Part 6

3.6K 277 27
                                    

«Λοιπόν, έχετε την άδεια να ξεκινήσετε, λαίδη Μακάλιστερ», μου λέει.
«Σας ευχαριστώ  πολύ Ζάντερ που δεν ξέρω το επίθετό σας», απαντάω εξίσου ειρωνικά.
Κάνει να απαντήσει αλλά τον σταματάω εγκαίρως συμπληρώνοντας «και ούτε θέλω να μάθω».
Χαμογελάει και περιμένει τις ερωτήσεις μου. Δεν ξέρω από πού να αρχίσω.
«Λοιπόν, πόσο καιρό με παρακολουθείς?»
«Χμμ, όπως σου είπα τις προάλλες, η φύλακάς σου έφυγε από τη ζωή πριν τρεις μήνες. Επειδή δεν μπορούσαν να σε αφήσουν χωρίς φύλακα, την επόμενη κιόλας μέρα μου έδωσαν την άδεια να σε επισκέπτομαι.»
«Όταν λες δεν μπορούσαν να με αφήσουν χωρίς φύλακα…ποιοι?»

«Οι ανώτεροι. Είναι φύλακες που διαπρέπουν στον τομέα και έτσι έχουν την θέση του ελεγκτή ας πούμε.»
«Μάλιστα. Και απ’ό,τι μου είπες σε ανέθεσαν σε εμένα γιατί πέθανε κι εσένα ο μπαμπάς σου έτσι?»
Η έκφραση στο πρόσωπό του αλλάζει ξαφνικά.  Αυτό καλό, γιατί ήταν αυτός ήταν ακριβώς ο σκοπός μου. Δεν γίνεται να ξέρει τα πάντα για μένα κι εγώ μόνο το όνομά του.  Παίρνει ένα σοβαρό ύφος και αργεί να μου απαντήσει, δίνοντάς μου την ευκαιρία να τον παρατηρήσω πιο προσεκτικά. Μέχρι τώρα δεν είχα προσέξει τα εξωτερικά του χαρακτηριστικά. Ήμουν λίγο απασχολημένη προσπαθώντας να ξεχωρίσω τα όνειρα από την πραγματικότητα. Βλέπω δάκρυα να εμφανίζονται στα γαλάζια μάτια του.  Στα γαλάζια μάτια του. Η ομορφιά τους κυμαίνεται από πολύ έως υπερβολικά ωραία. Χάνεις το θέμα, Έιπριλ.. υπενθυμίζω στον εαυτό μου.

