34

57 9 0
                                    

Ανοίγω τα μάτια μου και το εκτυφλωτικό φως από τον πρωινό ήλιο πέφτει στα βλέφαρα μου κάνοντας τα να βαραίνουν όλο και πιο πολύ. Δυστυχώς για μένα πρέπει να σηκωθώ και να πάω σ'αυτό το άθλιο μέρος που ονομάζεται σχολείο.

Σηκώνομαι χωρίς δεύτερη σκέψη και τρέχω στο μπάνιο για την καθημερινή μου ανάγκη. Αφήνω τα μαλλιά μου ελεύθερα να κυματίζουν ανέμελα σε χαλαρές μπούκλες κάνοντας το πρόσωπο μου να φαίνεται πιο όμορφο και γοητευτικό. Κοιτάζομαι στον καθρέφτη καθώς φοράω το μαύρο μου τζιν με δυο μικρά σκισίματα σε κάθε γόνατο και την πράσινη μου μπλούζα. Το συνηθισμένο βραχιόλι μου κοσμεί τον μικροκαμωμένο μου καρπό οδηγώντας με σε απαισιόδοξες σκέψεις. Πρέπει να βάλω κιλά διότι σε λίγο καιρό θα μείνω πετσί και κόκκαλο. Πρέπει να αποκτήσω την δύναμη που χρειάζομαι για να φτάσω την αποστολή μου προς το τέλος της. Δεν γίνεται να τα παρατήσω, ακόμη κι αν δεν βρήκα κανένα βοηθητικό στοιχείο σε εκείνο το μέρος. Πρέπει να ψάξω ακόμη πιο πολύ.

Μ'αυτές τις σκέψεις κατεβαίνω τη σκάλα αρπάζοντας την σχολική μου τσάντα και ανοίγω την εξώπορτα δίχως να πλησιάσω στην κουζίνα. Σήμερα δεν έχω καθόλου όρεξη να αντικρίσω κανέναν από τους δυο. Ούτε τον μπαμπά αλλά ούτε και την Ελένη. Ξέρω πως έχει περάσει πολύς καιρός από εκείνο το συμβάν με την σωτηρία μου, όμως ακόμη δεν μπορώ να της το συγχωρέσω. Έπρεπε να με είχε αφήσει να φύγω, να βρεθώ στο πλευρό της μαμάς μετά από τόσες μέρες.

Βγαίνω στον κρύο αέρα κι αρχίζω να σκέφτομαι τις ζέστες των προηγούμενων ημερών χαρακτηρίζοντας τον καιρό ως ασταθή. Ούτε αυτός δεν ξέρει τι θέλει. Ενώ χθες υπήρχε μόνο ήλιος και το αεράκι ήτανε ζεστό σήμερα είναι ακριβώς το αντίθετο. Μπορεί οι ακτίνες του να αγγίζουν ελάχιστα την επιφάνεια την Γης, εντούτοις είναι ξεκάθαρο πως το πάει για βροχή. Τα κατάμαυρα σύννεφα πάνω από το κεφάλι μου είναι το κυριότερο σημάδι. Όσο κι αν θέλω να αγνοήσω αυτόν τον μουντό καιρό, τα συναισθήματα μου δεν μου το επιτρέπουν, διότι κάθε φορά που βρέχει χαλάει όλη μου η διάθεση. Δεν μ'αρέσει καθόλου. Από μικρή σιχαινόμουν την βροχή, ο τρόπος που τρέχεις να μην γίνεις μουσκίδι, οι χαζές ομπρέλες, ακόμη και το φριζάρισμα των μαλλιών με εκνευρίζει.

Ξεφυσάω και κάνω το πρώτο βήμα ώστε να βρεθώ έξω από το σπίτι μου. Παρόλα αυτά κάτι στέκεται εμπόδιο στο δρόμο μου και με αναγκάζει να στρέψω το βλέμμα μου προς το πάτωμα για να το αντικρίσω. Ένας άσπρος φάκελος κάνει την εμφάνιση του κάτω από τα μαύρα μου μποτάκια. Σηκώνω το πόδι μου και σκύβω για να τον πιάσω. Δεν αναγράφεται ούτε ο αποστολέας μα ούτε και ο παραλήπτης παρακινώντας ακόμη πιο πολύ το ενδιαφέρον μου. Ασυναίσθητα το χέρι μου ταξιδεύει στο άνοιγμα του, το οποίο το σκίζει με μιας προκειμένου να αποκαλυφτεί το σημείωμα και η εικόνα που υπάρχουν μέσα του. Στην φωτογραφία αυτό που βλέπω με σοκάρει και το γράμμα με ταράζει ακόμη πιο πολύ. Κάποιος γνωρίζει.

Μαμά λείπεις.Where stories live. Discover now