Αντιστέκομαι όπως οι ελιές της πατρίδας μου, οι σκληρές
σαν τα κόκαλα τ' αντρειωμένου , που τους λείπουν οι μαύρες
μαντήλες μονάχα για να μοιάζουν με τις μανάδες μας'
που σφηνωμένες γερά στην απόλυτη πέτρα,
αδιαφορούν για τις θύελλες, αναπνέουν τις αστραπές
και τις κάνουνε μες στους πικρούς τους
χυμούς ειρήνη και φως.
- Νικηφόρος Βρεττάκος----------
Πρωτομαγιά 1944, Αθήνα
Το Πάσχα μόλις είχε περάσει και το γιορτάσαμε για τέταρτη χρονιά ταπεινά, έχοντας όμως μέσα στην καρδιά μας την ελπίδα πως κάθε μέρα ήταν μια νέα αρχή, η αρχή ίσως για την δική μας Ανάσταση.
Το πρωί πριν πάω στη δουλειά έκατσα σπίτι και ανέλαβα εγώ να μαγειρέψω. Τι άλλο θα μπορούσα να κάνω εκτός από πατάτες, δεν είχαμε και πολλές επιλογές και η αλήθεια είναι πως μέσα στη βδομάδα τρώγαμε πάνω από δύο φορές είτε φακές είτε κάποιο άλλο όσπριο ενώ κρέας είχαμε να φάμε από το Πάσχα, αλλά και πάλι σε μικρή ποσότητα. Κάτι λίγα που είχαμε κλέψει ο Χάρης κι εγώ από μια αποθήκη με την βοήθεια τον παιδιών φυσικά.
Στην κουζίνα καθόταν και ο αδερφός μου, κάνοντας μου παρέα. Καθώς ανακάτευα τραγουδούσα σιγανά κι ο αδερφός μου έμοιαζε χαμένος στις σκέψεις του, τρώγοντας το πρωινό του, μόλις είχε ξυπνήσει κι εκείνος.
«Ακόμα κρατάνε τον Κράιπε στο Ηράκλειο. Πόσο θα ήθελα να είμαι κι εγώ εκεί!» Είπε ενθουσιασμένος, τραβώντας μου την προσοχή. Αναφερόταν προφανώς στην αρπαγή του υποστράτηγου Κράιπε στο Ηράκλειο της Κρήτης από Κρητικούς αντάρτες και Βρετανούς στρατιώτες. «Λένε πως θα τον μεταφέρουν στην Αίγυπτο, μαζί με τους Βρετανούς κομάντο ως συνοδεία. Τυχερός στάθηκε το καθίκι ο Μίλλερ!» Συνέχισε δαγκώνοντας το ψωμί με το βούτυρο και το μέλι. Όλα κλεμμένα φυσικά. Θυμήθηκα χαρακτηριστικά μια φράση που είχε πει ο στρατηγός Μίλλερ και μας την είχε μεταφέρει ο αδερφός μου. Είχε διατάξει τους στρατιώτες του να κάψουν ο, τι αναπνέει, αναφερόμενος στα χωριά που είχαν προβάλει σθεναρή αντίσταση. Πράγματι πολύ κρίμα που είχε γλιτώσει αυτό το κτήνος.
«Η μαμά που είναι; Εκείνη ξυπνάει νωρίς- νωρίς κάθε πρωί.» Παρατήρησε ο Χάρης ύστερα από λίγα λεπτά.«Την έχουν πιάσει οι αλλεργίες της και είναι επάνω, την άφησα να ξεκουραστεί σήμερα. Την Ιωάννα την άφησα να πάει μόνη της σχολείο, αλλά μην της το πεις.» Είπα καθώς πήγα και βολεύτηκα σε μια καρέκλα απέναντι του, αφού βεβαιώθηκα πώς η φωτιά βρισκόταν στη κατάλληλη ένταση. Δεν ήμουν και άτομο εμπιστοσύνης όσον αφορούσε την μαγειρική, ακόμη.
YOU ARE READING
Ο,τι και να είμαι
Historical FictionΤι συμβαίνει όταν ερωτεύεσαι τον εχθρό σου; Η νεαρή Αθηνά Δασκαλάκη είναι νοσοκόμα κατά την διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής στον Ερυθρό Σταύρο. Όμορφη, γενναία και δυναμική, θα την ερωτευτούν δύο υψηλόβαθμοι Γερμανοί, δύο αδέρφια. Ο μεγαλύτερος, ο...