Κεφάλαιο 16

7.9K 664 46
                                    


Το επόμενο πρωινό ξυπνάει πρώτη και αισθάνεται τα χέρια του να αγκαλιάζουν τη μέση της, η ανάσα του καυτή πέφτει πίσω στο σβέρκο της... ρίγη απλώνονται παντού στο κορμί της. Με ήρεμες κινήσεις προσπαθεί να του ξεφύγει, για λίγο στέκεται και τον παρατηρεί πόσο γαλήνιος είναι όταν κοιμάται... ασυναίσθητα του χαμογελάει κι αφού τον ξεσπάσει βγαίνει από το δωμάτιο του.

Μετά από ώρα ξυπνάει κι ο Αλέξης... νυσταγμένος προχωράει στον διάδρομο κι ύστερα κατευθύνεται προς το σαλόνι μα δεν βλέπει πουθενά την Νεφέλη, ώσπου το βλέμμα του πέφτει στην ανοιχτή μπαλκονόπορτα. Περπατάει ως εκεί και την βλέπει να κάθεται στο μπαλκόνι απολαμβάνοντας τον καφέ της...

«Καλημέρα.» της λέει και την παρατηρεί να αναπηδά από τρομάρα στην καρέκλα της «...σε τρόμαξα;» την ρωτάει.

«Όχι... όχι απλά ήμουν αφηρημένη.» σχολιάζει και το βλέμμα της κάνει μια διαδρομή στο σώμα του. Πάλι είναι μόνο με το μποξεράκι... συνέρχεται αμέσως! «Πως είσαι σήμερα; Θυμάσαι;» τον ρωτάει κι εκείνος γνέφει αρνητικά.

«Με πονάει το κεφάλι μου...» παραδέχεται.

«Από το χτύπημα είναι αυτό... θα περάσει. Σου πήρα και κάποια φάρμακα που μου είπε η Λίνα...» τον ενημερώνει και προχωράει προς τα μέσα «...θα κρυώσεις, έλα να ντυθείς!» συνεχίζει κι εκείνος αφού κλείσει την μπαλκονόπορτα την ακολουθεί.

«Με τι ασχολούμαι;» την ρωτάει ενώ φοράει τα ρούχα που του έδωσε.

Μένει για λίγο σκεφτική...

«Έχεις τελειώσει οικονομικά, αλλά προς το παρόν είσαι άνεργος...» του λέει την αλήθεια.

«Και τι κάνω όλη μέρα;» αναρωτιέται εκείνος.

Τριγυρνάς σαν ρεμάλι, τα περιμένεις όλα στο πιάτο... δεν σε νοιάζει τίποτα... είναι λίγα απ όσα θα μπορούσε να του πει η Νεφέλη, αλλά δεν το επιχειρεί.

«Ασχολείσαι με το σπίτι... ξέρεις οικιακά, εφόσον εγώ εργάζομαι κι εσύ είσαι όλη μέρα στο σπίτι νιώθεις την ανάγκη να με βοηθήσεις!» ίσως πάρει την εκδίκηση της πίσω, για όσο κρατήσει έστω.

«Δεν θυμάμαι τίποτα... εσύ με τι ασχολείσαι;»

«Είμαι νοσηλεύτρια... και μη φοβάσαι θα σε βοηθήσω να τα θυμηθείς όλα! Ωστόσο, ας πάρουμε τηλέφωνο τους γονείς σου για να τους ενημερώσουμε...»

Μόλις η κυρία Μαρία άκουσε για το ατύχημα αμέσως πήρε τον κύριο Στάθη για να καταφτάσουν στο διαμέρισμα του γιου τους και της νύφης τους... στα μάτια της η αγωνία, αγκάλιασε τον γιο της και ανάσανε ξανά. Η Νεφέλη όλη την ώρα αυτή εξηγούσε στον κύριο Στάθη κι εκείνη τι ακριβώς είχε συμβεί το προηγούμενο βράδυ... με τον κύριο Στάθη να δείχνει κατανόηση για το συμβάν...

«Η Λίνα είπε πως είναι θέμα ημερών να γυρίσει πίσω η μνήμη του...» σχολιάζει η Νεφέλη.

«Αγόρι μου... με θυμάσαι; Η μανούλα σου είμαι Αλέξη μου...»

«Μαμά... είσαι αρκετά όμορφη! Πρέπει να έχω την ομορφότερη μητέρα στον κόσμο...» λέει ο Αλέξης.

«Ίσως το χτύπημα να μη του έκανε και τόσο κακό...» ψιθυρίζει ο κύριος Στάθης στην Νεφέλη κι εκείνη άθελα της γελάει, αλλά συμμορφώνει αμέσως τον εαυτό της.

«Μαμά... πόσα χρόνια έχεις να με πεις έτσι! Είχες κολλήσει με αυτό το μάνα...»

Το μεσημέρι η κυρία Μαρία και ο κύριος Στάθης έμειναν στο σπίτι του ζευγαριού... μετά αν και η κυρία Μαρία ήθελε να μείνει με τον γιο της, ο κύριος Στάθης την έπεισε να φύγουν για να μείνει το ζευγάρι μόνο του... με πρόσχημα πως αυτό θα έκανε καλό στον Αλέξη.

«Έλα να μαζέψουμε το τραπέζι...» του λέει η Νεφέλη κι εκείνος την πλησιάζει «...αυτά θα τα βάλεις στο νεροχύτη, θα τα ξεπλύνεις κι ύστερα θα τα βάλεις στο πλυντήριο πιάτων όπου θα σου θυμίσω πως μπαίνει σε λειτουργία.»

Όντως ο Αλέξης παίρνει τα πιάτα και ποτήρια, τα ξεπλένει, τα βάζει στο πλυντήριο... κι αφού του δείξει η Νεφέλη που να βάλει το απορρυπαντικό και ποιο κουμπί πατάει για να μπει σε λειτουργία το πλυντήριο...

«Και τώρα;» την ρωτάει.

«Μέχρι να τελειώσει αυτό πάμε να απλώσουμε και τα ρούχα...» του απαντάει και την ακολουθεί χωρίς να πει τίποτα.

Αφού απλώσουν και τα ρούχα ξανά μπαίνουν μέσα στο διαμέρισμα...

«Να κάνω ένα μπάνιο;» την ρωτάει.

«Γιατί με ρωτάς; Ότι θέλεις μπορείς να κάνεις...» του χαμογελάει.

«Μετά μπορούμε να πάμε μια βόλτα στο κέντρο;» την πιάνει απροετοίμαστη.

«Εμείς οι δύο;»

«Γιατί απορείς;» την ρωτάει μπερδεμένος «Ζευγάρι δεν είμαστε;»

«Ναι... δηλαδή... ναι θα πάμε βόλτα στο κέντρο, πήγαινε να κάνεις μπάνιο.»

«Ωραία...» λέει εκείνος κι αφού της δώσει ένα πεταχτό φιλί πηγαίνει προς το μπάνιο...

Ο κληρονόμοςWhere stories live. Discover now