Έρικα: Τι;! Γιατί;
Νάντια: Γυρίζαμε από το εστιατόριο και εκείνη ξαφνικά λιποθύμισε. Φωνάξαμε ασθενοφόρο και τώρα της έχουν κάνει εισαγωγή. Δεν ξέρουν τι της συμβαίνει, ελέγξανε όλα τα συνήθη αίτια αλλά τίποτα δεν ταιριάζει. Πριν λίγο μας τηλεφώνησαν, έχει πέσει σε κώμα!
Δε γίνεται να συμβαίνει και αυτό τώρα. Έχω μείνει άλλαλη και απλώς σφίγγω το κορίτσι που σπαράζει στην αγκαλιά μου. Μας πήρε πολύ ώρα με το κύριο Ιάσονα για να τη συνεφέρουμε. Ήταν πλήρως καταβεβλημένη.
Ιάσονας: Σώπασε, θα γίνει καλά είμαι σίγουρος...
Νάντια: Θέλω να πάω τώρα να τη δω!
Ιάσονας: Είναι η γιαγιά εκεί και ο Ορφέας. Δεν έχεις κοιμηθεί όλη τη νύχτα, προσπάθησε να ξεκουραστείς για λίγο.
Έρικα: Νάντια έτσι πρέπει, έχει δίκαιο ο πατέρας σου. Θα σε πάω στο κρεβάτι σου να ξαπλώσεις, το ξέρω ότι είναι δύσκολο να κοιμηθείς για αυτό απλώς προσπάθησε να ξεκουράσεις λίγο το μυαλό σου. Θα σκεφτείς τα πράγματα πιο λογικά.
Ο κύριος Ιάσονας μας κοιτούσε μία τη Νάντια μία εμένα.
Ιάσονας: Φαίνεται πως έχετε δεθεί πολύ εσείς οι δύο.
Ανακοινώνει μαλακά. Κολλάει το στόμα του στο αυτί μου για να μου ψιθυρίσει.
Ιάσονας: Πρέπει να φροντίσω κάποια πράγματα, σε παρακαλώ μείνε μαζί της να τη προσέχεις.
Θα το έκανα και χωρίς να μου το ζητήσει. Απομακρύνεται και επαναφέρει το τόνο της φωνής του στη κανονικότητα.
Ιάσονας: Θα σας φέρω φαγητό το μεσημέρι και θα περάσουμε και λίγο χρόνο μαζί.
Έρικα: Εντάξει κύριε Ιάσονα, σας ευχαριστούμε!
Σηκώνεται σιωπηλός και ρίχνοντας μία τελευταία ματιά στη Νάντια μας αποχαιρετά και φεύγει. Κρατώντας τη στην αγκαλιά μου τη σηκώνω από τον καναπέ και την οδηγώ στο μπάνιο για να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπό της.
Δεν είχα ξαναδεί μάτια τόσο πρησμένα άλλωτε από το κλάμα και την αυπνία. Δεν νόμιζα ότι γινόταν να φτάσεις σε αυτό το επίπεδο. Η Νάντια δεν είχε άλλα δάκρια, έβγαζε που και που κάποιους λυγμούς.
Έσφιξα το ζεστό κορμί της μία τελευταία φορά ενάντια στο δικό μου, πριν την ακουμπήσω στο κρεβάτι της και τη σκεπάσω απαλά. Αδύναμα αγγίζει τα ακροδάχτυλά μου.
Νάντια: Σε παρακαλώ μη φύγεις φοβάμαι!
Βάζω όλη μου τη στοργή για να της απαντήσω.
Έρικα: Σίγουρα το λούσιμο μπορεί να περιμένει εσύ είσαι πιο σημαντική.
Νάντια: Κάνε εδώ μπάνιο δεν πρόκειται να πειράξει κανέναν.
Τη βλέπω να σβήνει από την εξάντληση και να πέφτει σε λήθαργο. Θα δεχτώ τη προσφορά της και θα λουστώ εδώ.
YOU ARE READING
Το Ασανσέρ
Teen FictionΈρρικα: Φύγε τώρα από εδώ! Ουρλιάζω, νιώθω τον λαιμό μου να καίει. Η φωνή μου να αναδύεται από τα βάθη των πνευμονιών μου και σαν μυρμήγκιασμα να απλώνεται σε όλο μου το κορμί. Η δύναμη της φράσης μου να είναι τόσο μεγάλη που να πραγματοποιείται αυ...