Μέχρι και το δωμάτιο μου φαντάζει στα μάτια μου ένας εσώκλειστος χώρος με μηδαμινή χωρητικότητα. Χρειάζομαι να πάρω λίγο αέρα όμως δεν τολμώ να βγω. Ούτως ή άλλως δεν έχω κάποια συντροφιά για να κάνω παρέα και να περάσω την ώρα μου. Δεν με γεμίζει κανένας και έχω απομακρυνθεί από όλους. Η πρώτη μου βδομάδα ήταν σκέτη κόλαση. Στο σχολείο ήμουν απολύτως μόνη μου γιατί εγώ το ζήτησα με την συμπεριφορά μου. Όλα τα παιδιά συνέχιζαν τα απαίσια σχόλια τους και με δείχνανε με το δάχτυλο μιλώντας για την ιστορία μου. Τις περισσότερες φορές απλώς τοποθετούσα τα ακουστικά μου και έκανα πως τους αγνοώ όμως ήξερα τι έλεγαν και αυτό πονούσε. Οι κολλητοί μου με παράτησαν διότι τους είχα πει πως δεν με γνωρίζουν καλά τελικά κι έγιναν καπνός. Τόσο άντεξε η φιλία τους. Με παράτησαν στη χειρότερη στιγμή της ζωής μου. Το ξέρω πως κι εγώ φερόμουν περίεργα όμως περνάω δύσκολα γιατί δεν με καταλαβαίνουν;
Ξαφνικά ακούω το χτύπημα της πόρτας μου και γυρίζω βαριεστημένα να κοιτάξω το κεφάλι του μπαμπά μου που ξεπροβάλει από την κάσα. Μου χαμογελάει όμως δεν παίρνει την ίδια ανταπόκριση. Απομακρύνω το ένα μου ακουστικό από το αυτί μου και κουνάω το χέρι μου ως ερώτηση. Εκείνος δεν πλησιάζει πιο μέσα και με παρατηρεί από πάνω μέχρι κάτω εστιάζοντας στους μαύρους κύκλους κάτω από τα πράσινα μου μάτια. Το ξέρω η εικόνα μου είναι απαίσια και αποκρουστική όμως δεν με αφορά. Ούτως ή άλλως δεν θέλω καν να ζω. Θέλω την μαμά μου.
"Γιατί με κοιτάς έτσι;"
"Γιατί δεν μου θυμίζεις το μικρό μου κοριτσάκι. Λήδα η ζωή συνεχίζεται." τα λόγια του με εξοργίζουν τόσο πολύ και τα νεύρα όλης της βδομάδας βγαίνουν στην επιφάνεια δίχως την συγκατάθεση μου. Σηκώνομαι απότομα από το κρεβάτι μου και τον καρφώνω με τα μάτια μου βγάζοντας σπίθες. Τα χέρια μου σφιγμένα στα δυο πλευρά μου και το αριστερό μου πόδι χτυπάει πάνω κάτω το πάτωμα από την σύγχυση.
"Πως μπορείς να μου λες ότι η ζωή συνεχίζεται;"
"Μα αυτό είναι η αλήθεια μικρή μου." πάει να με πλησιάσει αλλά τον εμποδίζω δίχως δεύτερη σκέψη. Δεν θέλω να με ακουμπήσει.
"Βγές από το δωμάτιο μπαμπά." υψώνω το δεξί μου χέρι και του δείχνω την πόρτα. Κάνω νόημα με το κεφάλι μου για να κατευθυνθεί προς τα εκεί κι αυτός με υπακούει χαμηλώνοντας το κεφάλι του. Γιατί δεν μπορεί να με καταλάβει κανείς;
Πώς γίνεται να είναι τόσο ατάραχος με το θάνατο της γυναίκας του;
Υποτίθεται την λάτρευε. Κλέφτηκαν. Την είχε ερωτευτεί όμως οι γονείς του δεν θέλανε μια φτωχή κοπέλα στην οικογένεια. Εκείνος δεν τους είχε ακούσει και την πήρε μαζί του στην Αμερική για να συνεχίσει τις σπουδές του. Η μαμά μου είχε μείνει έγκυος σε μένα και μόλις ο μπαμπάς μου κατάφερε να γίνει συνέταιρος με κάποιον στην Ελλάδα γυρίσανε και χτίσανε όλες αυτές τις επιχειρήσεις. Την αγαπούσε τόσο πολύ αλλά με όλα αυτά δεν φαίνεται. Θα έπρεπε να ήταν στην ίδια κατάσταση με μένα. Με όλες αυτές τις σκέψεις αρπάζω το χρυσό χερούλι και κατεβαίνω τα σκαλιά όσο πιο βιαστικά μπορώ. Τον παρατηρώ να κάθεται στον καναπέ με ένα περιοδικό, απέναντι από το αναμμένο τζάκι και να διαβάζει ατάραχος. Είναι τόσο αναίσθητος που θέλω να τον χτυπήσω. Τοποθετώ τα χέρια μου γύρω από το στήθος μου και απλά στέκομαι να τον χαζεύω.
YOU ARE READING
Μαμά λείπεις.
Mystery / ThrillerΤι συμβαίνει όταν χάνεις το πιο σημαντικό πρόσωπο της ζωής σου σε μια στιγμή; Η Λήδα χάνει σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα τη μαμά της και ο κόσμος της αλλάζει ριζικά. Σιχαίνεται τα πάντα και τους πάντες εκτός από τον μπαμπά της, ο οποίος μένει στο...