Σαν τον κισσό πάνω στα κάγκελα...

631 94 17
                                    


«Μη μου μείνεις στα χέρια τώρα, ρε μωρό μου» είπε ο Ραφαήλ, στηρίζοντάς την πάνω του. Την έκανε μια σβούρα στην αγκαλιά του, ώστε να βλέπει το πρόσωπό της.

Τον κοιτούσε επεξεργαζόμενη το πρόσωπό του αχόρταγα, μένοντας περισσότερο στα μάτια του. «Μα..» κατάφερε να πει, παρατηρώντας μέσα στο απόλυτο σκοτάδι, το χρώμα τους.

«Ξέρω..» ψέλλισε εκείνος με τη μία γωνία των χειλιών του, να στρέφεται ελαφρώς προς τα πάνω. «Ας πούμε... ότι με την αγγελική μου υπόσταση, ήρθαμε σε συμφωνία για ένα πράγμα...» έκανε μια παύση. «Δεν μπορούμε να μείνουμε μακριά σου» είπε την ώρα που τα μάτια του έπαιρναν το φυσικό σκούρο, σμαραγδένιο χρώμα.

Της Ιθούριελ, της ξέφυγε ένας στεναγμός και ακούμπησε το πρόσωπό της στο στέρνο του ακούγοντας τον υπέροχο ήχο της ξέφρενης καρδιάς του και τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από μέση του.

«Κράτα με» της είπε απελευθερώνοντας τα φτερά του πίσω από τη μυώδης πλάτη του.

«Σε κρατάω» μουρμούρισε εκείνη ισιώνοντας το κορμί της και χώνοντας το πρόσωπό της στην κοιλάδα του λαιμού του.

Θεέ μου... μονολόγησε η Ιθούριελ από μέσα της. Ανέκαθεν θεωρούνταν μια γυναίκα ψηλή που χαμήλωνε το βλέμμα της, για να συναντήσει βλέμματα άλλων. Με τον Ραφαήλ κοντά της όμως, ένιωθε μικροσκοπική.

Χάθηκε στο καταφύγιο της μοναδικής αγκαλιάς του και έκλεισε τα μάτια της, καθώς εκείνος με μία απαλή κίνηση των φτερών του, αποκολλήθηκε από το έδαφος.

Αυτή τη φορά δεν άφησε πίσω του ούτε κρατήρες, ούτε κατολισθήσεις. Δεν βιαζόταν και σίγουρα δεν ήθελε να τρομάξει το πλάσμα που κούρνιαζε στο στήθος του.

Ο Ραφαήλ στριφογύρισε στον αέρα, σαν το δελφίνι έξω από το νερό. Σαν τον σκανδαλιάρη Πίτερ Παν και εκείνη γέλασε και άνοιξε τα μάτια της απολαμβάνοντας τις μανούβρες που έκανε στον αέρα.

«Τι να το κάνεις το Λουναπάρκ, αν έχεις τον φτερωτό Ραφαήλ πλάι σου;» αναπόλησε φωναχτά η Ιθούριελ, την ώρα που τα σώματά τους διέγραφαν έναν κύκλο με την πλάτη της να κοιτάει προς τα πάνω και το κεφάλι του Ραφαήλ να πέφτει προς τα πίσω.

«Πίτερ Παν, πού πήγε η σοβαρότητά σου;» του είπε χαριτολογώντας, όπως έβλεπε την πλεξούδα της να κρέμεται ανάποδα, μα οι ώμοι του να συγκρατούν το βάρος της προστατευτικά, ώστε να μην κυλήσει προς τα κάτω λόγο βαρύτητας.

Επίγεια Κόλαση 1 και 2Where stories live. Discover now