Κεφάλαιο 31: Ήρωες και Τέρατα

1.7K 175 70
                                    

Πρέπει στὸ αἷμα νὰ βουτηχτεῖς πρὶν ὁ καιρὸς σὲ προφτάσει
Καὶ νὰ διαβεῖς ἀντίπερα νὰ ξαναβρεῖς τοὺς συντρόφους σου
- Νίκος Γκάτσος

----------

Την επόμενη μέρα, το μαρτύριο επέστρεψε. Με μετέφεραν ξανά στην Γκεστάπο και έπρεπε να αντιμετωπίσω τον Νικήτα για ακόμη μια φορά. Οπλίστηκα με όση δύναμη και κουράγιο είχα μέσα μου και αυτή τη φορά, δεν ήμουν τόσο τρομαγμένη. Ήξερα με τι τέρας είχα να κάνω.

Με το που με έσπρωξαν μέσα, εκείνος δεν έκανε κίνηση να με πλησιάσει, παρά καθόταν με την πλάτη ακουμπισμένη στον τοίχο και με ατένιζε από απόσταση με ένα τσιγάρο να κρέμεται ανάμεσα στα χείλη του, στα οποία είχε σχηματιστεί ένα διεστραμμένο χαμόγελο.

«Θέλω να κάνουμε μια κουβεντούλα σήμερα οι δύο μας.» Ειπε και τότε με τρία βήματα βρέθηκε απέναντι μου, όμως δεν κουνήθηκα σπιθαμή. «Λύσε μου μια απορία...» Έκανε και φύσηξε τον καπνό κοντά στο πρόσωπο μου και εγώ γύρισα το βλέμμα από την άλλη ενοχλημένη. «Γιατί όχι Έλληνα; Τόσοι και τόσοι βρωμιάρηδες κομμουνιστές υπάρχουν να επιλέξουν εσένα. Δεν είσαι δα και άσχημη.» Είπε με ένα γέλιο, σκύβοντας κοντά στο πρόσωπο μου κι εγώ βρήκα την ευκαιρία και τράβηξα το τσιγάρο ανάμεσα από τα χείλη του πριν προλάβει να αντιδράσει. Πήρα μια γερή ρουφηξιά και άφησα τον καπνό να βγει αργά από τα χείλη μου, καθώς μετακινήθηκα στην ξύλινη καρέκλα. Είχα τόσο καιρό να καπνίσω που ένιωσα μια ευχάριστη ζαλάδα, μόλις κατέβασα και έβγαλα τον καπνό.

«Γιατί ερωτεύτηκα, αλλά που να καταλάβεις εσύ από αυτά.» Είπα απότομα και συνέχισα να κάνω το τσιγάρο του, καθώς τον κοιτούσα προκλητικά, έτοιμη να δεχτώ οποιοδήποτε χτύπημα ξανά. Ήδη είχε καθυστερήσει πολύ, μάλλον γιατί ήταν σίγουρος πως δεν θα πάρει λέξη από εμένα. Παρ' όλα αυτά γύρισε και με κοίταξε από απόσταση και βάλθηκε να γελάει δυνατά.

«Έρωτας λέει...» Με πλησίασε και γονάτισε μπροστά μου κοιτώντας με ειρωνικά. «Εγώ δεν ερωτεύομαι, εγώ πηδάω.» Είπε ψυχρά και εγώ γύρισα το βλέμμα μου από την άλλη με απέχθεια. Όχι ότι περίμενα κάτι καλύτερο από έναν άνθρωπο σαν τον Νικήτα. Πρέπει να ήταν φυσικά αδύνατο για εκείνον να νιώσει έστω και ένα όμορφο συναίσθημα, όπως αγάπη, συμπόνια, ευτυχία. Μόνο οίκτο μπορούσα να αισθανθώ για εκείνον.

«Νόμιζα πως ήσουν ερωτευμένος με την Άννα Μαρία.» Απάντησα επιπόλαια, μάλλον γιατί και εγώ η ίδια ήθελα να καθυστερήσει το μαρτύριο μου. Εκείνος με κοίταξε και γέλασε ξανά λες και είχα πει ένα ξεκαρδιστικό αστείο.

Ο,τι και να είμαιOù les histoires vivent. Découvrez maintenant