Δεν δυσκολεύτηκα βέβαια να καταλάβω πως στην πραγματικότητα είχαν περάσει γύρω στις τέσσερις ώρες. Έφτιαξα λίγο τα ρούχα μου και ελαφρώς πιο ευπαρουσίαστη κατευθύνθηκα στο σαλόνι με την ελπίδα ότι όλοι θα έλλειπαν.
Μυρτώ: Μπα.. ξύπνησες επιτέλους;
Και ναι αυτή ήταν εδώ. Καθισμένη στον καναπέ, διαβάζοντας ένα βιβλίο. Με ένα κούνημα του κεφαλιού της μετακίνησε τα γυαλιά μυωπίας μερικά εκατοστά πιο κάτω στη μύτη της. Τα μάτια της ξεπρόβαλαν να με κοιτούν με απέχθεια και φλογοβόλα αντιπάθεια.
Μυρτώ: Τώρα κρύβεσαι και από την αστυνομία. Δεν καταλαβαίνεις ότι καταστρέφεις την εγγονή μου; Αυτή ήταν ένα πολύ τίμιο παιδί, δεν έλεγε ποτέ ψέμματα και τώρα την παρέσυρες στα καμώματά σου,
Μάζεψα τους ώμους μου άβολα προς τα πάνω, έπρεπε να συγκρατηθώ.
Έρικα: Μην ανησυχείτε νοιάζομαι πολύ για τη Νάντια και δεν θα την αφήσω να πάθει κακό. Θα πάω ξανά πίσω στο δωμάτιο για να μην σας ενοχλήσω...
Μυρτώ: Δεν θα πας πουθενά! Δεν θα ξεφύγεις από την αλήθεια τόσο εύκολα. Ένα παράσιτο είσαι, τρέφεσαι εις βάρος των άλλων, δεν ξέρεις πόσο καταλαβαίνω τον πατέρα σου που σε πέταξε έξω. Και εγώ στη θέση του θα είχα απηυδήσει με τη φρικτή συμπεριφορά σου.
<< Αν σε προσβάλουν, πρόσβαλε τον εαυτό σου περισσότερο. Τεντώσου στα άκρα >>
Έρικα: Ο πατέρας μου δεν με θέλει επειδή είμαι δολοφόνος και κλέφτρα. Σκότωσα τη μάνα μου όταν γεννήθηκα, του κλέβω φαγητό όταν λείπει. Είμαι μία απαίσια κουτσομπόλα που δεν μπορεί να συγκρατηθεί...Μανία, δεν με έλεγχα, το στόμα μου μιλούσε λέγοντας ανεκδιήγητα πράγματα που δεν ήθελα να τα μάθει αλλά ούτε και τα πίστευα. Εκείνη δεν έκανε τίποτα, με κοιτούσε με ευχαρίστηση. Αυτό ήθελε να πετύχει από την αρχή.
Να με κάνει να αυτομειωθώ, να της εξομολογήσω τα μεγαλύτερα μου ελαττώματα και μυστικά. Με χειραγωγούσε, ήξερε πως ήμουν κάτω από την επήρεια της μανίας.
Έρικα: Προκαλώ κακό στους γύρω μου. Όταν με γνωρίζουν επιτρέπουν να εισβάλει στη ζωή τους ένα δαιμόνιο που θα τους καταστρέψει, όχι γιατί είναι κακό αλλά γιατί είναι τόσο ηλίθιο που δεν ξέρει πως να φερθεί και να πράξει..
Ασταμάτητη, πληγώνω τον εαυτό μου, ήθελα κι άλλο, όσο περισσότερο γινόταν. Η Μυρτώ το απολαμβάνει στο έπακρο, εγώ ξευτιλίζομαι πονούσα από τα λόγια μου. Και αυτή γελούσε μνησίκακα.
Η γνωστή υγρασία στα μαγουλά μου, το τρέμουλο επανήλθε, τα λόγια μου διακόπτονταν από ξαφνικές δυνατές κραυγές. Πονάω, δεν αντέχω άλλο. Η Μυρτώ φοβήθηκε, παράτησε το βιβλίο και με ταρακούνησε πιάνοντάς με από τους καρπούς. Μιλούσα, οι ματιές μας κλείδωσαν.
Μυρτώ: Σταμάτα το.
Το στόμα μου δεν κουνιέται. Μία υπερένταση με καταλαμβάνει λόγω της ματιάς της. Γρήγορα τη κλείνει και αισθάνομαι σαν να μου έχει απορροφήσει όλη την ενέργεια που είχα, το κύμα υπερέντασης εξαφανίστηκε και έπεσα στο πάτωμα κλαίγοντας.
Εκείνη αφού βεβαιώθηκε πως δεν μου προκάλεσε ζημιά στάθηκε όρθια μπροστά μου κοιτώντας τη κορυφή του πεσμένου κεφαλιού μου.
Μυρτώ: Έχεις δίκαιο, είσαι μία κλέφτρα. Πρέπει να ελέγξεις αυτή τη μανία σου να παίρνεις πράγματα δίχως συγκατάθεση από τον ιδιοκτήτη.
YOU ARE READING
Το Ασανσέρ
Teen FictionΈρρικα: Φύγε τώρα από εδώ! Ουρλιάζω, νιώθω τον λαιμό μου να καίει. Η φωνή μου να αναδύεται από τα βάθη των πνευμονιών μου και σαν μυρμήγκιασμα να απλώνεται σε όλο μου το κορμί. Η δύναμη της φράσης μου να είναι τόσο μεγάλη που να πραγματοποιείται αυ...