Chapter 50: Ithaca

1.9K 87 160
                                        

Δεν φίλησες
τα χείλη μου
αλλά την ψυχή μου
ίσως για αυτό
είναι τόσο δύσκολο
να ξεχάσω την γεύση σου

Οι αναμνήσεις ανέκαθεν πίστευα πως δεν είναι απλώς σκηνές από την ζωή μας, που κρατάμε σαν φυλαχτό μέσα μας.

Αντιθέτως βλέπω τις αναμνήσεις μπλεγμένες σε κλωστές με αναλλοίωτα συναισθήματα. Τις βλέπω σαν κάτι πιο έντονο και ξεχωριστό μέσα μας.

Όταν μια πράξη τελειώσει μπορεί ή και όχι να την νοσταλγήσουμε στο μέλλον.
Το δευτερόλεπτο που περνά και έχει λήξει παύει να βρίσκεται στο παρόν μας, μα αποτελεί πλέον αναπόσπαστο κομμάτι του παρελθόντος μας.

Και στο μέλλον έρχεται μια στιγμή που θυμούμενοι μια κατάσταση νιώθουμε τα συναισθήματα που αισθανθήκαμε και τότε. Την οργή, την θλίψη, τον φόβο, την αγάπη, την χαρά.

Ίσως για αυτό φοβάμαι το παρόν περισσότερο από το μέλλον. Γιατί δεν έχει χρονικό όριο, δεν μπορώ να το συγκρατήσω στην μνήμη μου σαν κάτι αυτόνομο. Το παρόν είναι το τίποτα και το πάντα, είναι το δεδομένο δευτερόλεπτο που μόλις πέρασε και πλέον είναι παρελθόν. Είναι μια ανάμνηση.

Το φοβάμαι το παρόν.
Το παρόν δεν μένει.
Φεύγει, φεύγει πιο γρήγορα και από την σκιά μου σαν την φωτίσει ο ήλιος.
Γλιστράει μέσα από τα δάχτυλα μου σαν κόκκους της άμμου.

Δεν μπορώ να το κρατήσω.
Κανείς δεν μπορεί.
Το «τώρα» διαρκεί τόσο όσο να προφέρεις την λέξη αυτή.

~<>~

Υπήρχε παντού.
Παντού στον αναθεματισμένο αέρα.
Παντού γύρω της, δεν παρέλκει, όχι!
Μένει αγέρωχα εκεί να της ουρλιάζει στο αυτί πως είναι εδώ.
Πως την τυλίγει με την οικειότητα του.
Πως την ακολουθεί σε κάθε βήμα της.
Πως πάντα την ακολουθούσε,
απλώς εκείνη δεν το θυμούνταν.

Και το σιχαίνονταν!

"Μισώ τον δυόσμο.", μουρμούρισε σαν να παραμιλά απλώς στον εαυτό της, μα τα λόγια της σαν βελάκια καρφώθηκαν στην γυρισμένη πλάτη του αρχηγού. Δεν γνώριζε με ακρίβεια γιατί αισθάνθηκε τόσο έντονα την ανάγκη να μοιραστεί κάτι τέτοιο με έναν άντρα που γνωρίζει μόλις μερικές ώρες, μα υποθέτοντας πως θα περάσει αρκετό χρόνο πλέον μαζί του έπρεπε να θέσει τα όρια της. Και ο δυόσμος του τα ξεπερνούσε.

Εκείνος είχε μόλις περάσει το κατώφλι του πατρικού της οδεύοντας προς το μεγάλο τζιπ που θα οδηγούσε ως το αεροδρόμιο όταν άκουσε αυτές τις τρεις λέξεις, οι οποίες παρόλο που έμοιασαν για πομφόλυγες στα αυτιά του, κατάφεραν να τον παγώσουν έκπληκτο στην θέση του. Κρεμάστηκε από τα λόγια της λες και η φράση «μισώ τον δυόσμο» είχε μόλις μετατραπεί σε θηλή που τυλίχθηκε γύρω από τον λαιμό του.

PainWhere stories live. Discover now