Κεφάλαιο 6

9.2K 906 60
                                    



Μάξιμος

Με νεύρο σηκώνομαι όρθιος και την πλησιάζω επικίνδυνα ζητώντας να μου πει τι σόι άνθρωπο έχει απέναντι της, παρόλο που το σκέφτεται στην αρχή στην συνέχεια η γλώσσα πηγαίνει ροδάνι και με εκνευρίζει επικίνδυνα η κάθε λέξη που ξεστομίζει. Ποια νομίζει πως είναι και μου μιλάει εμένα έτσι; Με ποιο δικαίωμα βγάζει αυτά τα συμπεράσματα για εμένα; Ναι, έχω ένα πάθος στις γυναίκες και το παραδέχομαι «σκοτώστε με» κι'όλας που μαγεύομαι από το ωραίο φύλο!

«Τελείωσες;» την ρωτάω θυμωμένα μόλις μου πει και την ''συμβουλευτική'' παροιμία της.

«Και βέβαια τελείωσα.» σχολιάζει και πάει να φύγει. Όμως, για μισό λεπτό θα πρέπει και εγώ να πω τι σόι άνθρωπο έχω απέναντι μου. Ή λέμε και οι δύο την γνώμη μας ή όχι...

«Για μισό λεπτό...» την αρπάζω από τον καρπό και την γυρίζω αντικριστά μπροστά μου.

Επίμονα κοιτάζει τον καρπό της ο οποίος είναι εγκλωβισμένος μέσα στην παλάμη μου. Η ανάσα της, μιας και βρισκόμαστε σε κοντινή απόσταση καταλαβαίνω πως είναι γρήγορη και βαριά. Για λίγα δεύτερα μοιάζει χαμένη, όμως συνέρχεται απότομα και τραβάει με δύναμη τον καρπό της για να απεγκλωβιστεί από την λαβή μου. Με κοιτάζει απευθείας στα μάτια, βγάζουν σπίθες και αν ήταν δυνατόν σίγουρα θα με είχαν χτυπήσει για να με κάψουν... Χαμογελάω λοξά σε αυτή την θυμωμένη εικόνα της, βασικά μέχρι τώρα μόνο θυμωμένη την έχω δει.

«Τι θες;» ρωτάει απότομα κρατώντας μια απόσταση ανάμεσα μας.

«Να μη σου πω και εγώ την δική μου άποψη για το τι σόι άνθρωπος είναι η ''δεσποινίδα'' απέναντι μου;» την ρωτάει με δόση ειρωνείας πίσω από την φωνή μου. Στριφογυρίζει τα μάτια της και σταυρώνει τα χέρια κάτω από το στήθος της, ενισχύοντας το προς τα πάνω και αυτό φουσκώνει. Πειρασμός... Ξύπνα Μάξιμε...

«Νομίζεις με ενδιαφέρει;» με ρωτάει και σηκώνει το φρύδι της.

Μπράβο τσαγανό το κοριτσάκι...

«Ούτε εμένα η δική σου με ενδιέφερε, όμως την άκουσα.» κάνω βήματα για να την πλησιάσω, ενώ εκείνη οπισθοχωρεί προς τα πίσω. Με φοβάται;

«Με φοβάσαι;» την ρωτάω γελώντας στην διαπίστωση μου...

«Να σε φοβάμαι; Είσαι εντελώς βλάκας αν νομίζεις ότι σε φοβάμαι.» λέει γρήγορα και απότομα.

Χαμογελάω, μάλλον με φοβάται!

«Λέγε ότι έχεις να πεις να τελειώνουμε...» ζητάει απότομα.

