Α' Μέρος - Κεφάλαιο (3)

856 104 51
                                    

«Τι κάνετε; Είμαι ο Θέμης, ο μπαμπάς του Κυριάκου», εκείνα τα διαπεραστικά, ψυχρά μάτια, εκείνο το αυτάρεσκο χαμόγελο.

Ο άνδρας που στέκεται μπροστά μου δεν είναι άλλος από τον άνδρα που του έβαλα τις φωνές το πρωί.

Και τότε με χτυπάει. Για αυτό μου φάνηκε τόσο γνωστός προηγουμένως. Ο Θέμης Λουκρέζης.

Ο γνωστός επιχειρηματίας με την αλυσίδα ξενοδοχείων που φτάνει από την ακτογραμμή της Βουλιαγμένης μέχρι τις παραλίες της Χαλκιδικής.

Ήταν χαρισματικός, ψηλός, όμορφος με ανοιχτές πλάτες και το σημαντικότερο από όλα... παντρεμένος.

Είχε μεγάλη πέραση στις γυναίκες οι οποίες λιγώνονταν με κάθε συνέντευξη που έδινε στην τηλεόραση και τα κουτσομπολίστικα πρωινά κανάλια.

Δεν τις κατηγορούσα.

Το πρόσωπο του προοριζόταν ξεκάθαρα για μπροσούρα περιοδικού με αυτά τα μάτια ντυμένα στα χρώματα των κρυστάλλινων νερών του Ιονίου και την προφανή μαθηματική αναλογία των ζυγωματικών του.

Τουλάχιστον τώρα καταλάβαινα πού την είχε κληρονομήσει την γοητεία του ο Κυριάκος. Μαζί και τον περιφρονητικό του χαρακτήρα. Στα πάντα με εξαίρεση το μελί χρώμα των ματιών του ήτανε φτυστός ο πατέρας του.

«Ρεβέκκα Ζαφειρίου», συστήνομαι και εγώ με τη σειρά μου σφίγγοντας το χέρι που έχει προτάξει μπροστά μου.

Με αναγνωρίζει και εκείνος. Το καταλαβαίνω από τον τρόπο που τα μάτια του μου χαμογελούν.

«Ρεβέκκα... Εσύ είσαι λοιπόν η κρητικιά καλλονή για την οποία έχω ακούσει τόσα», συρτά ανταπαντάει κοιτώντας με διερευνητικά. «Ποιες ήταν οι πιθανότητες;», ο κύριος Βαγγέλης ευτυχώς δεν λαμβάνει υπόψη του την προσωπική του σημείωση. «Το αφεντικό σου από εδώ μου λέει πως στο ζενίθ της σύντομης σταδιοδρομίας σου υπήρξες... φανταστική παίκτρια», λέει με έμφαση.

«Επειδή υπερβάλλει», καταφέρνω να απαντήσω μέσα από την αμηχανία μου.

«Διαφωνώ», χαμογελάει, μετά βίας.

«Σας ευχαριστώ, κύριε Λουκρέζη», αποκρίνομαι με ένα βεβιασμένο χαμόγελο που δεν του περνά απαρατήρητο και μειδιά πονηρά αντιλαμβανόμενος την ταραχή μου.

«Συγχώρεσε με αλλά για κάποιον λόγο έχω την εντύπωση ότι αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που συναντιόμαστε», λέει με υπόνοια. «Σε έχω πετύχει ξανά κάπου πρόσφατα;», και το χέρι του σαν κλοιός κλείνει σφιχτότερα γύρω μου αναγκάζοντας με να γείρω ελάχιστα προς τα εμπρός. «Ή μήπως κάνω λάθος;», η επαφή του με διαπερνά και διατρέχει ολάκερο το κορμί μου σαν ηλεκτρική εκκένωση.

Πρωταθλητές στην Αμαρτία Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang