Κεφάλαιο 51. [Η επίθεση] - Μέρος 3/3

389 44 23
                                    

«Μαρία,με συγχωρείς» έλεγε ο Αντώνης,καθώς έβλεπε την Μαρία να σηκώνεται από τον καναπέ,πνιγμένη στο κλάμα. «Μαρία μου,δεν ήθελα να σου κάνω κακό» είπε και προσπάθησε να την αγκαλιάσει,όμως εκείνη τον έσπρωξε.

«ΜΗΝ ΜΕ ΑΓΓΙΖΕΙΣ! ΣΕ ΣΙΧΑΙΝΟΜΑΙ!Πώς μπόρεσες να μου το κάνεις αυτό?»

«Μου έλειψες πολύ και...δεν κατάλαβα ότι ήσουν σε τόσο δυσάρεστη θέση» πήγε να δικαιολογηθεί,γεμάτος τύψεις.

«Τι άλλο ήθελες για να καταλάβεις πως από την μεριά μου δεν υπήρχε καμιά επιθυμία για...Αχ! Σιχαμένε! Μην με πλησιάζεις,θα σε σκοτώσω!» του φώναξε,καθώς τον έβλεπε να πλησιάζει προς το μέρος της.

«Συγχώρεσέ με,Μαρία,σε παρακαλώ.Εγώ σε αγαπάω» επέμενε εκείνος.

«Τώρα θυμήθηκες να ζητήσεις συγγνώμη?Αφού έκανες ό,τι έκανες? Είναι αργά πια! Με διέλυσες» τον κατηγόρησε.

«Πώς μπορώ να επανορθώσω?» ρώτησε.

«Μην εμφανιστείς μπροστά μου ποτέ ξανά. Ο λόγος που δεν πάω στην αστυνομία είναι γιατί δεν έχω καμιά όρεξη να ασχοληθώ μαζί σου.Ούτε το όνομά σου δεν μπορώ να αναφέρω.Τόσο σε έχω σιχαθεί» του είπε και έφυγε,κοπανώντας την πόρτα πίσω της.

Ο Αντώνης πρέπει να την άκουσε,γι αυτό δεν ακολούθησε.Ας έπαιρνε μια φορά στα σοβαρά τα λόγια της πως δεν θέλει να τον ξαναδεί.


Περπατούσε στον δρόμο,χωρίς να ξέρει που ακριβώς πήγαινε. Το μυαλό της δεν μπορούσε να χωρέσει αυτό που έγινε : ο Αντώνης την είχε βιάσει. Και μάλιστα προσπαθούσε να δικαιολογηθεί λέγοντας ότι την αγαπάει. Εκείνη,πάντως ήξερε πια τα αισθήματά της για το άτομό του : μίσος και αηδία. Μόνο αυτά ένιωθε και τίποτα άλλο.

Αφού τελικά περπάτησε χιλιόμετρα,προσπαθώντας να ηρεμήσει,αποφάσισε να πάρει ένα ταξί για να επιστρέψει. Μπήκε στο δωμάτιό της με κάθε προφύλαξη,προκειμένου να μην την ακούσει ο πατέρας της και έπεσε στο κρεβάτι.Εκεί έμεινε ως το επόμενο απόγευμα,χωρίς καμιά όρεξη να σηκωθεί.Όλα της πήγαιναν χάλια. Ο Αντώνης της είχε λερώσει το σώμα και την ψυχή,ο Ορέστης την αγνοούσε,δουλειά δεν υπήρχε,ο πατέρας της ήταν χάλια ψυχολογικά. Δεν άντεχε άλλο,κάτι έπρεπε να κάνει. Σηκώθηκε αποφασισμένη και πήγε στο μπάνιο.Πλύθηκε σχολαστικά και έτριβε επίμονα το δέρμα της με το σφουγγάρι,ενώ δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια της. Όσο και να τριβόταν αυτή η πράξη δεν θα μπορούσε να ξεπλυθεί από την ψυχή της. Βγήκε κατακόκκινη από το μπάνιο και ντύθηκε με μια φαρδιά πιτζάμα,που εξαφάνιζε κάθε ίχνος θηλυκότητας από πάνω της. Έλεγξε ξανά το κινητό της και τότε έθεσε σε πράξη αυτό που σκεφτόταν.Τηλεφώνησε στην Έλσα.

ΜΟΙΡΑΙΑ ΑΓΑΠΗ 2Where stories live. Discover now