Όταν η Ίζαμπελ ξύπνησε το μεσημέρι της επόμενης μέρας με την αυστηρή και συνάμα γλυκιά φωνή της λαίδης Μάργκαρετ να ηχεί στα αυτιά της, νόμιζε για μια στιγμή πως βρισκόταν μέσα σε ένα όμορφο όνειρο. Και πραγματικά έτσι έμοιαζε να είναι. Μέσα σε μια νύχτα, εκείνη τη νύχτα που κοιμήθηκε, έστω και άρρωστη, στο κρεβάτι της καμπίνας, ζεστά και μαλακά, ένιωσε τον ύπνο να παίρνει σιγά σιγά μακριά όλο τον πόνο και την αγωνία που έζησε εκείνον τον έναν χρόνο μέσα στον Βασιλικό Δράκο. Της φάνηκε πως ξέχασε την πείνα, τον φόβο, τη μοναξιά, τη νύχτα που την είχε ντροπιάσει ο Μακμίλαν και την νύχτα που εκείνη του έμπηξε το μαχαίρι στην κοιλιά, το τρομακτικό ναυάγιο, τα πάντα. Μονάχα της φάνηκε, γιατί ήξερε καλά πως δεν θα τα ξεχνούσε ποτέ.
Σ' όλη τη διάρκεια της νύχτας, η λαίδη Μάργκαρετ δεν έφυγε από το πλάι της κι έμεινε άγρυπνη παρακολουθώντας την εξέλιξη του πυρετού της, ο οποίος άρχισε να πέφτει προς το ξημέρωμα. Η καημένη η γκουβερνάντα έβαλε τα δυνατά της για να μην αρχίσει να κλαίει δυνατά και την ξυπνήσει, ωστόσο τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι από τα φουντουκί μάτια της και θόλωναν την όρασή της. Κι η ίδια νόμιζε ότι ονειρευόταν, έχοντας ξανά δίπλα της την αγαπημένη της Ίζαμπελ, σώα και ασφαλή. Πόσα είχαν να πουν όταν θα ξυπνούσε! Ήταν τόσα πολλά που δεν ήξερε από πού να ξεκινήσει και πώς να τα πει.
Εκείνο το μεσημέρι λοιπόν, η Ίζαμπελ άνοιξε αργά τα πράσινα μάτια της και αντίκρισε από πάνω της το πρόσωπο της λαίδης Μάργκαρετ που της χαμογελούσε. Παρ'όλο που την είχε δει έστω και θολά, για μια στιγμή, δίπλα της, νόμιζε πως φανταζόταν. Η έκπληξή της όταν κατάλαβε πως η γκουβερνάντα βρισκόταν εκεί στ' αλήθεια ήταν τεράστια. Κοίταξε γύρω της και είδε πως ήταν ξαπλωμένη σε ένα ευρύχωρο δωμάτιο, που έμοιαζε με τα δωμάτια του Βασιλικού Δράκου, δωμάτιο καραβιού. Φορούσε όμως ένα καθαρό φουστάνι και καθόταν σε ένα άνετο κρεβάτι.
Η λαίδη Μάργκαρετ της χάιδεψε μητρικά τα μαλλιά. Η Ίζαμπελ ανασηκώθηκε με το ζόρι και στηρίχτηκε στα μπράτσα της που έτρεμαν.
«Λαίδη Μάργκαρετ;» ψέλλισε, σαν να μην το πίστευε. Είχε έναν ολόκληρο χρόνο να καλέσει αυτό το όνομα.
Η γυναίκα έγνεψε καταφατικά και τα μάτια της για άλλη μια φορά βούρκωσαν.
«Ναι, αγαπημένο μου κορίτσι» είπε. «Είμαστε πάλι μαζί!»
Η έκπληξη ήταν σίγουρα μεγάλη, αλλά όχι αρκετή για να εμποδίσει την Ίζαμπελ να δακρύσει κι εκείνη και να πέσει με λαχτάρα στην αγκαλιά της γκουβερνάντας της. Και τότε πείστηκε πως είχαν ξαναβρεθεί πραγματικά, τότε που την άγγιξε και ένιωσε τα γερασμένα της χέρια να την τυλίγουν. Το μυαλό της ταξίδεψε πίσω στην Αγγλία, στο σπίτι της. Στο σπίτι...μα δεν θα έπρεπε να είναι εκεί η λαίδη Μάργκαρετ;
YOU ARE READING
Ο Βασιλικός Δράκος
Historical FictionΚαθώς τελειώνει ο χειμώνας του 1849-50, το εμπορικό ιστιοφόρο "Βασιλικός Δράκος" κάνει για πολλοστή φορά στην καριέρα του μια στάση στη Σαϊγκόν της Ινδοκίνας. Από εκεί μπαίνει στο πλοίο μια θρησκευόμενη νοσοκόμα, η Ρόζα, δηλώνοντας ότι είναι ανάγκη...