Κεφάλαιο 15: Μάνα με πήγαν στο Χαϊδάρι

2K 191 37
                                    

Τρέξε μανούλα όσο μπορείς
τρέξε για να με σώσεις
κι απ' το Χαϊδάρι μάνα μου
να μ' απελευθερώσεις.
- Μάρκος και Στέλιος Βαμβακάρης.

----------

Οι μέρες και οι μήνες κυλούσαν αργά και ο χειμώνας ήταν βαρύς, κάνοντας όλους μας να ευχόμαστε να έρθει γρήγορα η άνοιξη και πόσο μάλλον το καλοκαίρι. Ο Φεβρουάριος του 1942 ήταν δύσκολος, όχι μόνο για την παγωνιά του αλλά και για τον λιμό που συνέχιζε να επικρατεί λόγω της έλλειψης τροφίμων. Στο δρόμο έβλεπα ανθρώπους που κάθονταν πάνω από τις σχάρες του ηλεκτρικού στη προσπάθεια τους να ζεσταθούν και παιδιά που προσπαθούσαν να ξεγελάσουν τη πείνα τους με το παιχνίδι. Δυστυχώς το συσσίτιο δεν επαρκούσε για όλους.

Μάλιστα μια μέρα καθώς ήμουν υπεύθυνη άκουσα για πρώτη φορά ένα τραγελαφικό τραγούδι που πήγαινε κάπως: 'Πατάω ένα κουμπί και βγαίνει μια χοντρή και λέει στα παιδάκια Νιξ φαΐ [...] Θα πάω να το πω στον Ερυθρό Σταύρο πώς είστε συνέταιροι και οι δυο...' και δεν κρύβω πώς και εγώ με τα κορίτσια το σιγομουρμουρίζαμε στο νοσοκομείο. Η φαντασία του ανθρώπου δεν έπαυε ποτέ να αναπτύσσεται και να δημιουργεί και αυτό από μόνο του ήταν καθησυχαστικό.

Όπως επίσης και τα παράνομα περιοδικά τα οποία έφερνε ο αδερφός μου κρυφά στο σπίτι. Εγώ συνήθως διάβαζα το λογοτεχνικό περιοδικό 'Πρωτοπόροι', στο οποίο έγραφαν ο Ελύτης, ο Γκάτσος, ο Εγγονόπουλος και πολλοί αγαπημένοι Έλληνες ποιητές και πεζογράφοι που δεν φοβόντουσαν την λογοκρισία.

Η μικρότερη αδερφή μου, η Ιωάννα είχε πέσει σε κατάθλιψη καθώς είχε μάθει πως η αγαπημένη της Πηνελόπη Δέλτα είχε αυτοκτονήσει τον Μάιο του '41 και με δυσκολία διάβαζε κάτι άλλο πλέον πέρα από τα μυθιστορήματα της. Προσπαθούσαμε όσο γίνεται να της το κρατήσουμε κρυφό, καθώς μας έλεγε συνεχώς πως ήθελε να την συναντήσει μια μέρα και να υπογράψει ένα από τα βιβλία της.

Φυσικά δεν έλειπε πότε ο Ριζοσπάστης από το σπίτι καθώς το διαβάζαμε και ο πατέρας με τον αδερφό μου, αλλά και εγώ και μερικές φορές τα παλαιότερα τεύχη αντί να τα κάψω, τα έδινα στον Ντίλαν να τα διαβάσει και εκείνος.

Το σημερινό πρωί έκανε ιδιαίτερη ψυχρά και με δυσκολία σηκώθηκα το πρωί από το κρεβάτι μου. Αφού ντύθηκα και χτένισα τα μαλλιά μου, πήγα στο δωμάτιο του αδερφού μου που βρισκόταν δίπλα στο δικό μου ώστε να του πω να με συνοδέψει στο νοσοκομείο. Μου έκανε εντύπωση που βρήκα την πόρτα ανοιχτή και το κρεβάτι στρωμένο, λες και δεν το είχε αγγίξει χθες βράδυ. Με ένα πονηρό χαμόγελο υπέθεσα πώς ο αδερφός μου είχε κοιμηθεί στην Εύα, κρυφά φυσικά από τους γονείς της. Μπορεί να τον είχαν δεχτεί για γαμπρό τους, όμως δεν θα επέτρεπαν να του δοθεί η κόρη τους πριν τον γάμο.
Κατέβηκα τη σκάλα και έφυγα από το σπίτι βιαστικά γιατί είχα αργήσει ήδη.

Ο,τι και να είμαιDonde viven las historias. Descúbrelo ahora