έξω είχε αρχίσει να δύει όμορφα χαρίζοντας στην ατμόσφαιρα μια αλλιωτικη αίγλη.
Οι κουρτίνες ανέμιζαν πίσω από τις τεράστιες μπαλκονόπορτες, η ευωδία του κρασιού είχε πλημμυρίσει το σαλόνι και εκείνες γελούσαν σαν να μην είχε περάσει μέρα από τη τελευταία φορά που είχαν βρεθεί.

"Τελικά ο Σωτηράκης ήταν όντως έξυπνος! Κοίτα να δεις και δε του το 'χα!" η Σοφία γέλασε δυνατά και σηκώθηκε

"Που πας πάλι;" απόρησε η Μυρσίνη "Τι μια έφερες νερό, την άλλη τα τσιγάρα σου, μετά ήθελες κι άλλο κασέρι, μετά..."

"Σταμάτα μωρέ γκρίνια! Πάω να φέρω ένα ακόμα κρασί!"

"Όχι! Φτάνει , νομίζω ήπιαμε αρκετά"

"Έχουμε χαρές;" ρώτησε κοιτώντας τη στραβά και η Μυρσίνη αναστεναξε

"Έχουμε..."

"Ωραία. Έχουμε χρόνο;"

"Και από αυτόν έχουμε..."

"Σκατα έχουμε!" της είπε αξαφνα και κατευθύνθηκε προς τη κουζίνα "Σε λίγο θα έρθει ο Κενάν με το Γιαμάν!" Συνέχισε φωνάζοντας απο τη κουζίνα

"Ποιον Ζαμάν; Εγώ ο μόνος Ζαμάν που ξέρω είναι ο Ζαμάν φου!" Η Μυρσίνη έπεσε προς τα πίσω γελώντας ολομόναχη και η Σοφία βγήκε απο τη κουζίνα με το κρασί και τη κοίταξε σηκώνοντας το φρύδι της.

"Μήπως παρα ηπιες τελικά;" αποκρίθηκε και η Μυρσίνη συνέχισε να γελάει "Γιαμάν μωρέ Μυρσίνη! Γιαμάν!"

"Γιαμάν, Ζαμάν, το ίδιο είναι!"

"Όχι! Ζαμάν είναι ο χρόνος... Άντε φτάνει, έλα τώρα να πιούμε γιατί σε καμία ώρα θα έρθουν. Δε κατάφερα να τους διώξω παραπάνω. Εκατό φορές του είπα πως θέλω να μείνω με τη φίλη μου και αυτός εκεί! Να μη κουνήσει το κώλο του να πάει για μια μέρα στο ξενοδοχείο!" Η Μυρσίνη ένωσε τα φρύδια της τρομαγμένη έτσι όπως τα έλεγε η Σοφία "Αα, μη με κοιτάς καθόλου! Οι Τούρκοι δεν είναι σαν τους δικούς μας τους μαμαδοχαλβαδες!"

"Τους ποιους;!" ρώτησε γελώντας δυνατά "Γεια σου ρε Μπαμπινιώτη κορυφή!" τη κορόιδεψε και η Σοφία άνοιξε το κρασί και κούνησε το κεφάλι της πάνω κάτω ανταποδίδοντας τη κοροϊδία. Η σχέση που είχαν μεταξύ τους ήταν τόσο διαφορετική και τόσο όμορφη από τότε που ήταν παιδιά. Ίσως καθώς πέρασαν τα χρόνια να χωρίστηκαν και οι υποχρεώσεις να άλλαξαν μα όπως αποδείχθηκε ο χρόνος για αυτές τις δύο δεν είχε σημασία σαν βρέθηκαν ξανά.

Το Μπλέ της ΟρτανσίαςWhere stories live. Discover now