Το πέταγμα της Ραχήλ φανέρωνε τη θολούρα που επικρατούσε στο κεφάλι της, μιας και κινούνταν σαν το φτερό στην πτώση του, μια δεξιά, μια αριστερά.
Ο Μιχαήλ χασκογέλασε μόνος του πριν επιταχύνει ώστε να τη φτάσει. Εμφανίστηκε από κάτω της εισπράττοντας μια έκφραση έκπληξης και ένα τρανταχτό γέλιο που ξέφυγε νευρικό από τα χείλη της.
«Γιατί τρέφεσαι από μεθύστακες;» τη ρώτησε παραμένοντας από κάτω της, με τα φτερά του να σχίζουν κάθε λίγο το ρεύμα του ποταμού. Εκείνη δεν απάντησε παρά μόνο γέλασε ακόμη πιο δυνατά.
Η Ραχήλ μάζεψε απότομα τα φτερά της, σβουρίζοντας στον αέρα και έπεσε πάνω στον Μιχαήλ, σέρνοντας αμέσως τις παλάμες της πάνω στο στέρνο του.
«Μου έλειψες τόσο πολύ» ψιθύρισε στο αυτί του, χτενίζοντας με τα δάχτυλά της τα λυτά, σταχτιά μαλλιά του.
Η καρδιά του Μιχαήλ επιτάχυνε τον ρυθμό της. Τα χέρια του αγκάλιαζαν το σώμα της σφιχτά. Προετοιμάστηκε για μια πτήση μακρινή. Θα την πήγαινε κάπου που δεν θα τους ενοχλούσε κανείς. Κάπου που με δυσκολία θα μπορούσε να τους εντοπίσει οποιοσδήποτε.
Ασφάλισε τη Ραχήλ γερά πάνω του και ανέπτυξε ταχύτητα φωτός. Αν ήταν μέρα η ταχύτητά του θα στόλιζε τον ουρανό με μια μαύρη γραμμή, μα ήταν νύχτα και η κίνησή του στο βαθύ σκοτάδι της, έμεινε απαρατήρητη.
Το δαιμόνιο μυαλό του Μιχαήλ έτρεχε να βρει τρόπο, να επαγρυπνήσει εκείνο το θολωμένο της συντρόφου του από το αλκοόλ.
Στο μέρος που είχαν ταξιδέψει, στο άλλο ημισφαίριο, ο ήλιος δέσποζε πάνω από τα κεφάλια τους, τσουρουφλίζοντας το δέρμα τους, κάθε που οι αδίστακτες ακτίνες του έρχονταν σε επαφή με το δέρμα τους.
Μια έκφραση δυσφορίας απλώθηκε στα χαρακτηριστικά του Μιχαήλ, έπρεπε να επισπεύσει την κατάβασή τους. Δεν άντεχε άλλο λεπτό εκτεθειμένος στο μαρτύριο της ζέστης. Στρέφοντας το βλέμμα του προς τον ορίζοντα όμως, πήρε μια ανάσα ανακούφισης. Μαύρα σύννεφα είχαν μαζευτεί εκεί, προμηνύοντας έντονη καταιγίδα.
Επιτέλους ο Αμαζόνιος θεός εμφανίστηκε μπροστά του, μα έψαχνε ένα συγκεκριμένο σημείο του. Εκεί που τα νερά θα έβραζαν από την έντονη κινητικότητα των αιμοβόρων ψαριών. «Η πλάκα που θα πάθει, θα την συντροφεύει για πάντα» σκέφτηκε ο Μιχαήλ με τα χείλη του να κυρτώνουν ελαφρώς προς τα πάνω και το πανούργο βλέμμα του να αναζητά τον προορισμό του.
YOU ARE READING
Επίγεια Κόλαση 1 και 2
FantasyΙθούριελ είναι το όνομά της. Στους εφιάλτες της, το αίμα αντικαθιστά το καθαρό νερό των ποταμών και οι λίμνες βάφονται πορφυρές, προμηνύοντας μάλλον το τέλος του κόσμου ή την καταστροφή του. Αναζητάει την απομόνωση στο πατρικό της, μα και εκεί τη...