20

1K 143 19
                                    

Στον ουρανό πετούσε η σάνζελ όχι μόνο το πρωί της μέρας εκείνης, μα κι από τη νύχτα της προηγούμενης. Όπως της το είχε υποσχεθεί ο πρίγκιπας τζελίλ η Κάζια την περίμενε όταν έφτασε στα προσωπικά της δωμάτια. Κι έκανε μάλιστα μια κίνηση που ποτέ της δε θα την περίμενε η σάνζελ. Αντί να της μιλήσει, έτρεξε και την αγκάλιασε πολύ σφιχτά και την κράτησε πάνω της για κάμποσα λεπτά χωρίς λόγια. Και ήταν η μικρή που έσπασε τη σιωπή:

-άγγιξα την ψυχή του Κάζια, κάτι κρύβει εκεί για εμένα...

-Το σώμα σου το άγγιξε κορίτσι; Πρόλαβε;

-Όχι, μόνο τα χείλη του βρήκαν τα δικά μου με έναν τρόπο που με έκανε να νιώσω πως ανέβασα πολύ πυρετό.

Έκλαψε και γέλασε ταυτόχρονα η μεγαλύτερη γυναίκα και άρχισε να τη βοηθάει να ξεντυθεί και να ετοιμαστεί για τον ύπνο.

-είπε πως έκανες καταπληκτική δουλειά και να σε εμπιστεύομαι και...

Σαν ποτάμι ξεχύθηκαν όλες οι κουβέντες που θυμόταν κατά λέξη η σάνζελ. Μιλούσε με την ορμή της νιότης, και με την έξαψη της πρώτης αγάπης που στην περίπτωση της θα ήταν και η τελευταία της αναμφίβολα.

Βούρκωνε η Κάζια καθώς την άκουγε μα δεν τη διέκοπτε, μόνο της κράτησε το χέρι για ώρες όπως της είχε παραγγείλει να κάνει ο πρίγκιπας Τζελίλ. Και σαν πουλάκι κοιμήθηκε η σάνζελ παρά την γλυκιά της υπερένταση, και με ακόμη καλύτερη διάθεση ξύπνησε το επόμενο πρωί. Όπως γινόταν όμως κάθε φορά μέσα σε εκείνο το χαρέμι τα κακά μαντάτα που τις περικύκλωναν όλες επηρέασαν και την ίδια όπως ήταν λογικό.

Στα μαύρα την έντυσε η Κάζια καθώς της εξήγησε πως θα πήγαιναν να ανταμώσουν το υπόλοιπο χαρέμι για να ακούσουν τις ειδήσεις που ήταν οπωσδήποτε κακές.

-Το μπουμπούκι πότε θα φτάσει, Κάζια;

Έριξε η σάνζελ μια ελαφρώς μελαγχολική ματιά στο κλουβί με το αηδόνι που παρέμενε σιωπηλό προτού να την ακολουθήσει τελικά έξω από το διαμέρισμα της.

-Μη νοιάζεσαι κορίτσι, βάζω στοίχημα πως σαν επιστρέψουμε εδώ θα το έχεις στα χέρια σου.

Ο Καρίμ τις χαιρέτισε και τις δυο όσο πιο διακριτικά μπορούσε και η σάνζελ βεβαιώθηκε πως η απάντηση στο ερώτημα της βρισκόταν ήδη στα δικά του τα χέρια, μόνο που φυσικά δεν μπήκε στον κόπο να τον ρωτήσει.

Συγκεντρώθηκαν όλες τους σε μια από τις κεντρικότερες αίθουσες και βάλθηκαν να σιγοκουβεντιάζουν περιμένοντας. Η τύχη τα έφερε να καθίσει η σάνζελ πλάι ακριβώς στη Νάτζελ η οποία τη χαιρέτισε εγκάρδια με τον γνωστό ευγενικό τόνο της μα μετά δε δοκίμασε να ανοίξει κουβέντα μαζί της, κάνοντας τη να αναρωτηθεί αν αυτό που της κυρίευε το νου είχε να κάνει με τον πρίγκιπα Τζελίλ. Αλήθεια, να τον είχε ανταμώσει κιόλας τον πατέρα του;

Το δάκρυ της ΣανζελМесто, где живут истории. Откройте их для себя