Τρία ζευγάρια ενώθηκαν τη νύχτα εκείνη στο παλάτι της σάρτζα, και τρεις ψυχές βρέθηκαν να περιπλανιούνται στους μοσχοβολιστούς κήπους του χαρεμιού. Το ένα από τα ζευγάρια αυτά ενώθηκε στον κήπο αφού πίστευε πως ανθρώπινο μάτι δε θα έβλεπε την ένωση τους, μόνο που έκαναν λάθος τόσο ο άνδρας όσο και η γυναίκα.
Ο άνδρας του ζευγαριού αυτού δεν ήταν άλλος από τον ίδιο τον Καρίμ, ο οποίος είχε μόλις παραχωρήσει τη θέση του για λίγο σε έναν ακόμη επίλεκτο φρουρό που ανέλαβε να φρουρεί την πόρτα της σάνζελ. Ο Καρίμ δεν είχε μετακινηθεί από τη θέση του για πάνω από δώδεκα ώρες κι όλα του τα μέλη τα ένιωθε σφιγμένα κι άκαμπτα. Έτσι το μόνο που επιθυμούσε πραγματικά ήταν να φάει κάτι και να ξαπλώσει για λίγο ώστε να μπορέσει να ξεκουραστεί. Σαν μπήκε όμως στα δωμάτια του βρήκε εκεί την ίδια τη βαλιντέ να τον περιμένει. Αφού ο λόγος για τον οποίον τον γύρευε μόνο να φανερωθεί σε όλους δεν ήταν μπορετό, δεν έστειλε να τον καλέσουν αφού αυτό θα σήμαινε πως θα έπρεπε να πάει κόντρα στις εντολές του σουλτάνου.
Την είδε και χαμογέλασε ο Καρίμ, παρά το γεγονός πως για κάποιον λόγο έτρεχε αλλού η σκέψη του, όσο για την καρδιά του δε χτυπούσε με τον γνωστό της τρόπο στη θέα και μόνο της Λάιρα. Υποκλίθηκε βέβαια μπροστά της και δέχτηκε με χαρά την πρόταση της να πάνε μέχρι τον κήπο για να απολαύσουν τα αρώματα του, καθώς και τις μυστικές προτροπές της νύχτας. Με χίλιες προφυλάξεις έφτασαν μέχρι εκεί, κι όταν βεβαιώθηκαν πως ψυχή δε βρισκόταν τριγύρω, η βαλιντέ, τύλιξε το ένα της χέρι γύρω από τους δυνατούς του ώμους και τον τράβηξε προς το μέρος της για ένα φιλί βαθύ και παρατεταμένο. Ούτε της το αρνήθηκε ο Καρίμ κι αυτό και τα χάδια του που εξακολουθούσαν να είναι θερμά, μα ούτε και της αντιστάθηκε όταν κατάλαβε πως εκείνη τα ήθελε όλα ανάμεσα στα πανέμορφα παρτέρια που άλλο δεν έκαναν από το να τους προσφέρουν κάλυψη και άνεση.
Σαν χόρτασαν τον έρωτα, ξαπλωμένοι ο ένας στην αγκαλιά του άλλου άρχισαν να συνομιλούν ψιθυριστά με την οικειότητα των παλιών εραστών που εννοούσαν τρεις λέξεις για κάθε μια που αντάλλαζαν. Τη ρώτησε ο Καρίμ απομακρύνοντας τα ξέπλεκα μαλλιά από τα αφτιά της για την υγεία της, εξηγώντας της πως η όψη της το πρωί τον είχε βάλει σε σκέψεις, και προσθέτοντας πως το μόνο που τον απασχολούσε ήταν η καλή της υγεία καθώς και η ευημερία της. Σκορπώντας φιλιά στο στέρνο και στην πλάτη του βάλθηκε να τον καθησυχάζει η βαλιντέ, η οποία λίγες στιγμές αργότερα, φρόντιζε να καλύψει για άλλη μια φορά το σώμα του με το δικό της ρωτώντας τον ταυτοχρόνως αν είχε ποθήσει ποτέ κάποια άλλη γυναίκα νεότερη και πιο φρέσκια από την ίδια. Ανταποδίδοντας της τα φιλιά, τη διαβεβαίωσε ο νέος πως μόνο εκείνη κυριαρχούσε στη σκέψη του το κάθε διαθέσιμο λεπτό της νύχτας και της μέρας που δεν εργαζόταν, και πως αν κανένας την έβλαπτε, από το δικό του το σπαθί θα τον έβρισκε τον θάνατο. Κι έτσι, οι δυο τους ενώθηκαν ξανά ακόμη πιο παθιασμένα αγνοώντας εντελώς δυο μάτια γλυκά μα και δακρυσμένα που τους παρακολουθούσαν από κάποια απόσταση σεβαστή.
YOU ARE READING
Το δάκρυ της Σανζελ
RomanceΚάποτε, σε μια χώρα πολύ μακριά από εδώ, που δεν υπήρχε στους χάρτες, γεννήθηκε μια κοπέλα που η ομορφιά της πλήγωνε τα μάτια. Το όνομά της ήταν Σάνζελ, Τα μαλλιά της είχαν το χρώμα της νύχτας, ενώ τα μάτια της αυτό του κεχριμπαριού. Από τότε που ήτ...