Α' Μέρος - Κεφάλαιο (20)

650 90 58
                                    

Οι τελευταίες μέρες υποτίθεται πως θα ήταν ήσυχες, χωρίς καμία απόκλιση από την ρουτίνα που έχω συνηθίσει ένα ολόκληρο καλοκαίρι τώρα κι όμως υπήρξαν γεμάτες δράμα και εντάσεις.

Με τον Λάμπρο δεν έχουμε μιλήσει καθόλου από χθες το βράδυ μετά από εκείνο το φιλί.

Αν υπάρχει ένα τουλάχιστον θετικό πράγμα που προέκυψε είναι η βελτίωση της συνεργατικής διάθεσης του Κυριάκου.

Δέχεται τις συμβουλές μου και τις αφουγκράζεται με προσοχή καθώς καταβάλει προσπάθεια βελτιώσει τα χτυπήματα του. Δεν έχει νεύρα σήμερα, ούτε ρουθουνίσματα και κοφτές απαντήσεις.

Εξακολουθεί βέβαια να μην χαμογελάει και να παραμένει κλειστός στον εαυτό του. Αν υπάρχει κάτι που θα με στενοχωρήσει σαν φύγω είναι πως πάνω που είχαμε ξεκινήσει να σημειώνουμε πρόοδο, εγώ θα τον αφήσω.

«Κυριάκο;», του απευθύνομαι κάποια στιγμή σαν καθόμαστε να πιούμε νερό. «Σήμερα είναι το τελευταίο μας μάθημα», με κοιτάζει κάτω από την φράντζα του. «Για αυτό, ήθελα να σε ρωτήσω αν υπάρχει κάτι που θέλεις να συζητήσουμε;», προτείνω με όλη την καλή διάθεση. «Κάποια συμβουλή που θες να σου δώσω για τους αγώνες;»

«Είναι αλήθεια;», με ρωτάει και σμίγω απορημένη τα φρύδια.

«Ποιο είναι αλήθεια;»

«Πώς ήσασταν πρωταθλήτρια;»

«Είχα μερικές καλές διακρίσεις, ναι», το παίζω μετριόφρων και το αγόρι παίρνει μια ερωτηματική έκφραση.

«Τότε γιατί είστε εδώ;», βρίσκω την ερώτηση του ενδιαφέρουσα.

«Τι εννοείς;»

«Γιατί δεν είστε κάπου αλλού, έξω σε κάποια ακαδημία να προπονείστε για τα μεγάλα τουρνουά;»

«Επειδή δεν ήθελα να το συνεχίσω», αποκρίνομαι καταπίνοντας τα εισερχόμενα δάκρυα.

«Εγώ θα έφευγα», πετάγεται και λέει. «Με την πρώτη ευκαιρία θα έφευγα μακριά από εδώ»

«Γιατί;», ξαφνιάζομαι με το πόση απαρέσκεια αισθάνεται. «Δεν θα σου έλειπαν οι γονείς σου; Οι φίλοι σου;»

«Δεν έχω φίλους», ξεστομίζει και τιθασσεύει μέσα του τον θυμό που νιώθει. Το βλέπω στο τίναγμα των δακτύλων του. 

Σκυθρωπιάζει κατεβάζοντας το βλέμμα κάτω χαμηλά στο έδαφος και αποφεύγει να συναντήσει το δικό μου.

Αναστενάζω. Πώς γινόταν να μην είχε φίλους; Όλα τα παιδιά της ηλικίας του είχαν. Έπρεπε να τον ρωτήσω, σίγουρα κάτι έπρεπε να πω ή να κάνω για να βελτιώσω την διάθεσή του και να σβήσω τούτη τη μαυρίλα από το γλυκό του προσωπάκι.

Πρωταθλητές στην Αμαρτία Donde viven las historias. Descúbrelo ahora