13

116 9 0
                                    

Το σπίτι μου έχει γεμίσει μετά από έναν μήνα και πραγματικά μου φαίνεται τόσο περίεργο χωρίς εκείνη. Όλα είναι τόσο διαφορετικά δίχως την παρουσία της σ'αυτό το μέρος. Εδώ και δυο βδομάδες προσπαθώ να είμαι φυσιολογική και να αρχίσω να γίνομαι κοινωνική όπως παλιά. Ο μπαμπάς κάλεσε τους γονείς του Μανώλη στο σπίτι μας για μεσημεριανό, προκειμένου να με φέρει πιο κοντά με τον πρώην κολλητό μου. Έχουν ένα τέταρτο που φτάσανε κι εγώ απλώς κάθομαι στον έναν καναπέ κι ο φίλος μου στον απέναντι. Νιώθω τα έντονα βλέμματα που μου ρίχνει, όμως ακόμη δεν έχω τολμήσει να τον αντικρίσω. Τους έδιωξα πολύ ξαφνικά και δεν ξέρω τι να πω και πως να φερθώ για να τους ξανά κερδίσω. 

Το τραπέζι της κουζίνας ετοιμάζεται σταδιακά από τις υπηρέτριες, την Ελένη και την Δήμητρα, την μαμά του Μανώλη. Αν ζούσε και η δική μου τώρα θα ήταν μαζί και θα γελάγανε στρώνοντας το. 


Μπαίνω στην κουζίνα για να τους ρωτήσω πότε θα φάμε και το θέαμα είναι για γέλια. Η μαμά μου μαζί με την μαμά του Μανώλη αρπάζουν, χορεύοντας και τραγουδώντας τα μαχαιροπίρουνα, και με διάφορες φιγούρες τα αφήνουν απαλά πάνω στο τραπέζι. Το τραπεζομάντιλο το τεντώνουν, η καθεμία στην απέναντι μεριά, και το τοποθετούν στο γυμνό ξύλινο τραπέζι με χάρη. Το κοντό άσπρο φόρεμα της μαμάς πηγαίνει πέρα δώθε ακολουθώντας πιστά τις κινήσεις του κορμιού της. Τα  πύρινα μαλλιά της τινάζονται φανερώνοντας που και που, το όμορφο πρόσωπο της. Είναι απλά αξιολάτρευτη. 

"Μαμά πότε θα φάμε;" αποφασίζω να φανερωθώ και τότε εκείνες κοκαλώνουν. Δεν θέλουν να βλέπω εγώ τέτοια πράγματα γιατί πιστεύουν πως μια πλούσια κοπέλα δεν έχει δικαίωμα στην τρέλα και στην ψυχαγωγία. Πρέπει να είσαι πάντα σοβαρή και να ακολουθείς τους άγραφους κανόνες την υψηλής κοινωνίας. Όμως εγώ χαίρομαι να τις βλέπω έτσι.

"Λήδα πόση ώρα έχεις εδώ;" την πλησιάζω αργά αλλά σταθερά και της κρατάω τα χέρια. Το βλέμμα της ανήσυχο και γεμάτο ενοχές εντούτοις δεν συμμερίζομαι τους λόγους της. 

"Δεν κάνατε κάτι κακό. Είσαι η καλύτερη μαμά. Το να διασκεδάζεις δεν είναι λάθος. Μην ανησυχείς για την ανατροφή μου, δεν σκοπεύω να σε απογοητεύσω."

"Το ξέρω μικρή μου. Ποτέ δεν θα το κάνεις. Είμαι τόσο περήφανη για σένα."


Σηκώνομαι από τον τριθέσιο και τα βλέμματα όλων των αντρών πέφτουν πάνω μου. Ο μπαμπάς μου επικεντρώνεται σε μένα και αγνοεί τον φίλο του, τον μπαμπά του Μανώλη. Το ποτήρι με το νερό βασισμένο στο τραπέζι του σαλονιού παροτρύνοντας τον να το σηκώσει για να ενυδατώσει τον λαιμό του. Ο κύριος Περικλής ακολουθεί την ίδια κίνηση του μπαμπά και με καρφώνει με τα μάτια του. Ένα αχνό χαμόγελο σχηματίζεται στα μικρά του χείλη και με κάνει να θυμηθώ τις παλιές καλές εποχές που έπαιζα μαζί του. Πάντα τον είχα σαν μπαμπά μου και δεν θα ξεχάσω τις μέρες που μας κυνηγούσε σε όλη την αυλή, ενώ ο δικός μου βαριόταν. Στρέφομαι παραδίπλα και κοιτάζω νοσταλγικά τον κολλητό μου, ο οποίος μόλις με αντικρίζει κατεβάζει επιδεικτικά το βλέμμα του στα δυο του πόδια. 

Μαμά λείπεις.Where stories live. Discover now