B' Μέρος - Κεφάλαιο (28)

673 78 72
                                    

«Χριστέ μου!», φωνάζω εμβρόντητη και αναπηδώ έντρομη. Την ίδια στιγμή με αναθεματίζω νοερά που ξέχασα να τραβήξω τον σύρτη της πόρτας να κλειδώσει και τραβώ με αργές κινήσεις τα ακουστικά από τα αυτιά μου.

Πανικοβάλλομαι και τα μάγουλά μου αναψοκοκκινίζουν καθώς η ματιά του, σκοτεινή και πεινασμένη διατρέχει το κορμί μου το οποίο δεν καλύπτουν παρά ελάχιστες βαμβακερές ίνες.

Γραπώνω με τα χέρια το έπιπλο της κουζίνας που έχω πλάτη και βρίσκω στήριγμα.

«Γεια σου και σένα», λέει με ένα μισό, μοχθηρό χαμόγελο.

«Ποιος; Ποιος είσαι;», ψελλίζοντας τον ρωτάω.

«Πρέπει να είσαι η καινούρια συγκάτοικος της Αμελί», λέει με ασυγκράτητο ενδιαφέρον. «Είμαι ο αδερφός της. Ο Τέο», και παρόλο που αυτό θα έπρεπε να μου προσφέρει μια κάποια ανακούφιση, η εμφάνισή μου σε συνδυασμό με τον τρόπο που περίφερα τους γοφούς μου προηγουμένως δεν βοηθάει.

«Πόση ώρα με παρακολουθείς;», τον ρωτάω κομπιάζοντας μη θέλοντας στα αλήθεια να μάθω και μου χαμογελάει σαρδόνια.

«Αρκετή», αποκρίνεται με βραχνή φωνή. «Να μη σε διακόπτω βέβαια, μπορείς να συνεχίσεις από εκεί που έμεινες», λέει ανοίγοντας το ένα χέρι και το απλώνει να ακουμπήσει στην ράχη του καναπέ πίσω του.

Η υπομονή μου αρχίζει να εξαντλείται.

«Μπορώ να ρωτήσω τι κάνεις εδώ;», αυστηρή τον ρωτάω σε μια προσπάθεια να ακουστώ γενναία.

Δεν τον έλεγες και άνδρα ακριβώς, φαινόταν γύρω στα είκοσι πέντε με σταρένια επιδερμίδα και σχιστά, βαθουλωτά μάτια. Έφερνε σε Βραζιλιάνο σούπερ σταρ με τους φαρδιούς ώμους και το κατάλευκο χαμόγελο. 

Τα μαλλιά του τα είχε βαμμένα σε ξανθιά πλατινέ απόχρωση και ομολογουμένως του πήγαινε. Συμπλήρωνε τέλεια όλο αυτό το στιλ του μάγκα που εξέπεμπε προς τα έξω.

Ζαρώνω όταν αποφασίζει να σηκωθεί από τον καναπέ και ξεκινά να βαδίζει αργά και νωχελικά στην δική μου κατεύθυνση.

Η διαρρύθμιση της μικρής κουζίνας είναι τέτοια που θυμίζει το γράμμα Π, επομένως όταν ο Τέο με πλησιάζει δεν έχω πρακτικά καμία έξοδο διαφυγής. Αναγκαστικά υπομένω το σιωπηρό του μαρκάρισμα.

Δεν έφταιγε πως ήτανε ιδιαίτερα ψηλός, εντάξει σίγουρα ξεπερνούσε τον μέσο όρο, ας πούμε δηλαδή πως έφτανε αισίως το ένα ογδόντα. Έφταιγε περισσότερο η αποφασιστικότητα στο βήμα και το βλέμμα του, σαν να με περικύκλωνε σίγουρος πως εν τέλει θα παραδιδόμουν σε ό,τι και αν ήταν αυτό που γυρόφερνε στο μυαλό του.

Πρωταθλητές στην Αμαρτία Donde viven las historias. Descúbrelo ahora