Κεφάλαιο 47: Μυστικά

1.5K 160 104
                                    

Κι' ως διάβαζα στα μάτια του κάποτε τη χαρά του,
ποια δόξα ακριβή να πω;
Στο χωρισμό μας τούφερναν σα χελιδόνια οι στίχοι
μήνυμα, πως από μακριά διπλά τον αγαπώ.
- Μαρία Πολυδούρη

---------

Άνοιξα με κόπο τα μάτια μου, νιώθοντας υπερβολικά αδύναμη ακόμα και να κουνήσω τα άκρα μου. Το κεφάλι μου πονούσε και μετάνιωσα μόλις το σήκωσα ώστε να κοιτάξω γύρω μου. Βρισκόμουν στο δωμάτιο μου και ήμουν σκεπασμένη με... Με ένα Γερμανικό στρατιωτικό παλτό. Αμέσως αγνόησα τον πονοκέφαλο και πετάχτηκα από το μαξιλάρι.

«Ήσυχα... Ήσυχα...» Άκουσα μια ανδρική φωνή από τη μεριά του παραθύρου μου και μέσα από το σκοτάδι της κάμαρας φάνηκε ο Φρανκ. Τα γαλανά μάτια του φαινόταν κουρασμένα και το πρόσωπο και ο λαιμός του ήταν λερωμένα με αίμα, όπως και το λευκό του πουκάμισο που είχε ανοίξει τα πρώτα κουμπιά. Αμέσως έφερα στο μυαλό μου τι είχε συμβεί πριν λίγο. Μάζεψα τα γόνατα μου στο στέρνο μου και κράτησα με την παλάμη μου το κεφάλι μου.

Ο Λοχαγός κάθισε δίπλα μου και άγγιξε τρυφερά το γόνατο μου.

«Πώς είσαι;» Ρώτησε με ενδιαφέρον και εγώ έκλεισα τα μάτια.

«Ζαλισμένη και κουρασμένη...» Είπα. «Πώς... Οι γονείς μου πως σε άφησαν και πέρασες;» Ρώτησα και γύρισα να κοιτάξω προς την πόρτα η οποία ήταν ανοιχτή.

«Δεν ήταν κι εύκολο να τους πείσω. Ο αδερφός σου το επέτρεψε ως ευχαριστώ για την ταυτότητα και γενικά... για την βοήθεια.» Εξήγησε και χαμογέλασα ελαφρώς. Τότε θυμήθηκα όσες απορίες μου είχαν δημιουργηθεί προηγουμένως που δεν κατάφερα να εκφράσω καθώς έχασα τις αισθήσεις μου.

«Που τον ξέρεις εσύ τον Νικήτα;» Ρώτησα άμεσα και εκείνη τη στιγμή ο Φρανκ χαμήλωσε το κεφάλι. Έβγαλε από την εσωτερική του τσέπη την θήκη με τα τσιγάρα του και αργά, χωρίς να μιλά άναψε ένα. Το βλέμμα του ήταν μόνο απασχολημένο σε ο, τι έκανε και εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως ο Λοχαγός εδώ και καιρό μου κρατούσε ένα πολύ μεγάλο μυστικό.

«Ήξερα πως ήταν ζωντανός. Το είχα μάθει βασικά γιατί ήρθε να με βρει.» Ξεκίνησε να λέει και αμέσως ένιωσα προδομένη. Παρ' όλα αυτά τον άφησα να συνεχίσει. «Με απείλησε πώς θα μιλήσει σε κάποιον ανώτερο μου αξιωματικό πώς πρόδωσα την χώρα μου και τον Φύρερ για μια γυναίκα. Πως οι μέρες μου είναι μετρημένες ως Λοχαγός και πως σύντομα θα καταλήξω νεκρός μαζί με εσένα.» Μόλις αναφέρθηκε σε εμένα, σήκωσε το υπέροχο βλέμμα του και με κοίταξε στιγμιαία πληγωμένος. «Έγινε πανικός. Έφαγε πολύ ξύλο ο συγχωρεμένος, όμως δεν φάνηκε να υποχωρεί. Σκέφτηκα να τον σκοτώσω, αλλά μετά θα έβαζα τον εαυτό μου σε μπελάδες. Βλέπεις ο κόπανος είχε σημαντικές γνωριμίες.» Είπε και γέλασε ειρωνικά. «Το πιο πιστό σκυλί του Αξιωματικού Φίσερ.» Όση ώρα μιλούσε δεν ήθελα να τον διακόψω. Ήθελα μόνο να μάθω τι είχε συμβεί. «Έτσι κάναμε μια συμφωνία. Του έδωσα χρήματα και του χάρισα το δικαίωμα να κυκλοφορεί ζωντανός. Όμως με έναν όρο.» Έκανε μια παύση ξανά και εγώ τον πλησίασα κοιτώντας τον με ενδιαφέρον. Το βλέμμα του στάθηκε ξανά στα μάτια μου, όμως φάνηκε να διστάζει να συνεχίσει την κουβέντα.

Ο,τι και να είμαιWhere stories live. Discover now