Η Ιθούριελ κρατούσε μια ξύλινη κουτάλα στο χέρι της ανακατεύοντας το περιεχόμενο μιας κατσαρόλας, κοίταζε μπροστά της σαν υπνωτισμένη. Άφησε την κουτάλα να ακουμπήσει τα ανοξείδωτα τοιχώματα, καθώς το βλέμμα της εξερευνούσε τα μάτια της κουζίνας, την ώρα που αναρωτιόταν: «Τι στο διάολο συμβαίνει;».
Πάνω της φορούσε μια σατέν ρομπίτσα στο πιο απαίσιο φουξ χρώμα, και το στομάχι της αμέσως έγινε κόμπος. «Πότε φόρεσα αυτή την αηδία;» μουρμούρισε κάτω από τη μύτη της. Τα νύχια της δεν αποτελούσαν εξαίρεση μιας και είχαν την ίδια απόχρωση, ενώ οι ρίζες των μαλλιών της, παρουσίαζαν ένα ενοχλητικό τράβηγμα. Αυτομάτως η παλάμη της εφάρμοσε πάνω στο κεφάλι της και κείνη αναπήδησε ταραγμένη με έναν πανικό να την κυριεύει, ενώ η κίνησή της συνοδεύτηκε με ένα επιφώνημα. Τα μαλλιά της ήταν περίτεχνα τυλιγμένα σε ρολά κάτω από ένα διχτάκι.
Στα αυτιά της έφταναν ζητωκραυγές από φανατικούς οπαδούς του ποδοσφαίρου και ο εκφωνητής που παρουσίαζε κάθε στιγμιότυπο του αγώνα. «Δεν μπορεί!» μονολόγησε και πάλι η Ιθούριελ σαστισμένη. Παρότι κρύος ιδρώτας εμφανίστηκε στο μέτωπό της, στράφηκε πίσω της περίεργη για το τί θα μπορούσε να παράγει ατούς τους απαίσιους ήχους και μάλιστα να παρακολουθεί κάτι τέτοιο.
Οι φόβοι της επιβεβαιώθηκαν καθώς τα μάτια της διέτρεχαν σοκαρισμένα το σκηνικό μπροστά της.
Ο Ραφαήλ αραχτός πάνω στον καναπέ, με τα πόδια του να ακουμπάνε το ξύλινο τραπεζάκι μπροστά του. Φορούσε ένα λευκό φανελάκι, το οποίο ανεπιτυχώς προσπαθούσε να καλύψει ένα εξόγκωμα στη θέση που υπήρχαν κάποτε οι επίπεδοι και γυμνασμένοι κοιλιακοί μυς. Από κάτω φορούσε μια ξεχαρβαλωμένη γκρι φόρμα, ενώ το χέρι που δεν κρατούσε το τηλεκοντρόλ ήταν χωμένο κάτω από το λάστιχο της φόρμας, ανακουφίζοντας κάποια φαγούρα.
Το μπράτσο της Ιθούριελ τυλίχτηκε γύρω από το στομάχι της μιας και εκείνο ανακατεύτηκε ανεπαίσθητα. Τότε με έκπληξη ανακάλυψε πως η υφή ήταν ξένη κάτω από το άγγιγμά της. Το χέρι της με το ζόρι έφτανε τα πλευρά της. Αυτομάτως κοίταξε τον εαυτό της, και το κεφάλι της άρχισε να γυρίζει. «Ω θεέ μου.... Είμαι χοντρή!» αναφώνησε. Θα είχε σίγουρα είκοσι κιλά πάνω από το κανονικό της βάρος.
Ο Ραφαήλ του καναπέ, γύρισε προς το μέρος της. «Είναι έτοιμο το φαγητό;» τη ρώτησε με μια αδιάφορη έκφραση στο πρόσωπό του, ανασύροντας το χέρι του μέσα από τη φόρμα. «Τι;» πέταξε εκείνη σα να μην πίστευε στα αυτιά της. «Η μάσα ντε, έτοιμη είναι;» της απάντησε εκείνος ατάραχος. Η Ιθούριελ πήρε μια τρεμουλιαστή ανάσα, πριν τα μάτια της πλημυρίσουν με δάκρυα.
YOU ARE READING
Επίγεια Κόλαση 1 και 2
FantasyΙθούριελ είναι το όνομά της. Στους εφιάλτες της, το αίμα αντικαθιστά το καθαρό νερό των ποταμών και οι λίμνες βάφονται πορφυρές, προμηνύοντας μάλλον το τέλος του κόσμου ή την καταστροφή του. Αναζητάει την απομόνωση στο πατρικό της, μα και εκεί τη...