ΙΧ

164 26 130
                                    

Η Κλάρα μπήκε με αθόρυβα βήματα στη σάλα, όπου ο αντιναύαρχος Γουόρινγκτον διάβαζε ένα βιβλίο, σπάνια ασχολία για εκείνον, μιας και δεν τον ευχαριστούσε και πολύ το διάβασμα. Όταν την άκουσε να φτάνει κοντά του, σήκωσε το κεφάλι του και την κοίταξε ερωτηματικά.
«Ορίστε» έκανε τεντώνοντας λίγο τη ράχη του που πονούσε από το σκύψιμο.
«Είναι εδώ ο κύριος Μπουμπίλ» αποκρίθηκε η Κλάρα. «Ζητάει να σας δει. Να του πω να περάσει;»
Ο αντιναύαρχος ανασκουμπώθηκε.
«Φυσικά!» της είπε. «Να περάσει!»

Πήγε κι άφησε στη βιβλιοθήκη το βιβλίο που κρατούσε, έφτιαξε τα ρούχα του και το κολάρο του και περίμενε στητός στην είσοδο της σάλας, να συνοδεύσει η Κλάρα τον Μπουμπίλ μέσα. Τι έκπληξη κι αυτή, τόσο νωρίς το πρωί, και μόλις μια μέρα αφότου επέστρεψε από το Λονδίνο! Δεν πρόλαβε καλά καλά να ξαναβρεί τη μοναξιά που είχε συνηθίσει και να τες πάλι οι επισκέψεις! Αλλά αφού τώρα δεν μπορούσε να το αποφύγει, τι να έκανε;

Ο Άντονι δεν συμφώνησε με την επιθυμία του θείου του να γυρίσει τόσο γρήγορα στο σπίτι. Ο νεαρός του ανιψιός θέλησε να περάσει μερικές ακόμη μέρες με την οικογένειά του. Αν και στην αρχή ήταν σιωπηλός κι αφηρημένος, αναμφίβολα λόγω της αγαπημένης του που είχε αφήσει πίσω, το χαρούμενο κλίμα που βρήκαν όταν έφτασαν στο σπίτι της Γκέρτρουντ και ανάμεσα σε όλους τους τους συγγενείς τον συνεπήρε. Αλλά ο αντιναύαρχος ως γνωστόν δεν μπορούσε να μείνει πολύ σε μια τέτοια ατμόσφαιρα, η οποία δεν θύμιζε τίποτα από τη ζωή που τον έκανε να νιώθει ήρεμα και ο εαυτός του. Τη μοναχική ζωή. Έτσι επέστρεψε μετά από δύο μόνο μέρες. Για τον Άντονι δεν μπορούσε να ξέρει. Ίσως να έμενε και μια εβδομάδα, έτσι όπως τον έβλεπε.

Βγήκε από τις σκέψεις του. Ο Μπουμπίλ μπήκε μέσα με το συνηθισμένο του περπάτημα κι άφησε την κάπα, το καπέλο και το μπαστούνι του στα χέρια της Κλάρας, που τα πήρε για να τα κρεμάσει στην είσοδο του σπιτιού. Μόλις κοίταξε τον αντιναύαρχο χαμογέλασε, κι ο Γουόρινγκτον έκανε το ίδιο. Πλησίασαν ο ένας τον άλλον κι έσφιξαν τα χέρια.

«Κύριε Μπουμπίλ!» είπε εγκάρδια ο αντιναύαρχος. «Τι ωραία έκπληξη!»
Ο Μπουμπίλ γέλασε μέσα από τα δόντια του. «Είχα έρθει και λίγες μέρες πριν να σας βρω, αντιναύαρχε, αλλά η γλυκύτατη υπηρέτριά σας μου είπε πως λείπατε στο Λονδίνο!»
«Α, ναι, ναι!» απάντησε ο αντιναύαρχος. «Είχαμε ευχάριστα νέα στην οικογένεια, μια γέννα, και...»
«Ω, τι ωραία!» διέκοψε ο Μπουμπίλ. «Να σας ζήσει!»
«Ευχαριστώ! Κρίμα που δεν σας είδα πιο πριν, να μεταβιβάσω τις ευχές σας στη μητέρα, την αδερφή της νύφης μου!» είπε ο αντιναύαρχος. «Ω, μα πού είναι οι τρόποι μου; Καθίστε, ελάτε!»

Ο Βασιλικός Δράκος Where stories live. Discover now