Κεφάλαιο Δέκατο Πέμπτο

290 35 165
                                    

«Γιατί μου βάλατε τον άμπαλο ρε μαλακες;» παραπονιέται ο Βαγγέλης όταν ο Αδάμ αστοχεί για ακόμη μια φορά.

«Βούλωσέ το!» θίγεται το βλαμμένο δίπλα του. Εγώ ήσυχα και ωραία, στοχευω το πλαστικό ποτηράκι και πετάω επιτυχώς μέσα το μπαλάκι, κλείνοντας το μάτι μου στον Ορέστη.

«Αφού πάντα με την Βαλίτσα είμαι μωρέ, γιατί να χωριστουμε τώρα;» παραπονιέται ο παιδικός μου φίλος.

«Γιατί θέλει να είναι με το αμόρε ρε, δεν καταλαβαίνεις τώρα;» πετάγεται η τσουτσου, ονόματι Γιώργος. Τον αγνοώ παντελώς ωστόσο, το ίδιο και ο Βαγγέλης που συνεχίζει την μουρμούρα τους.

«Ξέρετε να παίζετε μεταξύ σας και μας γαματε, οπότε μάντεψε! Παιζε και σκασε!» παραπονιέται ο Αδάμ.

«Θέλω άλλον συμπαίκτη.» κλαψουρίζει όταν ο Αδάμ αστοχεί ξανά.

«Αυτός πίνει μωρέ, εσύ τι παραπονιέσαι;» λέω μπερδεμένη και εγώ. Εκείνος απλώς με στραβοκοιτάζει και πετάει το μπαλάκι.

«Η Βαλερια θα το πιει, όχι εσύ!» λέει γρήγορα «Άντε, τόση ώρα αστοχεί ο Αδαμομαλάκας και πίνει ο Ορέστης. Η άλλη έχει πιει μόνο ένα!» σηκώνω το ποτηράκι και το σηκώνω στον αέρα μπροστά του, προτου το κατεβάσω μονοκοπανιά. Γνέφει ευχαριστημένος και συνεχίζουμε να παίζουμε όταν ο Βαγγέλης αποφασίζει πως δεν ξαναπαίζει με τον Αδάμ.

«Συνοδινε, έλα!» σπρώχνει τον Αδάμ πάνω στην Κυριακή και τραβάει τον Γιώργο δίπλα του.

«Έτοιμη;» ρωτάει. Με προκαλεί να τον βρίσω, ωστόσο δεν το κάνω.

«Θα σε ρωτούσα ακριβώς το ίδιο!» απαντάω στο ίδιο ύφος. Εκείνος κουνάει το κεφάλι του σαν να το απολαμβάνει και παίρνει θέση, βάζοντας το μπαλάκι στο ποτήρι μπροστά μου.

«Ήρθε η ώρα να πιεις.» και δεν πρέπει να έχω σταματήσω να πίνω εδώ και μια ώρα. Περιμένει ο ένας τον άλλο μέχρι να μην μείνει σταγόνα! Πρέπει να φτάσαμε σε σημείο να παίζουμε μόνο μεταξύ μας, γιατί δεν θυμάμαι να έχει παίξει ο Βαγγέλης ή ο Ορέστης.

«Μπράβο ρε Συνοδινέ!» φωνάζει ο μαλακας ο Βαγγέλης, αγκαλιάζοντάς τον. Εκείνος σηκώνει αδιάφορα τους ώμους του και με κοίταζει προκλητικά, ρίχνοντας παράλληλα και ένα προειδοποιητικό βλέμμα προς την μεριά του Ορέστη που χαϊδεύει απαλά την πλάτη μου μπας και ηρεμήσω.

«Ήπιατε όλη την βότκα ρε μαλακες, θα πρέπει να πιείτε τεκίλα τώρα!» παραπονιέται ο Αδάμ, αν και φαίνεται πως το απολαμβάνει που πίνουμε τόσο. Γεμίζει τα ποτήρια με ένα χαζό χαμόγελο στα χείλη. Θα τον χτυπήσω.

ΥποσχέσειςOnde histórias criam vida. Descubra agora