Της κόπηκε η αναπνοή

13 6 0
                                    

Μυρτώ: Ναι είμαι η μητέρα της, πείτε μου.

Η Νάντια ήρθε δίπλα μου και διαπέρασε τη χούφτα μου με τη παλάμη της και έσφιξε δυνατά.

Νοσοκομείο: Η αναπνοή της κόπηκε τελείως, καταφέραμε να την επαναφέρουμε..

Νάντια: Όχι, όχι!!

Αυξάνει τη πίεση μέχρι οι αρθρώσεις μας να γίνουν λευκές και το χέρι μου αντανακλαστικά να απλωθεί σε μία χαλαρή κατάσταση.

Νοσοκομείο: Αυτή τη στιγμή η αναπνοή της είναι ασταθής, δεν μπορούμε να καταλάβουμε ποιό είναι το πρόβλημα... Οι επόμενες ώρες είναι κρίσιμες.

Με αφήνει και τρέχει προς τη πόρτα. Φοράει τα παπούτσια της και έτσι όπως ήταν με τις πιτζάμες, έβαλε ένα παλτό και άνοιξε τη πόρτα.

Μυρτώ: Όπα, όπα!

Έρικα: Περίμενε!

Έντρομες τρέξαμε να τη προλάβουμε. Είχε πέσει πάλι σε ντελήριο δεν ήξερε τι έλεγε ή τι έκανε. Είχε χάσει τον έλεγχο, όπως κι εγώ προηγουμένως. Η Μυρτώ έκλεισε το τηλέφωνο που πάνω στη φούρια της είχε ρίξει στο χαλί.

Τη βάλαμε για ύπνο όσο εκείνη έχανε τον εαυτό της. Δεν ήταν σε θέση να καταλάβει το οτιδήποτε. Προσπάθησα να της μιλήσω, κάθισα από πάνω της βάζοντας όλη τη μαεστρία μου και τις γνώσεις για να γοητευτεί από τα όμορφα λόγια και να μουδιάσει κάπως ο πόνος που ένιωθε αλλά μάταια.

Στο μεταξύ γύρισε σπίτι ο κύριος Ιάσονας με τον Ορφέα. Η Μυρτώ τους συγκέντρωσε για να μιλήσουνε ιδιαιτέρως στο σαλόνι. Τα λόγια πια δεν έφταναν, έμεινα σιωπηλή δίπλα της να τη παρακολουθώ να ξεσπάει, την άφησα ελεύθερη να ξετρυπώσει κάθε μικρό και μεγάλο συναίσθημα που είχε καταχωνιάσει στη ψυχή της.

Φώναζε, χτυπούσε τα μαξιλάρια.. της κράτησα τα χέρια ήρεμη, νομίζω πως καταλάθως θα πλήγωνε τον εαυτό της. Με κοίταξε και τσίριξε, τσίριξε παρατεταμένα έχοντας οπτική επαφή μαζί μου. Δεν ανέπνεε μόνον τσίριζε, οι φλέβες στο πρόσωπο και στο θώρακά της είχαν πεταχτεί. Είχε γίνει κατακόκκινη, η φωνή της έσπασε.

Το σώμα της βαραίνει, την αφήνω να πέσει στη μαλακή επιφάνεια του κρεβατιού. Τα μάτια της άδεια, η φωνή της ανύπαρκτη, δεν ξέρω τι σκεφτότανε.. Δεν ξέρω αν σκεφτότανε. Εκείνη τη νύχτα έμεινα δίπλα της να τη παρατηρώ, δεν κουνήθηκα για να πάω δίπλα στο δικό μου αυτοσχέδιο κρεβάτι, κοιμήθηκα καθιστή στα πόδια του δικού της και της κρατούσα το χέρι.

Είναι τόσο ευαίσθητη και η ψυχή της γεμάτη καλοσύνη, τόσο εύθραστη. Καμια φορά ξεχνάω τις αντοχές της, παίρνω για παράδειγμα τον εαυτό μου και λέω πως όσο δύσκολο και αν είναι θα μπορέσει να το ξεπεράσει αφού το κατάφερα εγώ.

Αλλά ανησυχώ, ανησυχώ πολύ.. Τις τελευταίες μέρες μου έχει αποδείξει πως δεν είναι σε κατάσταση ληθάργου αλλά και ότι τα συναισθήματά της καίνε και καταστρέφουν ότι βρουν μπροστά τους. Βλέπεις είναι φτιαγμένα από φωτιά, ενώ τα δικά μου είναι φτιαγμένα από πάγο.

Το ΑσανσέρDonde viven las historias. Descúbrelo ahora