ΧΧX

136 20 69
                                    

Κλεισμένη στο δωμάτιο για δεύτερη μέρα, η Έιντα περίμενε εναγωνίως με το στομάχι της σφιγμένο. Ήλπιζε πως η Γουέντι, ο κύριος Έντγκαρ κι ο Τσαρλς θα κατάφερναν να ειδοποιήσουν τον Τζόναθαν Ντέιβις και βαθιά μέσα της ήταν σίγουρη γι'αυτό, αλλά η πιθανότητα να πιάνονταν από τον Μπουμπίλ τη βασάνιζε. Τέρμα πια τα ψέματα και οι υποχωρήσεις. Ήταν καιρός αυτός ο άνθρωπος να πληρώσει για τα πάντα. Και ο Ντέιβις ήξερε τον τρόπο. Στην κατάσταση που είχαν φτάσει τα πράγματα, μόνο εκείνος μπορούσε να βοηθήσει την οικογένειά τους να δικαιωθεί. Αν όμως έβρισκε την ερωμένη, τότε η λύση ήταν απλή. Μόλις περνούσε το κατώφλι του σπιτιού τους αυτή η γυναίκα, όλα θα τελείωναν στο άψε σβήσε.

Εκεί που χθες δεν είχε όρεξη για τίποτα, εκείνες τις πρώτες ώρες του μεσημεριού τριγυρνούσε ανήσυχα πάνω κάτω μέσα στο δωμάτιο, φορώντας ακόμα το νυχτικό. Είχε γράψει στο γράμμα της πως παρακαλούσε τον Ντέιβις να εμφανιστεί μαζί με την ερωμένη το μεσημέρι. Μπορεί να του είχε δώσει λίγο χρόνο, μα ήξερε ότι είχε πολλές άκρες και κατά πάσα πιθανότητα θα τα κατάφερνε, άλλωστε δεν ήταν δύσκολο να βρει τη συγκεκριμένη γυναίκα. Όσο όμως η ώρα περνούσε, τόσο περισσότερο φοβόταν πως κάτι είχε πάει στραβά, πως ίσως η ερωμένη ήταν άφαντη ή πως ο Ντέιβις την είχε προδώσει ή ακόμα και πως το γράμμα δεν είχε φτάσει ποτέ στον προορισμό του.

Ήταν πολύ δύσκολο να πρέπει απλώς να κάθεται και να περιμένει με τα χέρια σταυρωμένα. Ήταν ενοχλητικό, η Έιντα ήθελε να έχει έλεγχο της κατάστασης κι αυτή τη φορά δεν μπορούσε. Έπρεπε να βασιστεί στους υπηρέτες και στον κύριο Ντέιβις, που τους εμπιστευόταν μεν, αλλά θα προτιμούσε να ήξερε ακριβώς τι συνέβαινε και αν το σχέδιο είχε πετύχει ή όχι.

Δεν άντεχε την αναμονή, πίστευε πως θα πέθαινε από το άγχος της πριν προλάβει να δει τον Μπουμπίλ να καταδικάζεται όπως του άξιζε κι αυτό ήταν που την άγχωνε ακόμα περισσότερο. Μακάρι να είχε πετύχει αυτή τη φορά. Έπρεπε να πετύχει. Αλλιώς, δεν ήξερε ούτε η ίδια τι ήταν ικανή να κάνει από την απελπισία. Μπορεί και να ανέβαινε σε μια καρέκλα και να πηδούσε από το παράθυρο του δωματίου της. Σίγουρα θα ήταν προτιμότερη η κόλαση από μια ζωή με τον Μπουμπίλ για πατέρα.

Η μητέρα της δεν είχε ξανάρθει στο δωμάτιο καθόλου, κι η Έιντα το προτιμούσε. Σιωπηλά όμως ετοιμαζόταν να συμφιλιωθεί μαζί της, καθώς ήξερε πως μετά τις αποκαλύψεις έπρεπε αυτό να γίνει. Δεν θα μπορούσαν να περάσουν όλο το υπόλοιπο της ζωής τους κρατώντας κακία η μία στην άλλη, ούτε ήθελε η Ίζαμπελ, σε περίπτωση που τελικά γυρνούσε κοντά τους, να τις βρει μεταμορφωμένες σε εχθρούς. Βέβαια ήταν σχεδόν αδύνατον να της συγχωρήσει κατευθείαν τόσα πολλά λάθη, αλλά έπρεπε για το καλό όλων να προσπαθήσει. Κι ήταν σίγουρη πως κι η Μαίρη θα βοηθούσε σ' αυτήν την προσπάθεια. 

Ο Βασιλικός Δράκος Where stories live. Discover now