Παρελθόν
«Απόψε σε θέλω στο κρεβάτι μου!»ψιθυρίζει μέσα στο αυτί μου και νιώθω τη γλώσσα του να χαϊδεύει το λοβό του αυτιού μου. Χαμηλώνω τα βλέφαρα μου και η καρδιά μου χορεύει σε τρελούς ρυθμούς μόλις νιώθω το άγγιγμα της γλώσσας του και τη καυτή ανάσα του μέσα στο αυτί μου κάνοντας τις τρίχες του σβέρκου να σηκωθούν όρθιες. Δαγκώνω το κάτω χείλος μου απολαμβάνοντας το χάδι του. «Δεν πρέπει»σιγομουρμουρίζω ανήμπορη.
«Σε θέλω σαν τρελός!»επιμένει εκείνος θέλοντας να με βασανίσει και η γλώσσα του κυλάει στο λαιμό μου. Ένας αναστεναγμός βγαίνει μέσα από το στόμα μου και όλο μου το είναι ουρλιάζει από ηδονή. «Αφού το θέλεις και εσύ!»συμπλήρωσε με το στόμα του να περνάει από το μάγουλο μου ώσπου φτάνει στις άκρες των χειλιών μου.
«Φοβάμαι»παραδέχομαι ψιθυριστά.
«Δεν θα σου κάνω κακό».με καθησυχάζει και τα ακροδάχτυλα του κατεβαίνουν ρυθμικά έως τη άκρη του φορέματος μου. Αναστενάζω δυνατά μόλις τα κρύα δάχτυλα του πιάνουν τη γυμνή σάρκα μου που καίει από προσμονή. Τα δάχτυλα του πιάνουν το σημείο της ένωσης της κάλτσας με τη ζαρτιέρα που φοράω ώσπου την τραβάει και νιώθω το χέρι του να κατεβάζει τη μαύρη κάλτσα. Αφού τη κατέβασε μέχρι το γόνατο μου ξεκίνησε να ανεβοκατεβαίνει πάνω στο μηρό μου κάνοντας με να αναριγήσω ολόκληρη. «Μη με φοβάσαι!»πρόσθεσε και έπειτα ενώνει τα χείλη του με τα δικά μου. Ένα απαλό και τρυφερό φιλί το οποίο αμέσως μετατρέπεται σε άγριο και κτητικό. Αναστενάζω ξέπνοα μέσα στο στόμα του και εκείνος σηκώνεται πάνω από το σκαμπό τραβώντας με πάνω του. Η γλώσσα του εισχωρεί μέσα στο στόμα μου άγρια και αμέσως η αναπνοή μου κόβεται, εκτοξεύοντας με πάνω στα αστέρια. Αφού το χέρι του ελευθέρωσε και στο άλλο μου πόδι τη κάλτσα από τη ζαρτιέρα με πιάνει από τη μέση και με γυρίζει έτσι ώστε να κολλήσω πάνω στο πάγκο.
Απομακρύνεται ελάχιστα από πάνω μου και τα μάτια του ταξιδεύουν πάνω στο κορμί μου «Είσαι πολύ όμορφη,carino»ψιθυρίζει και τα δάχτυλα του πιάνουν τρυφερά το μάγουλο μου. Για μια στιγμή χάνομαι μέσα στο βαθύ μπλε χρώμα των ματιών του και νιώθω τη καρδιά μου να σφίγγεται. Κανένας άντρας δεν με έχει κάνει να νιώσω τόσο δυνατά μονάχα από ένα άγγιγμα και ένα φιλί. Στέκομαι μπροστά του με την ανάσα μου να βγαίνει κοφτή κοιτάζοντας την αρρενωπή μορφή του. Τα μαύρα μαλλιά του να είναι όλα προς τα πίσω, οι μαύρες μακριές βλεφαρίδες του που σε κάνουν να θέλεις να τις πιάσεις ,τις έντονες γωνίες του πρόσωπου του και έπειτα τα σαρκώδη χείλη του στο χρώμα του ροδάκινου είναι εκείνα που σε προκαλούν να μπεις και να χαθείς μέσα στη Κόλαση. Εκείνος δεν έχει πάρει το βλέμμα του από πάνω μου. Σε κάθε βλέμμα του σμίγει σκεπτικός τα φρύδια του. Διστακτικά τείνω το χέρι μου προς το στέρνο του και αργά ξεκουμπώνω τα κουμπιά του μαύρου πουκάμισου του. Μόλις ξεκούμπωσα τα κουμπιά του το γεροδεμένο στέρνο του κάνει την εμφάνιση του. Τα δάχτυλα μου ξεκινάνε το ταξίδι από τη κλείδα του λαιμού του έπειτα κυλάνε πάνω στο στιβαρό του στήθος και στο τέλος πάνω στο σφιχτό στομάχι του όπου και σταματάνε. Κάθομαι και χαζεύω το σκουρόχρωμο κορμί του ώσπου μια αστραπή διαπερνάει μέσα από το τζάμι του παράθυρου φωτίζοντας όλο το χώρο και το στιβαρό στέρνο του. Το βλέμμα μου περνάει πάνω από τη δεξιά μεριά του πλευρού του και βλέπω μια έντονη ουλή πάνω του. «Από πού το έπαθες αυτό;»ψιθυρίζω καθώς χαϊδεύω τη ουλή πάνω στο πλευρό του.