«Η ''δεσποινίδα'' που έχω απέναντι μου λοιπόν...» ξεκινάω να λέω κάνοντας δήθεν τον σκεπτικό! Σταυρώνω τα χέρια μου και την καρφώνω με το βλέμμα μου «...είναι μια αρκετά σνομπ και αχάριστη νεαρή γυναίκα η οποία δεν εκτιμάει το γεγονός του ότι διακινδύνεψα τη ζωή μου για να την σώσω και δεν λέει ούτε ένα ευχαριστώ. Επίσης, μάλλον έχει την πεποίθηση πως όλα τα αρσενικά τριγύρω σφάζονται στα φουστάνια της πράγμα τόσο λάθος διότι ένας άνδρας θέλει δίπλα του μια γυναίκα, ενώ αυτή είναι ακόμη ένα κοριτσάκι.» της λέω και αυτό πραγματικά την κάνει τούρμπο «Και να σου δώσω μια συμβουλή, έτσι φιλικά; Ξεκαβάλα το καλάμι τώρα που είναι νωρίς, πριν πάρουν και άλλο τα μυαλά σου αέρα.» αυτό την εξόργισε περισσότερο.

«Ξανά πες το!» ζητάει έντονα ενώ με έχει πλησιάσει επικίνδυνα.

«Τι να ξανά πω;» την εκνευρίζω περισσότερο.

«Αυτό το τελευταίο...» είναι έτοιμη να εκραγεί.

«Α, το να ξεκαβ...» δεν προλαβαίνω να ολοκληρώσω την φράση μου... έχει σηκώσει την παλάμη της και με έχει χαστουκίσει. Ξανά, δεύτερη φορά σήμερα!

«Τι έκανες μόλις τώρα;» ρωτάω αυτή την φορά με πραγματικό εκνευρισμό πίσω από την φωνή μου.

«Σου άξιζε...» απαντάει με τον ίδιο τόνο.

«Θα μου το πληρώσεις!» λέω μέσα από τα δόντια μου.

«Αλήθεια;» κάνει δήθεν πως τρομάζει και απομακρύνεται «Εδώ θα είμαι στην άκρη και θα περιμένω... όταν θελήσεις να στο πληρώσω.» ειρωνεύεται και με εξωθεί στα άκρα.

Γρυλίζω και γυρίζω από την άλλη πλευρά. Θα την πνίξω... Προχωράω προς την θάλασσα και αρχίζω να μπαίνω μέσα, βουτάω ολόκληρος και προχωράω στα βαθιά. Γιατί να είναι τόσο εκνευριστική και όχι όπως όλες οι άλλες; Γιατί να μην το βουλώνει αυτό το ωραίο στοματάκι της ή έστω να κάνει άλλα πιο ωραία πράγματα με αυτό; Όταν βγω στην επιφάνεια έχω μπει πολύ βαθιά, όμως συνεχίζω γιατί το χρειάζομαι, αν έμενα άλλο λίγο στην στεριά θα λέγαμε πιο βαριές κουβέντες.

Όταν αισθανθώ πως έχω ηρεμήσει κινώ προς την στεριά, πλησιάζω το σημείο που είχα ανάψει την φωτιά και αυτή έχει σβήσει ενώ η ''δεσποινίδα'' Φωτιάδη είναι κουλουριασμένη και αποκοιμισμένη στη μια πλευρά... και μετά μου λέει ότι εγώ δεν έχω τρόπους. Φταίω να την ξυπνήσω και να της πω τι δουλειά έχει στην φωτιά που άναψα εγώ; Όμως δεν το κάνω, βέβαια ένας άνθρωπος με τρόπους δεν το κάνει αυτό. Ξεφυσάω και ξαπλώνω από την άλλη πλευρά, τοποθετώ τα χέρια πίσω από το κεφάλι και κοιτάζω τον ουρανό με τα άστρα...

Πόσα χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία φορά που κοιμήθηκα έξω, δίχως ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι μου;

(Να τους βρούνε σύντομα... θα σφαχτούν, σας το λέω.

Πολλά φιλιά, πολλή αγάπη.)


Μη σου τύχει #Wattys2016Donde viven las historias. Descúbrelo ahora