Κεφάλαιο 31ο

455 52 5
                                    


Το λιμάνι ήταν άδειο εκείνη την ώρα. Μόνο μερικά ψαροπούλια βουτούσαν στο νερό και απολάμβαναν το φαγητό τους κοντά στα βράχια. Ήταν η χρυσή ώρα του νησιού, που όσοι επέστρεφαν από την βραδινή κραιπάλη είχαν καταφέρει ήδη να βρουν το δρόμο για τα σπίτια τους και το πρωινό κύμα τουριστών θα κατέφτανε σε μια μισή ώρα, με το πρώτο φέρρι.

Ο Ορφέας με την Θέμιδα περπατούσαν στο μουράγιο, κρατώντας στο χέρι δύο ζεστούς καφέδες και αχνιστά ντονατσάκια, από τον φούρνο της Κυρά Όλγας στην γωνία. Η μικρή συνήθιζε να πηγαίνει εκεί από μικρή. Τρύπωνε το κεφάλι από την πίσω πόρτα και κάθε φορά με ένα τετραπέρατο χαμόγελο, της άπλωναν τις αχνιστές λιχουδιές, πριν τις βγάλουν στην βιτρίνα.

Έτσι και σήμερα επισπεύτηκαν, αξημέρωτα, το μαγαζάκι, με τα σακίδια στους ώμους τους. Είχαν ξυπνήσει από νωρίς για να ετοιμαστούν.

Τώρα περπατούσαν στην καταχνιά, σφιχταγκαλιασμένοι, περιμένοντας τον ήλιο να βγει και να διαλύσει την πρωινή πάχνη.

"Δείχνεις αγχωμένος. Τι σε τρώει;"

Ο Ορφέας κοίταζε προς την μεριά της θάλασσας. Δεν ήθελε να της απαντήσει. Τι να της έλεγε; Πώς φοβόταν το πλάσμα στο οποίο μεταλλασσόταν με το που πατούσε το πόδι του στην πρωτεύουσα; Πώς έτρεμε την στιγμή που θα τον έβλεπε σαν το τέρας που είναι πραγματικά. Ένας βίαιος, ξεροκέφαλος, δίχως ηθικούς φραγμούς αντιεξουσιαστής. Έτρεμε μήπως την χάσει, ακόμα δεν την βρήκε.

Το είχε πει και μόνη της το προηγούμενο βράδυ. Το νησί σε μαγεύει, σε καθηλώνει. Όλα είναι διαφορετικά κάτω από το φως της Μήλου. Όταν όμως αυτή η σαγήνη έπαυε να ασκεί την επιρροή της πάνω στην κοπέλα και καταλάβαινε το τεράστιο λάθος της; Τότε τι;

"Θέλω να είσαι πολύ προσεκτική όσο θα είμαστε στο σπίτι του Γιάννη. Αν και δεν νομίζω να αφήσει κανέναν να πατήσει το πόδι του στο εξοχικό. Αν όμως το κάνει, δεν θέλω να μιλήσεις σε κανέναν. Το ιδανικό θα ήταν να βγεις και από το δωμάτιο, μόλις τους δεις να μπαίνουν σε αυτό".

"Γιατί έτσι; Εσείς κάνετε παρέα με αυτά τα άτομα. Γιατί τα παρουσιάζεις τόσο επικίνδυνα;"

"Γιατί στην πραγματικότητα δεν μπορώ να ελέγξω κανέναν τους... Δεν είναι κακά άτομα. Απλά βράζει το αίμα τους. Είναι παρορμητικοί και απρόβλεπτοι. Ε, και δεν τα θέλω γενικά κοντά σου".

"Φοβάσαι μην με σαγηνέψει κανένας τους;" Γέλασε και τον έπιασε από την μέση, φιλώντας τον. "Αφού εσύ είσαι ο παρορμητικός και απρόβλεπτος έρωτάς μου. Μην τα ξαναλέμε".

Αλφα ΣτερητικόМесто, где живут истории. Откройте их для себя