Στιγμές

96 14 20
                                    

[Μετά από δύο μήνες.]

Η δίκη της Ασπασίας έχει τελειώσει. Ομόφωνα βγήκε η απόφαση πως είναι αθώα. Μάνα και κόρη, βγαίνουν τώρα έξω από την αίθουσα, κρατώντας η μία την άλλη, σαν στήριγμα.

«Τα καταφέραμε, μαμά μου!» Η Κατερίνα είναι κάτι παραπάνω από ευτυχισμένη.

Εκείνη τη στιγμή, φτάνει δίπλα τους και ο Αντρέας. Η Ασπασία σταματάει, και πιάνει σφιχτά το χέρι του.
«Θέλω να σε ευχαριστήσω, Αντρέα.» Η ευγνωμοσύνη καθρεφτίζεται στα μάτια της.
«Με βοήθησες πάρα πολύ. Κι ας μην το άξιζα.» Η Ασπασία ακόμα μετράει τα λάθη της. Η τελευταία της περιπέτεια, ήταν ένα μεγάλο σχολείο για την ίδια.

Εκείνος της χαμογελάει.
«Μην το ξαναπείς αυτό, Ασπασία. Ήσουν αθώα.» Συνεχίζει να το υποστηρίζει αυτό.
«Απλά... έπρεπε να βρούμε τρόπο για να το αποδείξουμε.»

«Και πάλι σε ευχαριστώ.» Αυτή την πράξη, θα του την χρωστούσε για μια ολόκληρη ζωή.

«Λοιπόν, πρέπει να πηγαίνω. Θέλετε να σας πάω πουθενά;»

«Δεν χρειάζεται, Αντρέα. Θα κάνουμε μια βόλτα. Έχουμε καιρό να τα πούμε μόνες μας.» Αποκρίνεται η Κατερίνα, πιάνοντας αγκαζέ την μητέρα της. Πράγματι, οι δύο γυναίκες χρειάζονται χρόνο, για να ξανά βρουν τις ισορροπίες τους.

«Και είναι απόλυτα λογικό.» Ο Αντρέας τις καταλαβαίνει.
«Καλή συνέχεια.» Λέει, και αποχωρεί από κοντά τους, χαμογελαστός.

«Επίσης, Αντρέα.» Φωνάζουν ομόφωνα, μάνα και κόρη. Τώρα είχαν πολύ δουλειά μπροστά τους. Η Ασπασία πρέπει να βρει νέους ρυθμούς στην ζωή της. Και η Κατερίνα θα είναι δίπλα της, σε κάθε βήμα.

_______________________________

«Να σας πω, ποιο από τα δύο;» Ο Αντρέας υψώνει τα δύο σακάκια. Ένα μαύρο και ένα μπλε σκούρο.

«Και με τα δύο ο ίδιος δείχνεις.» Τον πειράζει ο Μιχαήλ. Ο Οδυσσέας γελάει, δίπλα του.

«Άντε ρε, βλάκα.» Απαντάει, και μετά στρέφεται στον καθρέφτη.

Οι δύο βρίσκονται απλωμένοι στο κρεβάτι του Αντρέα, όσο εκείνος στέκεται όρθιος, προσπαθώντας να διαλέξει την κατάλληλη ένδυση για το αποψινό του ραντεβού.

«Και για που ετοιμάζεσαι εσύ, για να έχουμε και το καλό ερώτημα;» Αναρωτιέται ο Οδυσσέας, ανασηκώνοντας σαρκαστικά το φρύδι του.

«Τι; Ραντεβουδάκι με άλλη;» Τα μάτια του Μιχαήλ λάμπουν από περιέργεια.

Ο Αντρέας αφήνει το μαύρο σακάκι πίσω, στην ντουλάπα.
«Ναι, έχω ραντεβού.» Απαντάει αδιάφορα.

Αγγελικά πλασμένοι: Η οργή των αγγέλωνWhere stories live. Discover now