Παρελθόν
Έχω μείνει εμβρόντητη από αυτή τη εικόνα που βρίσκεται μπροστά στα μάτια μου. Μαύρη μπλούζα από πάνω μαύρο δερμάτινο τζάκετ, στο ίδιο χρώμα το τζιν παντελόνι του όπως επίσης και τα αρβυλάκια. Αφού τον περιεργάστηκα από πάνω μέχρι κάτω έπειτα το βλέμμα μου ανέβηκε στο πρόσωπο του όπου και σταμάτησε μέσα στα μάτια του. Τα πιο όμορφα εκφραστικά σκούρα μπλε μάτια που έχω δει στη ζωή μου. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά ακανόνιστα στο στήθος με τη ένταση του βλέμματος του κάνοντας με να χαμηλώσω το βλέμμα μου κάτω.
«Καλώς τον!»ακούγεται η φωνή του Τζιάκομο.
«Πιστεύω να είναι κάτι σοβαρό για να με κάλεσες εδώ πέρα».ακούγεται τραχιά η φωνή του όμορφου δαίμονα.
«Ναι, κάτσε! Να σου πω»απαντάει και ο μικρότερος αδελφός.
Εγώ συνεχίζω να έχω το βλέμμα μου κάτω στο πάτωμα με τη καρδιά να χτυπάει σαν τρελή. Εκείνος κάθεται στη καρέκλα απέναντι μου με τη απόσταση να είναι τόση μικρή που μπορώ να μυρίσω τη έντονη μυρωδιά του αρώματος που φοράει. Armani, είναι το άρωμα του.
«Η δεσποινίς;»ρωτάει τον Τζιάκομο.
«Για αυτό το λόγο σε κάλεσα»απαντάει ο αδελφός στον Ματέο.
Μπορεί να συνεχίζω να έχω το βλέμμα μου κάτω αλλά μπορώ να νιώσω τη ματιά του πάνω μου κάνοντας με να ριγήσω ολόκληρη.
«Ακούω!»είπε επιτακτικά, ακούω το ήχο του αναπτήρα και αμέσως η μυρωδιά του καπνού σκέπασε το χώρο του γραφείου.
«Η κοπέλα ψάχνει για δουλειά»λέει ο Τζιάκομο.
«Και εγώ τι είμαι; Γραφείο εύρεσης εργασίας;»ανταποδίδει καυστικά.
«Ματέο!»φώναξε ο Τζιάκομο.
«Τι ρε μαλάκα;»ρωτάει ο Ματέο και μπορώ να ακούσω το ήχο του γέλιου του.
«Πρώτον μην είσαι αγενής και δεύτερον η κοπέλα ήρθε για τη θέση της μαγείρισσας».
«Η δεσποινίς είναι μαγείρισσα; Μάλιστα και δεν της φαίνεται»συνεχίζει να ειρωνεύεται ο Ματέο κάνοντας με να εκνευρίζομαι με την επιθετική στάση του. Σηκώνω το βλέμμα μου για να τον αντικρίσω. Με ένα στραβό χαμόγελο και με τον αγκώνα του να ακουμπάει πάνω στο ξύλινο χέρι της καρέκλας με κοιτάζει παιχνιδιάρικα.«Έχετε ξανά δουλέψει ως μαγείρισσα;»απευθύνεται τώρα σε εμένα και ανασηκώνει τα φρύδια του.