ΠαρόνΚαθώς κοιτάζω τα χαρτιά που ετοίμασε ο δικηγόρος μου για την αγοροπωλησία του μαγαζιού ακούω τη πόρτα να χτυπάει.«Περάστε!»φώναξα και αμέσως η πόρτα ανοίγει με την Εύα να κάνει την εμφάνιση της μέσα στο χώρο.
Για μια στιγμή την κοιτάζω που στέκεται στη μέση του γραφείου με τα χέρια της σταυρωμένα μεταξύ τους και με ένα θυμωμένο ύφος. Μέσα από το μαγαζί φύγαμε με εκείνη να έχει νευριάσει μαζί μου επειδή της είπα ακριβώς την αλήθεια, δηλαδή και να μην την είχα πιάσει με τον αδελφό μου το γεγονός ότι ήταν πόρνη είναι κάτι δεν μπορώ να το βγάλω μέσα από το μυαλό μου. Γέρνω τη πλάτη μου πίσω στη πολυθρόνα και τρίβοντας με τα ακροδάχτυλα το στόμα μου κάθομαι και την περιεργάζομαι. Τα πλούσια μαύρα μαλλιά της να είναι μαζεμένα αλογοουρά και το πρόσωπο πεντακάθαρο χωρίς ίχνος μακιγιάζ. Με το απαθές βλέμμα της και το ανέκφραστο πρόσωπο της με κάνουν να χαμογελάσω αχνά.
«Με ήθελες κάτι;»ρωτάει απότομα.
Καθώς το βλέμμα μου περνάει πάνω από τη λευκή μακριά πουκαμισά της και κατεβαίνει στο μαύρο κολάν που φοράει έπειτα αποστρέφω το βλέμμα μου από πάνω της για να κοιτάξω τα χαρτιά που έχω μπροστά μου «Ναι, έχω εδώ τα χαρτιά για την αγοροπωλησία. Το ποσοστό συνιδιοκτησίας είναι 60% στο όνομα μου και σε 40% σε εσένα και φυσικά με τη ρήτρα ότι το ποσοστό συνιδιοκτησίας θα σου ανήκει μετά από το γάμο»απαντώ κοφτά και βγάζω ένα τσιγάρο μέσα από το πακέτο που βρίσκεται δίπλα μου.
Καθώς το τοποθετώ ανάμεσα στα χείλη μου και προτού το ανάψω εκείνη ανταποδίδει έξαλλη «Τι δεν κατάλαβες από αυτά που σου είπα το πρωί;»
Αφού άναψα το τσιγάρο και με μια γρήγορη ματιά κοίταξα την οργισμένη μορφή της «Άφησε στη άκρη τη ναπολιτάνικη υπερηφάνεια σου. Έκανα αμάν να πείσω την ιδιοκτήτρια να μου πουλήσει το μαγαζί».λέω αυστηρά.
«Δεν με ενδιαφέρει! Και ούτε θέλω την ελεημοσύνη σου.»συνεχίζει να λέει έξαλλη και σταυρώνει τα χέρια της κάτω από το στήθος της.