Το όνομα της Αλίκης αναγράφεται στο κινητό του κι εκείνος δίχως να έχει να σκεφτεί κάτι... τερματίζει την κλήση και απενεργοποιεί το κινητό του εντελώς. Ωστόσο, η ζεστή και ρομαντική ατμόσφαιρα που είχαν δημιουργήσει με την Νεφέλη... έσβησε. Τα μάτια του την κοιτάζουν και παρατηρεί το σκυθρωπό πλέον πρόσωπο της, το βλέμμα της είναι χαμένο στα καταγάλανα νερά που είναι δίπλα τους... ξεφυσάει, δεν ήθελε να χαλάσει η στιγμή τους!
«Έι... τι έπαθες;» την ρωτάει και πάει να αγκαλιάσει την παλάμη της με την δική του, όμως εκείνη την απομακρύνει για να μη το κάνει.
«Όλων αυτό τον καιρό αυτό συμβαίνει; Είχαμε κάνει μια ''συμφωνία'' αν θυμάμαι καλά... ή ίσχυε μόνο για μ' ένα κι εσύ θα μπορούσες να συνεχίζεις να πηγαίνεις με όποια θέλεις;» του λέει για πρώτη φορά επιθετικά... δίχως να μπορεί να καταλάβει από πού πηγάζει όλο αυτό το θάρρος.
«Νεφέλη... τι λες; Εννοείται πως αυτό που είχα πει τότε ίσχυε και για τους δυο μας... και δεν έκανα τίποτα όλο αυτό τον καιρό, απλά η Αλίκη είναι κολλημένη και δε μπορεί να συνειδητοποιήσει κάποια πράγματα! Εσένα θέλω...» της λέει και στο τέλος της πρότασης την πιάνει από το πηγούνι για να στρέψει το πρόσωπο της αντικριστά με το δικό του «...αλήθεια! Μόνο εσένα θέλω...» την κοιτάζει ευθεία στα μάτια κι οι λέξεις του... τα λόγια μοιάζουν αληθινά. Αν και είναι δύσπιστη... η καρδιά της λέει να τον πιστέψει, αλλά το μυαλό... αχ αυτό το μυαλό...
«Και γιατί δεν σε αφήνει ήσυχο;» τον ρωτάει χαμηλόφωνα, μαγεμένη από τα μάτια του...
«Γιατί... γιατί είναι ο τύπος γυναίκας που δεν της αρέσει η απόρριψη... και έχει πεισμώσει.» της παραδέχεται κι εκείνη ξεφυσάει «Έλα... σε παρακαλώ! Μη χαλάσουμε την στιγμή μας για την Αλίκη! Σε παρακαλώ...» ενώνει τα μέτωπα τους.
«Για να είμαστε μαζί... πρέπει να ξεκόψεις κάθε επαφή και μαζί της και με όποια άλλη μπορεί να έχει ''πεισμώσει'' από την απόρριψη! Θα σε περιμένω στο αυτοκίνητο...» του λέει θαρραλέα και ανασηκώνεται από την καρέκλα για να βγει έξω από την ταβέρνα... τον αφήνει πίσω της μαρμαρωμένο για λίγες στιγμές κι ύστερα γελάει με τον αυθόρμητο ''τσαγανό'' της...
Μπαίνει στο αμάξι κι ο Αλέξης μετά από λίγο και σε όλη την διαδρομή επικρατεί πλήρης σιγή παρόλο που εκείνος έκανε κάποιες φιλότιμες προσπάθειες να μιλήσουν... και στο τέλος το πήρε απόφαση πως είναι γυναίκα και σαν γυναίκα η απάντηση που θα λάμβανε σε ότι κι αν την ρωτούσε ήταν το «Τίποτα».
Μπαίνοντας στο διαμέρισμα η Νεφέλη προχωράει με γοργά βήματα προς το δωμάτιο της, λίγο πριν την προλάβει η πόρτα του δωματίου της κλείνει και στην αρχή στέκεται για λίγο μαρμαρωμένος απ' έξω. Ξεφυσάει, εισπνέει ύστερα βαθιά κι αφού ζωγραφίσει ένα χαμόγελο στα χείλη του με το χέρι του χτυπάει ευγενικά την πόρτα της... καμία απάντηση όμως. Ξανά επιχειρεί να χτυπήσει την πόρτα... και μετά από λίγο εκείνη ανοίγει με την Νεφέλη να εμφανίζεται μπροστά του με ένα αθλητικό μαύρο κολάν και μια μακό λευκή μπλούζα... δεν φοράει στηθόδεσμο και το στήθος της διαγράφεται κάτω από την επιφάνεια του υφάσματος. Το βλέμμα του στιγμιαία πέφτει εκεί... και παίρνει μια κοφτή ανάσα. Εκείνη μόλις συνειδητοποιήσει που διατρέχει το βλέμμα του προχωράει προς το κρεβάτι της και αρπάζει την αθλητική της ζακέτα και την φοράει...
«Τι με θέλεις;» τον ρωτάει.
«Τώρα έτσι θα είμαστε;»
«Πως είμαστε;»
«Ρε κορίτσι μου... τι να κάνω κι εγώ; Φταίω που με έκανε η μάνα μου μοιραίο κι ωραίο... και σφάζονται όλες για τα μάτια μου;» της λέει θέλοντας να αστειευτεί μα το μόνο που λαμβάνει από εκείνη είναι μια δολοφονική ματιά... «Εντάξει, ίσως όχι όλες... και να υπερβάλω λίγο, αλλά ωραίος και μοιραίος είμαι!» προσπαθεί να το σώσει, εκείνη όμως σαν απάντηση σταυρώνει τα χέρια της μπροστά από το στήθος της «Τι δεν είμαι;» την ρωτάει.
«Μπορεί...» ανασηκώνει τον δείκτη της «...μπορεί λέω να είσαι...» του λέει και το χαμόγελο πλαταίνει στα χείλη του «...αλλά πρέπει να ξεκαθαρίσεις τη θέση σου σε αυτές τις ''όλες'' όπως λες!» σχολιάζει εκείνη κι εκείνος κάνει ένα βήμα πιο μπροστά για να την πλησιάσει με εκείνη να κάνει κάποια βήματα προς τα πίσω.
«Εσένα θέλω... μόνο!» της ξανά λέει «Και δεν έχει αλλά...» την πλησιάζει κι άλλο πιάνοντας την παλάμη μέσα στη δική του την κατεβάζει χαμηλά, προς τον καβάλο του και το αφήνει εκεί... «Το νιώθεις; Για σ' ένα είναι έτσι...» ψελλίζει με σφαλισμένα βλέφαρα και κοφτή ανάσα κι εννοεί τον ερεθισμένο μόριο του.
«Αλέξη...» σαστισμένη καταφέρνει να πει.
«Σε θέλω...» πλησιάζει επικίνδυνα το πρόσωπο της.
«Δεν... είναι νωρίς ακόμα!» τον σπρώχνει ελαφρώς και απομακρύνεται από κοντά του.
(Πολλά φιλιά!)
YOU ARE READING
Ο κληρονόμος
RomanceΗ διαθήκη του θείου ήταν σαφής... Ο Αλέξης για να μπορέσει να αποκτήσει την αυτοκρατορία του θείου... θα έπρεπε πρώτα να νυμφευτεί και να γίνει ένας σωστός οικογενειάρχης! Και μετά... όλα θα περνούσαν υπό την κατοχή του. Έλα όμως που εκείνος στις λ...