Ζήλεια

61 8 4
                                    

Τους είδε ΝΑ ΦΙΛΙΟΎΝΤΑΙ!!! Ήταν έτοιμη να εκραγεί. Αλλά δεν θα άφηνε τον εαυτό της να δει και την συνέχεια του παθιασμένου φιλιού τους. Άναψε την μηχανή του αυτοκινήτου και έβαλε όπισθεν. Μόλις απομακρύνθηκε άνοιξε τα φώτα και έφυγε με γρήγορες κινήσεις. Οδηγούσε μηχανικά αφού στο μυαλό της ερχόταν συνέχεια η ίδια εικόνα. Έφτασε αρκετά αργά σπίτι της και διαπίστωσε ότι η Αριάδνη έλειπε. Της είχε στείλει μήνυμα ότι θα κοιμηθεί στην εταιρεία. Πήρε τα κλειδιά της και έφυγε ξανά με προορισμό την εταιρεία. Δεν μπορούσε να μείνει μια τέτοια νύχτα σε ένα άδειο σπίτι. Πέρασε από το αγαπημένο της ζαχαροπλαστείο και πήρε την αγαπημένη της τούρτα με σοκολάτα και φράουλα, για να φάνε μετά τα διάφορα αλμυρά που αγόρασε προηγουμένως: πίτσα, σάντουιτς και κινέζικο.
Έφτασε στην εταιρεία και πάρκαρε μπροστά στο πεζοδρόμιο. Βγήκε από το αυτοκίνητο και πλησίασε την πόρτα όπου οι φρουροί νυχτερινής φύλαξης την κοιτούσαν με απορία.
Αν - Ή Κ.Αριάδνη έφυγε ή είναι ακόμα μέσα;
Φρουροί-  Δεν μας ειδοποίησε για να της βγάλουμε το αυτοκίνητο άρα υποθέτουμε μέσα είναι.
Αν- Ωραία. Άντε καλή δουλειά.
Φρουροί- Ευχαριστούμε.
Πλησίασε προς τα μέσα όταν σταμάτησε και φώναξε τον έναν να πλησιάσει.
Φρ-  Ορίστε.
Αν- Έλα πάρτε να φάτε κάτι. Τόσες ώρες θα στε όρθιοι. (Είπε και τους έδωσε τις πίτσες αφού διαπίστωσε ότι ήταν πολλά για να τα φάνε όλα μόνες τους)
Φρ-Ευχαριστούμε πολύ αλλά δεν ήταν ανάγκη. <<Άντε καλή όρεξη >> του είπε και ο φρουρός έκανε κίνηση ευχαρίστησης με το χέρι στην καρδιά.

Ανέβηκε πάνω και πλησίασε το γραφείο της Αριάδνης όταν της έπεσε κάτω το κινητό της και έσκυψε να το πάρει. Η Αριάδνη άκουσε τον θόρυβο και τρόμαξε. Φοβήθηκε και πήρε κάτι βαριά ντοσιέ στο χέρι ενώ γρήγορα γρήγορα κρύφτηκε πίσω από την πόρτα. Η Αναστασία άνοιξε την πόρτα και πριν προλάβει να μιλήσει ένιωσε ένα χτύπημα στο κεφάλι. Αντανακλαστικά της έπεσαν οι σακούλες και έπιασε το χέρι που την χτύπησε γυρνώντας το, όταν είδε την Αριάδνη. 
Αρ- Αχ άσε με ρε ηλίθιο. (της άφησε το χέρι)
Αν-Καλά ρε τι με χτυπάς χάζεψες;
Αρ-Ε τρόμαξα που να φανταστώ ότι θα σουν εσύ τέτοια ώρα.
Αν - Και είπες δεν χτυπάω έτσι για καλό και κακό.
Αρ- Ε ναι (είπε γελώντας)
Η Αναστασία νευριασμένη πήρε τις σακούλες, τις άφησε στο γραφείο και έκατσε στον καναπέ κάνοντας μασάζ στο κεφάλι της.

Αρ – Και για να έχουμε καλό ερώτημα τι δουλειά έχεις τέτοια ώρα εδώ; Και μάλιστα με όλα αυτά τα φαγητά;

Αν – Ήρθα να φάμε του σκασμού και να μιλάμε μέχρι το πρωί όπως κάναμε...

Αρ – Και τι θα πούμε τώρα; (είπε καθώς άνοιγε το σάντουιτς) Πο πραγματικά πεινούσα καλά έκανες..(είπε τσιμπώντας τις πατάτες..)

Συνάντηση με το πεπρωμένοOnde histórias criam vida. Descubra agora