Περνάει το χέρι του μέσα από τα καστανά μαλλιά του (τα οποία ούτε είχα μπει στον κόπο να προσέξω μέχρι τώρα) και λέει: «Ναι. Αυτός ήταν ο κυριότερος λόγος που σε ανέθεσαν σε εμένα.» Ξαφνιάζομαι όταν δεν βλέπω ίχνος δακρύων στα μάτια του. Τα έδιωξε υπερβολικά γρήγορα. Ήταν κρίμα γιατί ήταν η πρώτη φορά που έμοιαζε ευάλωτος.
Καθαρίζω το λαιμό μου και προσθέτω: «Και λοιπόν πώς και πέρασες από τα μέρη μας?»
«Αυτό είναι ένα θεματάκι. Η αλήθεια είναι ότι με έδιωξαν μόλις χθες το βράδυ από εκεί πάνω. Ήταν θέμα χρόνου να ανακαλύψουν ότι ήρθα σε επαφή μαζί σου.», λέει.
«Γιατί ήρθες τώρα να μου μιλήσεις?»
«Έιπριλ, συμβαίνει κάτι μεγάλο. Ένας χαμός.»
«Και με τι ακριβώς έχει σχέση?»
«Με τον πατέρα σου.»
Η ανάσα σκαλώνει στο λαιμό μου. Με δυσκολία βγάζω τις επόμενες λέξεις από το στόμα μου. «Τι σχέση έχει ο πατέρας μου με όλα αυτά?»
«Είναι αρκετά μεγάλη ιστορία. Όπως σου είπα δεν πήρε παρά λίγο καιρό μέχρι να γίνω 18 και να μου φανερωθεί το ταίρι μου. Όταν λοιπόν έγινε αυτό, η περίπτωσή μου ήταν παρόμοια με του πατέρα σου» Σταματάει για λίγο και μετά συμπληρώνει: «ο οποίος ήταν κι αυτός φύλακας»
Εντάξει αυτό ξεπερνάει κάθε λογική. Δεν έχει κανένα δικαίωμα να μιλάει για τον πατέρα μου.
«Τον πατέρα μου τον γνώριζα ξέρεις. Ζούσα σε έναν παράδεισο ή όπου αλλού ζείτε εσείς τέλος πάντων όλη μου τη ζωή χωρίς να το ξέρω? Θα πρέπει να είμαι πολύ ηλίθια για να το πιστέψω αυτό!»
«Ήταν φύλακας μέχρι τα 18. Είναι ένας θρύλος εκεί πάνω. Κανείς δεν έχει ξανακάνει αυτό που έκανε αυτός.»
Ξαφνικά θέλω πολύ να μάθω για το παρελθόν του πατέρα μου, ακόμη κι αν αποδειχθεί ψεύτικο. Λίγες είναι οι ευκαιρίες να μάθεις πράγματα για κάποιον που θεωρείται νεκρός.
«Τι έκανε δηλαδή?», ρωτάω τελικά.
«Ακολούθησε το ταίρι του, που ήταν ασύμβατο» Σταματάει για λίγο και συμπληρώνει. «όπως και το δικό μου.»
Αυτό προχώρησε πιο γρήγορα απ’ότι περίμενα.
«Το ταίρι σου είναι θνητή κοπέλα?» ,ρωτάω προσπαθώντας να αλλάξω ελαφρώς το θέμα.
«Ω, ναι.»
«Και ήρθες εδώ κάτω για να τη βρεις?»
Ξεφυσάει και τελικά λέει: «Μπορείς να το πεις κι έτσι.»
«Πες μου ότι δεν ήρθες σε εμένα γιατί είμαι πολύ καλός άνθρωπος και θέλεις να σε βοηθήσω να τη βρεις.». Ξαφνικά αυτή η περίπτωση πονάει περισσότερο από οποιαδήποτε βλακεία μου είπε μέχρι τώρα. Όχι ότι μου αρέσει ή κάτι τέτοιο βέβαια. Απλά να βλέπεις ένα μήνα παράξενα όνειρα, να βλέπεις αυτόν που ήταν μέσα τους να έρχεται στην πραγματικότητα και παραλίγο να σε πατήσει με αυτοκίνητο, μόνο και μόνο για να βρει τον έρωτα της ζωής του και μετά εσύ να μείνεις με σπασμένα πόδια, χέρια και δεν ξέρω εγώ τι άλλο για να συνεχίσεις τη ζωή σου από εκεί που την άφησες?  Όχι κύριε Ζάντερ. Έχει απομείνει να με κοιτάζει. Δεν μπορώ να αποκρυπτογραφήσω την έκφρασή του ακριβώς. Φαίνεται μάλλον μπερδεμένος. Φυσικά, μπερδεμένος για το πώς θα με πείσει να τον βοηθήσω να βρει το ταίρι του.
«Θνητή κοπέλα, άγγελος άντρας. Απαγορευμένος έρωτας έτσι?», συμπληρώνω ειρωνικά.
«Δεν έχεις ιδέα.», απαντάει κοιτάζοντάς με μετά από πολλή ώρα μέσα στα μάτια. Είναι παράξενο, αλλά αισθάνομαι λες και δεν μπορώ να του κρατήσω τίποτα κρυφό, γιατί κάθε φορά που με κοιτάζει στα μάτια είναι σαν να κοιτάζει μέσα στην ψυχή μου. Και ώρες ώρες σαν κι αυτήν, είναι πολύ εκνευριστικό. Αποτραβώ το βλέμμα μου και εστιάζω στο δαχτυλίδι μου.
Προσπαθώ να επεξεργαστώ όλα όσα μου είπε. Αν και αμφιβάλω για αυτά του πατέρα μου, πρέπει να την κάνω αυτή την ερώτηση.
«Ο πατέρας μου, αν υποθετικά ισχύουν όσα λες, ξέρεις τι απέγινε?», ρωτάω τελικά. Διστάζει να μου απαντήσει.
«Πες μου!» Τώρα φωνάζω . Τόσα πολλά δεν είναι να τα αντέξει κανείς μέσα σε μισή ώρα.
«Είναι κρατούμενος. Τον κρατάνε στις φυλακές.»
«Τι?»
«Αυτός είναι ένας από τους λόγους που με έδιωξαν από εκεί πάνω χθες το βράδυ.»
«Δηλαδή τι έκανες?»
«Προσπάθησα να τον βοηθήσω να ελευθερωθεί. Και, Έιπριλ, του μίλησα. Και μου είπε να έρθω να σε πάρω.»
«Για πού?»
«Ετοιμάσου να ξαναδείς των μπαμπά σου.»

Απαγορευμένα Όνειρα {GWattys}Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang