Κεφάλαιο Εικοστό Τέταρτο

299 34 90
                                    

«Και τώρα θα φύγεις δηλαδή;» τρώω λίγο ακόμη απ' τη μερεντα και πηδαω στον πάγκο της κουζίνας, παρακολουθώντας τον Άγγελο να μαζεύει κάτι τελευταία πράγματα.

«Μωρό μου, πρέπει να κάνουμε ένα διάλειμμα.» λέει γελώντας ελαφρά.

«Μα εγώ τι θα κάνω χωρίς εσένα;» κάνει μια παύση, αφήνοντας την τσάντα με το laptop του στο πάτωμα. Κάθεται στην καρέκλα και βγάζει τον καπνό του, ξεκινώντας να στρίβει ένα τσιγάρο.

«Σεξ, υποθέτω.» γλύφει το χαρτάκι, σηκώνοντας το βλέμμα του πάνω μου «Με τον Συνο ίσως;» με ψαρεύει.

Στριφογυρίζω τα μάτια μου σε αυτό «Τα ίδια και τα ίδια θα λέμε; Σε είχα για λογικό ρε Άγγελε.»

«Λογικός είμαι, όχι τυφλός.» βγαίνει στην πόρτα της κουζίνας για να καπνίσει. Έχει λίγο πλάκα έτσι όπως στέκεται ολόκληρος μέσα στη κουζίνα, με το χέρι του ωστόσο έξω στο μπαλκόνι. Έχει γίνει κάπως συνήθεια μας αυτό, θα μου λείψει!

«Εχω φιληθει με τον Γιώργο μια ή δυο φορές.» παραδέχομαι. Πνίγεται με τον καπνό του, γυρίζοντας να με κοιτάξει «Πότε;» χτυπάει το στήθος του εν τω μεταξύ, με πρόσωπο κατακόκκινο.

«Καλέ πολύ καιρό πριν, τότε που σταματήσαμε να μιλάμε.» στο μεταξύ ο φίλος μου ακόμη πνίγεται «Είσαι καλά παιδί μου;»

«Ρε Βαλερια αυτά τα ξέραμε, χεσε με.» κάπως συνέρχεται, ωστόσο εγώ του βάζω ένα ποτήρι νερό για καλό και για κακό, χωρίς καν να πάρω τον πισινό μου απ' τον πάγκο της κουζίνας.

«Θα πεθάνει εδώ; Τι θα γίνει;!» μουρμουράει ο Αδάμ κάνοντάς την εμφάνιση του στην κουζίνα. Τρίβει το μάτι του και ξύνει το στήθος του, φορώντας μονάχα το μποξερακι του.

«Αυτό γιατί κοιμήθηκε πάλι εδώ;» μουρμούραω. Τον άφησα βέβαια να κοιμάται στο κρεβάτι μου χωρίς να ασχοληθώ το πως και το γιατί βρέθηκε εκεί.

«Δεν με νοιάζει καθόλου. Του άνοιξα, μπήκε, ευτυχώς κοιμήθηκε σε εσένα και γλύτωσα απ' το κλωτσίδι του!» κάνει αδιάφορα ο Αγγελος, τραβώντας μια τζούρα απ' το τσιγάρο του.

«Ναι σιγά μην ανεχομουν πέρα από το ροχαλητό σου και το στριμωξιδι! Τουλάχιστον κοιμήθηκα στην κρεβαταρα της Βαλίτσας, αραχτός. Αυτή ούτε που κουνήθηκε.» εν τω μεταξύ έχει ήδη βάλει καφέ σε μια κούπα και κάθεται απέναντι μου σε μια καρέκλα.

«Που να κουνηθώ ηλιθιε, αφού είχες πιάσει όλο το κρεβάτι!» παραπονιέμαι, τριβοντας την πονεμένη μέση μου.

ΥποσχέσειςTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang