Δύο μέρες μετά το τραγικό συμβάν είχα επιστρέψει στη πληκτική καθημερινότητα. Η εκνευριστική ανοιξιάτικη υγρασία του Παρισιού με έκανε να αναπολώ την Ελλάδα και κυρίως την Κρήτη που ήδη ο ήλιος θα βασίλευε μεγαλοπρεπής, θερμαίνοντας την πλάση και χαρίζοντας στα πράσινα φύλλα τις ελιάς και σε αυτά των καρποφόρων δέντρων ένα σχεδόν ασημένιο χρώμα που μαγνήτιζε το βλέμμα καθώς το απαλό αεράκι θα τα έκανε να λικνίζονται με χάρη στη δική του μοναδική μελωδία. Οι κρίνοι θα είχαν ανθίσει και οι αμυγδαλιές θα είχαν μπουμπουκιάσει προσθέτοντας χρώμα και ζωντάνια στο ήδη μαγικό τοπίο των άγριων βουνών. Η θάλασσα θα ήταν απάνεμη, γαλήνια, σπιθίζοντας κάτω από τις διάφανες ακτίνες και το δειλινό, καθώς αργά θα κρυβόταν μέσα της, δίνοντας τη θέση του στην ξάστερη νύχτα, ο ουρανός και η θάλασσα θα γίνονταν ένα ρόδινο σύμπλεγμα φυλακίζοντας τα βλέμματα των ονειροπόλων και των ρομαντικών. Καθώς το απογευματινό μελτέμι θα έντυνε την ατμόσφαιρα θα μπλέκονταν η θαλασσινή αρμύρα με την ευωδιά των νυχτολούλουδων, θυμίζοντας τις πρώτες νότες του καλοκαιριού μέσα στο Πάσχα και οι πρώτες κρητικές λίρες θα ηχούσαν από τα ταβερνεια, καλώντας τους Κρητικούς και τους ναυτικούς στον χαρούμενο χορό τους, να ξεσκάσουν ύστερα από μια κουραστική ημέρα είτε από τα χωράφια, είτε από τις εργασίες στο λιμάνι. Οι νεότεροι θα έκαναν βόλτες στο παλαιό Ενετικό λιμάνι σε παρέες συζητώντας ζωηρά, στήνοντας παιχνίδια ή νιώθοντας τα πρώτα τους ερωτικά ντροπαλά σκιρτήματα. Έτσι περνούσαν τα Σαββατόβραδα στον τόπο μου, γεμάτα ζωή, γέλια και χορούς, τουλάχιστον πριν τον μεγάλο χείμαρρο του εμφυλίου πολέμου που ακόμη η φωτιά του κατέτρωγε σαν λαίλαπα τα πάντα στο διάβα του.
Καθόμασταν συχνά με τον Αντώνη και συζητούσαμε για τις δίνες που συνέχιζε να περνά η χώρα μας και πως είχε φίλους στην Ελλάδα που είχαν μεταναστεύσει πρόσφατα στο Παρίσι και του εξιστορούσαν τις φρικτές εικόνες που δύσκολα θα διαγράφονταν από τις μνήμες. Η Αθηνά είχε μετατραπεί σε πεδίο μάχης, χωρισμένο σε δύο στρατόπεδα και άμα ήθελες να κυκλοφορήσεις περνιόσουν για τρελός καθώς η ανταλλαγή πυρών ήταν ένα συχνό, καθημερινό φαινόμενο όπως και στα Χανιά που είχα αναριγήσει ολόκληρη όταν μου είχε πει ο αδερφός μου με μεγάλη απογοήτευση και κυρίως οργή πώς πετούσαν μέλη της Εθνικής Αντίστασης από τον γκρεμό. Ο κόσμος ολόκληρος είχε αγριέψει κι εγώ περνούσα τις μέρες μου λες και δεν κινδύνευε η ζωή δικών μου ανθρώπων.
Οι αρνητικές σκέψεις σε συνδυασμό με την ανεπιθύμητη αποβολή με είχαν κάνει να κλειστώ στον εαυτό μου τις δύο αυτές μέρες και να μην κάνω τίποτα με ευχαρίστηση. Ο Ντίλαν προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μου φτιάχνει τη διάθεση και τα κατάφερνε περίτρανα, κάνοντας με να αισθάνομαι ακόμα πιο τυχερή που τον είχα στο πλάι μου.
Μόνο αυτό το πρωινό με είχε αφήσει για λίγο μόνη, για να πάει να δείξει στον Αντώνη κάποια ποιήματα του, να πάρει μια πιο έμπειρη γνώμη. Ήδη είχε γράψε κάμποσα και μάλιστα σκεφτόταν να τα χωρίσει σύμφωνα με την θεματολογία τους και να αρχίσει την επιμέλεια τους πριν τα στείλει σε κάποιον εκδοτικό που του είχε προτείνει ο Αντώνης. Εγώ ήδη είχα τακτοποιήσει το σπίτι και τον περίμενα να γυρίσει ώστε να πάμε σε ένα εστιατόριο να φάμε απόψε μόνο οι δύο μας και αργότερα να με συνοδέψει στη δουλειά όπως έκανε κάθε βράδυ.
ESTÁS LEYENDO
Ο,τι και να είμαι
Ficción históricaΤι συμβαίνει όταν ερωτεύεσαι τον εχθρό σου; Η νεαρή Αθηνά Δασκαλάκη είναι νοσοκόμα κατά την διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής στον Ερυθρό Σταύρο. Όμορφη, γενναία και δυναμική, θα την ερωτευτούν δύο υψηλόβαθμοι Γερμανοί, δύο αδέρφια. Ο μεγαλύτερος, ο...