ΠΑΡΕΛΘΟΝ

63 7 0
                                    

~Πριν πολλά χρόνια στη Θεσσαλονίκη~

Ο Ραφαήλ άλλη μια φορά έφυγε τσακωμένος από το σπίτι του πατέρα του. Του είχε ξεκαθαρίσει ότι δε θέλει να μάθει τα μυστικά της επικίνδυνης δουλειάς του και ότι ο ίδιος θα υλοποιούσε τη δική του επιχειρηματική ιδέα, αυτόφωτος χωρίς την ανάγκη του. Κάθε φορά το ίδιο θέμα που κατέληγε σε δριμύ τσακωμό. Η μητέρα του είχε πεθάνει πριν πολλά πολλά χρόνια λέγοντας του να ακούει πάντα τον πατέρα του γιατί θέλει μόνο το καλό του. Ωστόσο, ο νεαρός Ραφαήλ δεν καταλάβαινε ότι οι προθέσεις του πατέρα του ήταν για καλό και αντιδρούσε πεισματικά σε οτιδήποτε του έλεγε.

Έφυγε εκνευρισμένος από το σπίτι του και πήγε να βρει την παρέα του στο γνωστό στέκι τους. Σε λίγο καιρό θα ορκιζόταν και ήθελε να υλοποιήσει κάποιες επιχειρηματικές του ιδέες βασιζόμενος σε δικές του δυνάμεις. Τώρα, απολάμβανε για λίγο ακόμα τη σκανδαλώδη φοιτητική του ζωή, μιας και τα εξώφυλλα των περιοδικών μιλούσαν συχνά για τα ερωτικά του ειδύλλια. Όμορφος και έξυπνος ταυτόχρονα είχε γίνει ο περιζήτητος γαμπρός για τις κοπέλες. Ωστόσο, ήξερε ότι τον προσεγγίζουν πολλές για τα χρήματα του πατέρα του και έτσι δεν έκανε τίποτα το σοβαρό. Δεν είχε βρεθεί εξάλλου η γυναίκα που για χάρη της θα έκανε τα πάντα. Αυτό περίμενε. Να βρει τον απόλυτο έρωτα. Ήταν ένα από τα πρότυπα που πήρε από τους γονείς του. Ήταν απόλυτα ερωτευμένοι και παρά τις αντιξοότητες, η μητέρα του ήταν πάντα εκεί για να στηρίζει τον πατέρα του στην παράνομη δραστηριότητα του. Την θυμάται συχνά, να ξενυχτά φοβούμενη μήπως ο πατέρας τους δεν ξαναγυρίσει από τη "δουλειά". Πάντα όμως γύριζε και ο ενθουσιασμός στο βλέμμα τους φανέρωνε τον έρωτα τους. Οι δυο τους, του έλεγαν πάντα αν δεν ερωτευτεί να μην παντρευτεί ποτέ. Όταν πέθανε η μητέρα του από μία ανίατη αρρώστια ο πατέρας του κατέρρευσε. Δεν μπορούσε να διανοηθεί τη ζωή του χωρίς αυτήν. Οι φίλοι του τον έκαναν να συνέλθει επισημαίνοντας του το παιδί τους. Για αυτόν και μόνο συνέχισε να ζει και να εργάζεται.

Ο Ραφαήλ μπήκε στο μαγαζί και έκατσε στο τραπέζι των φίλων του. Στο βλέμμα του, υπήρχε η φιλοδοξία, τόσο έντονη που σε φόβιζε. Θα έφτανε ψηλά μια μέρα, έτσι έλεγαν όλοι. Καθώς διασκέδαζαν μια πολύ όμορφη γυναίκα μπήκε μέσα. Ήταν η κόρη του μεγαλύτερου καπνοβιομηχάνου της πόλης. Όλοι θαύμαζαν αυτή την οικογένεια. Ισχυρή με υψηλές γνωριμίες και με μεγάλο κοινωνικό στάτους. Το σπίτι τους, ένα υπέροχο νεοκλασικό κτήριο ήταν κτισμένο στις παρυφές του λόφου αντικρίζοντας από ψηλά τα τείχη της πόλης και από πίσω τη θάλασσα που τα περιέβαλλε. Όλοι είχαν θαμπωθεί από την ομορφιά της έπαυλης τους αλλά ακόμα περισσότεροι από την κόρη του καπνοβιομηχάνου. Μια ψηλή καστανομάλλα κοπέλα με παιχνιδιάρικα καστανά μάτια που κέρδιζαν πάντα αυτό που ήθελαν. Έξυπνη κοπέλα με ταλέντο στις επιχειρήσεις. Ο πατέρας της, από μικρή της μάθαινε τα μυστικά της δουλειάς τους. Ο γιος του ήταν άλλος τύπος. Είχε ψυχολογικά προβλήματα τα οποία ξεσπούσε στο ποτό και στον τζόγο. Τον τελευταίο καιρό, ο πατέρας της είχε χρεωθεί για να ξεπληρώσει τα χρέη που δημιουργούσε ο γιος του. Κάθε φορά έλεγε ότι δεν θα το ξανά έκανε και μόλις ξεχνιόταν το θέμα ξανακυλούσε. Προσπαθούσαν με πολλούς τρόπους να τον αποτοξινώσουν από το αλκοόλ και τον τζόγο αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Στην κοινωνία της Θεσσαλονίκης δεν είχε μαθευτεί ακόμα το οτιδήποτε μεμπτό για την οικογένεια και όλοι τους σεβόντουσαν.

Συνάντηση με το πεπρωμένοWhere stories live. Discover now