Αφού νίκησε τους Γίγαντες, γεννημένους από το αίμα του Ουρανου, ο Ζευς είχε ακόμα να καταπολεμήσει έναν τελευταίο εχθρό. Κι αυτόν τον παρακίνησε η Γη. Από την ένωση της με τον Τάρταρο, είχε γεννήσει τον Τυφωέα <<το στερνοπαίδι της>>, λέει ο Ησίοδος. <<Τα ρωμαλέα χέρια αυτού του παντοδύναμου θεού εργάζονταν ακατάπαυστα και τα πόδια του ήταν ακούραστα. Πάνω στους ώμους του ορθώνοντας εκατό φρικαλέα κεφάλια δράκοντα, και το κάθε κεφάλι σαΐτευε μια μαύρη γλώσσα. Από τα μάτια ξεπηδούσε μια φλόγα εκτυφλωτική. Όλα αυτά τα κεφάλια φριχτά στην όψη, βγάζανε χίλιους ακατανόητους ήχους, τόσο διαπεραστικούς, κάποιες φορές, που κι οι ίδιοι οι θεοί δεν μπορούσαν να τους ακούν...>>.
Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος μας λέει ακόμα πως ο Τυφωέας <<ξεπερνούσε σε ύψος τα πιο ψηλά βουνά. Με το κεφάλι του άγγιζε τα άστρα, με το χέρι του άγγιζε την Ανατολή και με το άλλο τη Δύση...Από τα μεριά του βγαίναν αμέτρητες οχιές, που κουλούριαζαν και συστρέφονταν τυλίγοντας τον ίσαμε το κεφάλι και σφυρίζοντας απαίσια. Πυκνές κι ανάκατες αλογότριχες κυματίζανε πάνω στο κεφάλι του και στα μάγουλα του>>.
Ο Τυφωέας επιτίθεται στους θεούς, που βλέποντας τον να σκαρφαλώνει στον ουρανό τρομοκρατούνται. Φεύγουν στην Αίγυπτο, κι εκεί για να γλιτώσουν απ' το τέρας, μεταμορφώνονται σε ζώα. Ο αγώνας μεταξύ του γίγαντα και του Δία είναι εξαιρετικά σκληρός. Ο Ζευς χάρη στον κεραυνό και σε ένα δρεπάνι από διαμάντι, τρέπει σε φυγή τον Τυφωέα και τον καταδιώκει ως τη Συρία. Εκεί οι δύο αντίπαλοι έρχονται στα χέρια. Ο Τυφωέας περισφίγγει τον Δία μεσ' στις κουλούρες των φιδιών που βγαίναν από τα μεριά του και του παραλύει τη δύναμη του. Αδράχνοντας τότε το διαμαντένιο δρεπάνι, με αυτό που ήταν οπλισμένος ο κυρίαρχος του Ολύμπου, του κόβει τα νεύρα των ποδιών και των χεριών. Ο Ζευς ανίκανος να αντιτάξει την παραμικρή αντίσταση, μεταφέρεται πάνω στους ώμους του γίγαντα σε μια σπηλιά στην Κιλικία. Ο Τυφωέας τον αποθέτει εκεί, καθώς και τα νεύρα τυλιγμένα μέσα στο δέρμα αρκούδας. Μα ο Ερμής έρχεται να βοηθήσει τον Δία. Κλέβει τα νεύρα, τα ξαναβάζει στη θέση τους, κι έτσι ο κύριος του Ολύμπου είναι σε θέση να ξαναρχίσει τον αγώνα. Ανεβασμένος σε ένα άρμα ζεμένο με φτερωτά άλογα, καταδιώκει δίχως ανάπαυλα το τέρας, κεραυνοβολώντας το αδιάκοπα. Ο Τυφωέας απαντάει εκσφενδονίζοντας κατά του εχθρού του ολόκληρα βουνά. Μα οι δυνάμεις του εξαντλούνται, το αίμα τρέχει από τις πληγές του. Τρέπεται σε φυγή, περνάει τη θάλασσα, φτάνει στη Σικελία, και εκεί ο Ζευς θριαμβεύει τελειωτικά και τον συντρίβει κάτω από το βουνό Αΐτνα.
Ο Τυφωέας είχε για σύζυγο <<ένα ον τερατώδες που σε τίποτα δεν έμοιαζε ούτε με τους θεούς, ούτε με τους ανθρώπους: τη θεΐκή, τη φοβερή Έχιδνα. Κατά το πάνω μέρος του κορμιού της είναι μια νύμφη με γλυκιά ματιά και ωραίο πρόσωπο, και κατά το υπόλοιπο ένα πελώριο φίδι σκεπασμένο με πολύχρωμα λέπια. Κατοικούσε στα έγκατα της γης>>.
Από το ζευγάρωμα του Τυφωέα και της Έχιδνας γεννήθηκαν άλλα τέρατα, οι σκύλοι Όρθρος και Κέρβερος, η Λερναία Ύδρα, η Χίμαιρα κλπ.
YOU ARE READING
Ελληνική Μυθολογία
RomanceΤα πάντα για την Ελληνική μυθολόγια που δεν θα βρείτε πουθενά αλλού! Πηγές: Ελληνική Μυθολογία - Ζ.Ρίσπεν (δεν υπάρχει στην αγορά αυτό το βιβλίο για πάνω από 30 χρόνια)