Η κοπέλα είχε αποσυρθεί εδώ και ώρα σε ένα παράθυρο με θέα το μικρό δασάκι, στο πίσω μέρος του σπιτιού. Το άρωμα των πεύκων εισχωρούσε στα πνευμονία της, μπλεγμένο με αυτό της αλμυρής γεύσης που έστελνε ο νοτιάς από την παραλία. Είχε απορροφηθεί από το βαρύ βιβλίο που κρατούσε στα χέρια της, αγνοώντας τα κακαρίσματα που προέρχονταν από την άλλη πλευρά του μεγάλου σαλονιού, όταν κάποιος τύλιξε τα χέρια του στην μέση της και την τράβηξε από την προεξοχή του παραθύρου που είχε βολευτεί. Τα πόδια της δεν ακούμπησαν στο πάτωμα καθώς τα χέρια του την γυρνούσαν χωρίς να καταβάλουν τον ελάχιστο κόπο και την κολλούσαν πάνω στο στέρνο του. Το πρόσωπό του χώθηκε μέσα στην καμπύλη του λαιμού της και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα έβγαλε ένα σιγανό βογκητό, σφίγγοντας την ακόμα περισσότερο πάνω του.
Η Θέμις έβαλε τα χέρια της στους ώμου του και απομακρύνθηκε προσπαθώντας μάταια να ελευθερωθεί. "Μωρό μου, όσο κολακευτικό και αν το βρίσκω που σου έλειψα, δεν-μπορώ-να-πάρω-ανάσα!" Ο Ορφέας γέλασε και την ξανάφερε κοντά του, απειλώντας να της προκαλέσει πραγματική ασφυξία αυτή την φορά. Τελικά την ελευθέρωσε και η Θέμις στηρίχτηκε στην προεξοχή νιώθοντας το μούδιασμα να την εγκαταλείπει σταδιακά.
"Κάπως έπρεπε να σε κάνω να αισθανθείς πως νιώθω κάθε φορά που βρίσκομαι κοντά σου".
"Δεν είναι το ίδιο". Διαμαρτυρήθηκε η κοπέλα, κοιτώντας τον με στενεμένα μάτια.
"Φυσικά και δεν είναι. Εσύ μπορούσες να ελευθερωθείς από την μέγγενη που σου προκαλούσε ασφυξία. Τα δικά μου όμως δεσμά είναι αόρατα και πολύ πιο περίπλοκο να αφαιρεθούν". Η Θέμις έπεσε με φόρα πάνω του και επιτέθηκε στα χείλη του, λες και είχε να τον δει μήνες.
Ο Ορφέας την σήκωσε και την έβαλε να κάτσει πάνω στην προεξοχή του παραθύρου, τυλίγοντας τα πόδια της στην μέση του. Τα χέρια του χάιδεψαν κάθε καμπύλη του κορμιού της, καταλήγοντας να σταθούν στα δύο λακκάκια που έκανε η μέση της. "Τι κάνεις εδώ ολομόναχη;"
Η Θέμις μουρμούρισε, χωρίς να απομακρύνει τα χείλη της από τον λαιμό του που είχαν μείνει κολλημένα. "Κουράστηκα να αποτελώ μέρος της βασιλικής συνοδείας". Έκανε μια ανεπαίσθητη κίνηση προς την μεριά της Χαράς και των κοριτσιών που την περιέβαλλαν. Εδώ και τέσσερις ώρες επαναλάμβαναν το ίδιο μοτίβο συζητήσεων με μικρές παραλλαγές. Ο Ορφέας κοίταξε λοξά, για να μην απομακρυνθεί από τα χάδια της και ρουθούνισε αδιάφορα.
ESTÁS LEYENDO
Αλφα Στερητικό
RomanceΤην τελευταία μέρα των πανελλαδικών εξετάσεων, η Θέμις μαθαίνει για τον αναπάντεχο θάνατο της γιαγιάς της. Με το πρώτο πλοίο φεύγει για το πατρικό της στην Μήλο, που εξαιτίας του σκοτεινού της παρελθόντος απέφευγε τα τελευταία τρία χρόνια. Το νησί ό...