Στοιχειωμένη Φιλία: Μέρος Δεύτερο

161 24 0
                                    

Το ηλιοβασίλεμα βρήκε τα παιδιά να κλαίνε πάνω από το πτώμα της Άννιας. Οι πρώτες αχτίνες του ήλιου έπεσαν στο πρόσωπο του Κυριάκου. Το αγόρι τινάχτηκε στον αέρα. Ο Κυριάκος έφυγε από το μνημείο και πήγε να βρει τους φίλους του. Τους είδε όλους να βρίσκονται γύρω από μια άψυχη μάζα. Δεν μπορούσε να διακρίνει ποιος ήταν και για αυτό άρχισε να τρέχει προς το μέρος τους. Μόλις κατάλαβε ότι η Άννια ήταν νεκρή έπεσε στην αγκαλιά του Μενέλαου. Όλοι τον κοιτούσαν παράξενα εκτός από τον Μενέλαο.

Μάλια: Ποιος είναι αυτός;

Ο Κυριάκος την κοίταξε με απορία.

Μενέλαος: Ο Κυριάκος έτσι ήταν πριν αλλάξει.

Ο Κυριάκος κοπάνησε το κεφάλι του στον θώρακα του Μενέλαου. Γιατί να είχε γίνει όπως ήταν παλιά;

Μάλια: Πάντως και έτσι ωραίος είσαι.

Είπε η Μάλια και έτρεξε στην αγκαλιά του.

Μία μέρα μετά

Ελλάδα

Τα δύο αγόρια καθόντουσαν στο σαλόνι μαζί με τον θείο τους.

Θείος Βασίλης: Θυμάστε την ιστορία που σας έλεγα με το φάντασμα;

Τα αγόρια έγνεψαν καταφατικά.

Θείος Βασίλης: Θέλετε να μάθετε την συνέχεια;

Η απάντηση ήταν ομόφωνη.

Θείος Βασίλης: Είχε περάσει μια βδομάδα περίπου και η Νόρα με επισκεπτόταν κάθε μέρα στο ορφανοτροφείο. Μια μέρα λοιπόν το πρόσωπο της έλαμπε. Την ρώτησα για ποιον λόγο ήταν τόσο χαρούμενη. Η Νόρα έτρεξε και με αγκάλιασε. Το κακό με τα φαντάσματα είναι ότι δεν μπορείς να αισθανθείς την αγκαλιά τους. Δεν της το είπα για να μην την στεναχωρήσω. ''Βρήκα τρόπο για να μείνεις στο σπίτι μου'' είπε γεμάτη χαρά. ''Τι θα κάνεις Νόρα;'' την ρώτησα γεμάτος περιέργεια. ''Θα τρομάξω τα αδέλφια μου και τον πατριό μου και θα φύγουν από το σπίτι'' μου είπε. ''Ναι όμως αν έτσι διώξεις και την μητέρα σου;''. '' Δεν φεύγει η μητέρα μου από αυτό το σπίτι'', φαινόταν σίγουρη και την εμπιστεύτηκα. Δυστυχώς δεν μπόρεσα ποτέ να δω με τα μάτια μου τον τρόπο με τον οποίο τους έδιωξε αλλά μου τον περιέγραψε αρκετά αναλυτικά. ''Βασίλη, θυμάσαι το κεφάλι ταράνδου που κρεμόταν πάνω από το τζάκι; Ένα βράδι που καθόντουσαν όλοι μαζί, εκτός από την μητέρα μου που κοιμόταν, και έβλεπαν αγώνα ράγκμπι, μπήκα μέσα στο κεφάλι και άρχισα να το μετακινώ. Στην αρχή νόμιζαν ότι γινόταν σεισμός και άρχισαν να τσιρίζουν και να φωνάζουν σαν γυναίκες. Είχα σκάσει στα γέλια και υποθέτω ότι με άκουσαν γιατί φαινόντουσαν τρομαγμένοι. Εν τω μεταξύ πιο πριν είχα γράψει στον καθρέφτη με κραγιόν << leave or die>>. Ευτυχώς που όσο ήμουν ζωντανή έβλεπα πολλές ταινίες τρόμου και έτσι μπορούσα να παίξω σωστά τον ρόλο μου ως φάντασμα.''...

Κυριάκος: Η Νόρα πρέπει να ήταν πολύ υπέροχη κοπέλα.

Ο Θείος Βασίλης έγνεψε καταφατικά.

Θείος Βασίλης: Μετά από λίγες μέρες ήρθε στο ορφανοτροφείο η μητέρα της Νόρας με τα χαρτιά υιοθεσίας. Εκείνο το ήταν το πρώτο βράδι που κοιμήθηκα στο σπίτι της Νόρας. Μόλις ξάπλωσα στο κρεβάτι η Νόρα με φίλησε στο κεφάλι και με καληνύχτισε. Από τότε και μετά δεν την ξαναείδα ποτέ. Υποθέτω ότι είχε τελειώσει ο ρόλος της σαν φάντασμα. Η μητέρα της όταν αρρώστησε με καρκίνο μου έγραψε το σπίτι. Από τότε μένω εδώ.

Ο Κυριάκος πρόσεξε ότι ο Θείος του ήταν έτοιμος να κλάψει.

Κυριάκος: Από όλο το ταξίδι που κάναμε ξέρεις τι μάθαμε; Δεν είναι ντροπή να κλαις. Ίσα ίσα τα δάκρυα είναι φόρος τιμής για τους νεκρούς και όλους αυτούς που αγαπάμε.

Ο Θείος τους άφησε ένα δάκρυ να πέσει στο μάγουλό του και μετά αγκάλιασε τον Κυριάκο. Ο Μενέλαος εν τω μεταξύ είχε κοιμηθεί στην πολυθρόνα. Ο Θείος του τον φίλησε στο μέτωπο.


ΥπερδίδυμοιDonde viven las historias. Descúbrelo ahora