Τελειώσαμε τα μαθήματα όταν ο Ορφέας είχε ήδη φύγει για την προπόνηση που δεν μπορούσα να παρευρεθώ καθώς ήμουν υποτίθεται άρρωστη.
Νάντια: Ψόφησα! Μας βάζουν πολλά μαθήματα.
Την κοίταξα συγκαταβατικά. Η πόρτα ανοίγει.
Μυρτώ: Εγώ κορίτσια θα φύγω μαζί με τον μπαμπά, πάμε να δούμε τη μαμά, εντάξει;
Και κάπως έτσι βρεθήκαμε μόνες μας στο σπίτι με το σκοτάδι σιγά, σιγά να απλώνεται γύρω μας.
Νάντια: Τι θα κάνουμε...;
Έρικα: Θέλεις να δούμε λίγη τηλεόραση; Αρκετή ένταση είχαμε αυτές τις μέρες μας αξίζει λίγη ξεκούραση.
Κουλουριαστήκαμε με όσες κουβέρτες μπορέσαμε να συλλέξουμε πάνω στον καναπέ. Η έλλειψη θέρμανσης φαινόταν να ενοχλεί πολύ τη Νάντια, αλλά δεν την άκουσα να μου παραπονέθηκε ποτέ για αυτό.
Ακόμη δεν μπορώ να εξηγήσω πως κατάφερα να κοιμηθώ εκεί, μαζί της, ενώ είχα ήδη έναν υπερπλήρη κύκλο ξεκούρασης. Ίσως να έφταιγε το ζεστό κλίμα ή η ασφάλεια που διέτρεχε την ατμόσφαιρα, αλλά αποκοιμηθήκαμε.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Φως τρύπησε τα μάτια μου, πρέπει να ξημέρωσε. Τα τρίβω με τις μπουνιές μου και κινούμε για να ξυπνήσω και εκείνη κουνώντας τη απαλά. Μα από το παράθυρο βλέπω ότι είναι βαθιά μεσάνυχτα.. Κάτι είναι λάθος.
Οι φλόγες γλύφουν με το φως τους το πρόσωπό της Νάντιας, στην αντανάκλαση των ματιών της απεικονίζεται μία αποτρόπαια σκηνή. Όσο και αν δεν θέλω να κοιτάξω το κεφάλι μου ενστικτωδώς στρέφεται αργά προς τη βιβλιοθήκη. Είναι άδεια, τα βιβλία είναι στο πάτωμα και κεριά είναι αναμμένα ανάμεσά μας.
Νάντια: Είναι εδώ.
Ο ψίθυρός της ήχησε σα τσιρίδα στο κεφάλι μου. Η πόρτα δεν ήταν εντελώς κλειστή που υποδήλωνε πως κάποιος είχε διαρρήξει ξανά το σπίτι. Αγκυλώθηκα πάνω στη παγωμένη κοπέλα. Πέσαμε προς τα κάτω γλιστρώντας πάνω στη κουρτίνα.
Το ίδιο σκηνικό ακριβώς,ζούσαμε τον εφιάλτη ξανά. Προσπάθησα να αφουγκραστώ το μέρος και να διαισθανθώ μία διαφορετική ανθρώπινη παρουσία. Τίποτα, ούτε ελαφρά βήματα, ούτε ψίθυροι. Σφίχτηκαν όλοι οι μαλακοί ιστοί του κορμιού μου, οι αισθήσεις μου ενεργοποιήθηκαν στο έπακρο, αλλά δεν βρήκα την απόδειξη ότι κάποιος είναι εδώ.
Παρόλο αυτά μπορούσα να νιώσω ότι κάποιος ήταν μαζί μας, είχα αυτό το συναίσθημα που δεν προερχόταν από το φόβο μου αλλά ούτε και από τη λογική μου. Πήγαζε από μέσα μου. Η Νάντια σηκώθηκε και έτρεξε προς το σταθερό.
Το ρεύμα είναι κομμένο.. Την παρακολούθησα με τους ακανόνιστους σε ρυθμό παλμούς μου. Ελίσσεται με μαεστρία που διδάχτηκε από εμένα, στιγμιαία ένιωσα υπερηφάνεια. Η απόδειξή μου εμφανίστηκε, βήματα από έξω.
Δεν ήξερα τι να κάνω. Άραγε είναι ο πατέρας αυτός που εισχωρεί στο διαμέρισμα από τη μισάνοικτη πόρτα. Η κολλητή μου βρέθηκε δίπλα μου τεταμένη. Μοιραζόμασταν το ίδιο σώμα εκείνη τη στιγμή, την ίδια καρδιά, τις ίδιες χημικές αντιδράσεις.
Ενωνόμασταν σε ένα δικό μας επίπεδο. Η πόρτα κλείνει. Δεν γνωρίζαμε αν το άτομο είχε φύγει, σταμάτησε να ακούγεται. Τρέμαμε στην σκέψη των βημάτων που θα έπρεπε να ακολουθήσουμε καθώς ήταν ήδη προκαθορισμένα.
Το αποφασίσαμε σιωπηλά, από την αίσθηση της αυτοσυντήρησης. Έπρεπε να ειδοποιήσουμε τους αστυνομικούς για να σωθούμε. Τους αστυνομικούς που περίμεναν για να με πιάσουν.
VOCÊ ESTÁ LENDO
Το Ασανσέρ
Ficção AdolescenteΈρρικα: Φύγε τώρα από εδώ! Ουρλιάζω, νιώθω τον λαιμό μου να καίει. Η φωνή μου να αναδύεται από τα βάθη των πνευμονιών μου και σαν μυρμήγκιασμα να απλώνεται σε όλο μου το κορμί. Η δύναμη της φράσης μου να είναι τόσο μεγάλη που να πραγματοποιείται αυ...