Σήμερα ο Κυριάκος και ο Μενέλαος είχαν γενέθλια. Ο Κυριάκος ευχόταν να ερχόταν ο Μενέλαος αλλά που τέτοια τύχη. Πήρε μια τελευταία φορά τον αδελφό του αλλά δεν το σήκωσε. Νευριασμένος πέταξε το κινητό στο κρεβάτι. Ο Κυριάκος πλέον δεν είχε όρεξη ούτε για πάρτι ούτε για τίποτα άλλο.
Θεσσαλονίκη, Ελλάδα
Ο Μενέλαος κοιτούσε το ταβάνι και αναρωτιόταν τι έκανε η Άννια εκείνη την ώρα. Αναρωτιόταν επίσης γιατί την αγαπούσε ακόμα. Η Κάρα μπήκε με φόρα μέσα στο δωμάτιο.
Κάρα: Χρόνια Πολλά! Φαίνεσαι λυπημένος, όλα καλά;
Μενέλαος: Απλά εύχομαι να ήταν εδώ η Άννια. Η Άννια που ήξερα κάποτε... όχι η Άννια που έχει γίνει τώρα. Θα ήθελα να διάβαζα ένα βιβλίο και να με χάζευε λέγοντας μου ότι είμαι πολύ γλυκός όταν διαβάζω...
Κάρα: Μακάρι να μπορούσα να βοηθήσω...
Ο Μενέλαος δάκρυσε.
Κάρα: Ωωω, έλα εδώ.
Ο Μενέλαος χώθηκε στην αγκαλιά της.
Μενέλαος: Δεν καταλαβαίνω τι έχω κάνει λάθος. Ήμουν πάντα τόσο καλός μαζί της.
Κάρα: Είμαι σίγουρη ότι όλα θα αλλάξουν, προς το καλό αυτή την φορά.
5 ώρες αργότερα
Σπίτι θείου Βασίλη, Ελλάδα
Ο Κυριάκος κοιτούσε την τούρτα. Δεν είχε όρεξη ούτε να κουνήσει το χέρι του για να πιάσει το κουτάλι.
Κυριάκος: Θείε χρειάζομαι τον Μενέλαο, δεν γίνεται να γιορτάσω μόνος. Χάνει το νόημα του, αυτό δεν είναι γιορτή, είναι πένθος.
Ξαφνικά χτύπησε το κουδούνι. Ο θείος του Κυριάκου πήγε να ανοίξει την πόρτα. Ο ήχος των τακουνιών μιας γυναίκας γέμισε όλο τον χώρο. Ο Κυριάκος δεν είχε δύναμη ούτε να σηκώσει το κεφάλι του για να δει ποια ήταν.
-Κυριάκο;
Η φωνή που τόσο αγαπούσε...
Κυριάκος: Μάλια;
Η Μάλια έτρεξε και τον αγκάλιασε.
Μάλια: Χρόνια Πολλά!
Κυριάκος: Αν είναι πολλά χωρίς τον Μενέλαο ευχαριστώ αλλά δεν θα πάρω.
Ο Θείος του Κυριάκου έφυγε από την κουζίνα.
Μάλια: Ακόμα να εμφανιστεί.
Κυριάκος: Δεν απαντάει ούτε στο τηλέφωνο. Του συμπεριφέρθηκα χάλια, εγώ φταίω.
Μάλια: Δεν φταις εσύ.
Κυριάκος: Δεν στάθηκα δίπλα του σαν αδελφός αλλά αντιθέτως τον κατηγόρησα χωρίς να ξέρω.
Μάλια: Τώρα όμως δεν γίνεται να αλλάξει τίποτα.
Ο Κυριάκος άρχισε να κλαίει.
Κυριάκος: Ευχαριστώ που ήρθες πάντως.
Μάλια: Είσαι το αγόρι μου, ήταν υποχρέωσή μου να έρθω.
Κυριάκος: Πάμε στο δωμάτιό μου.
Τα δύο παιδιά πήγαν στο δωμάτιο του Κυριάκου.
Μάλια: Σου έχω φέρει ένα δώρο.
Κυριάκος: Μου αρκεί που ήρθες. Βασικά αν το δώρο είναι ο Μενέλαος το θέλω τώρα αμέσως.
Μάλια: Μακάρι να μπορούσα να στον φέρω... αλλά όχι είναι κάτι άλλο.
Κυριάκος: Δωσ'το μου μετά. Τώρα απλά θέλω να ξαπλώσω στα πόδια σου και να μου πειράζεις τα μαλλιά.
Μάλια: Ότι πεις αγάπη μου.
Κυριάκος: Σκεπτόμενος τα προβλήματά μου ξέχασα να σου πω ότι η σχολή σε έχει επηρεάσει θετικά. Έχεις αλλάξει, με την καλή έννοια πάντα.
Μάλια: Με κάνεις να κοκκινίζω, ευχαριστώ.
Κυριάκος: Μπορείς να κοιμηθείς το βράδι εδώ; Σε έχω ανάγκη.
Μάλια: Το ήξερα ότι ήθελες κάτι σε αντάλλαγμα για το κομπλιμέντο. Πώς μπορώ να πω όχι στο αγόρι μου;
Θεσσαλονίκη, Ελλάδα
Ο Μενέλαος έσβηνε τα κεράκια στην τούρτα. Η Κάρα και ο Τομ τον αγκάλιασαν.
Τομ: Δεν σου λείπει ο αδελφός σου;
Μενέλαος: Λίγο.
Τομ: Πάρε τον κανά τηλέφωνο.
Η Κάρα κοίταξε τον Τομ με δολοφονικό βλέμμα.
Μενέλαος: Έχεις δίκιο Τομ. Όσο και είμαι νευριασμένος μαζί του δεν παύει να είναι αδελφός μου.
Σπίτι Θείου Βασίλη, Ελλάδα
Ο Κυριάκος είχε αποκοιμηθεί στα πόδια της Μάλιας. Ξαφνικά χτύπησε το κινητό του και πετάχτηκε όρθιος. Η Μάλια τον φίλησε στο μέτωπο.
Μάλια: Λυπάμαι αλλά δεν είναι ο Μενέλαος.
Κυριάκος: Γαμώτο1
Ο Κυριάκος βάρεσε με δύναμη το χέρι του στο κρεβάτι.
Το κινητό του ξαναχτύπησε και στην οθόνη εμφανίστηκε το πρόσωπο του Μενέλαου.
ВЫ ЧИТАЕТЕ
Υπερδίδυμοι
ФэнтезиΟ Κυριάκος και ο Μενέλαος είναι δύο δεκαεξάχρονα αγόρια που δεν μοιάζουν καθόλου. Ο Μενέλαος τρέχει με την ταχύτητα του φωτός και ο Κυριάκος είναι πανέξυπνος.